οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 26 Νοεμβρίου 2017

"....Διακόσιοι άνδρες δεν οδηγούνται για εκτέλεση με λυμένα τα χέρια. Είναι δυνητικά επικίνδυνοι ακόμη και για τους πάνοπλους εκτελεστές τους, τοσούτω μάλλον καθόσον πρόκειται για ψυχωμένους αγωνιστές, οι οποίοι θα θεωρούσαν καθήκον να αντισταθούν μέχρις εσχάτων και να «πουλήσουν» ακριβά τη ζωή τους. Γι’ αυτό και ο επικεφαλής του αποσπάσματος απέρριψε το αίτημα Σουκατζίδη να εκτελεστούν όλοι μαζί, προφανώς για λόγους ασφαλείας και... αποτελεσματικότητας. Στον σωρό μπορεί κάποιος να γλιτώσει, ακόμη και η χαριστική βολή να αστοχήσει. Εχει συμβεί πολλές φορές. Στα Καλάβρυτα, μεταξύ των εκτελεσθέντων στην ευρύτερη περιοχή –από 461 μέχρι 1.200, 1.300!– βρέθηκαν 13 ζωντανοί. Εδώ, στο χωριό, λίγα μέτρα από το σπίτι μου, οι Ιταλοί εκτέλεσαν 17 (και όχι μόνον) πατριώτες, ως αντίποινα για την ανατίναξη της γέφυρας Γοργοποτάμου. Πλην ενός, ο οποίος τους ξέφυγε μέσα από τα χέρια και –το καταπληκτικό– δεμένος πισθάγκωνα! Κατά τα λοιπά, τα δάκρυα και τα ζήτω δεν έλειψαν...."

Πέντε επιστολές αναγνωστών, από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"



Λοιπόν, διακόσιοι άνδρες δεν οδηγούνται για εκτέλεση με λυμένα τα χέρια. Είναι δυνητικά επικίνδυνοι ακόμη και για τους πάνοπλους εκτελεστές τους, τοσούτω μάλλον καθόσον πρόκειται για ψυχωμένους αγωνιστές, οι οποίοι θα θεωρούσαν καθήκον να αντισταθούν μέχρις εσχάτων και να «πουλήσουν» ακριβά τη ζωή τους. Γι’ αυτό και ο επικεφαλής του αποσπάσματος απέρριψε το αίτημα Σουκατζίδη να εκτελεστούν όλοι μαζί, προφανώς για λόγους ασφαλείας και... αποτελεσματικότητας. Στον σωρό μπορεί κάποιος να γλιτώσει, ακόμη και η χαριστική βολή να αστοχήσει. Εχει συμβεί πολλές φορές. Στα Καλάβρυτα, μεταξύ των εκτελεσθέντων στην ευρύτερη περιοχή –από 461 μέχρι 1.200, 1.300!– βρέθηκαν 13 ζωντανοί. Εδώ, στο χωριό, λίγα μέτρα από το σπίτι μου, οι Ιταλοί εκτέλεσαν 17 (και όχι μόνον) πατριώτες, ως αντίποινα για την ανατίναξη της γέφυρας Γοργοποτάμου. Πλην ενός, ο οποίος τους ξέφυγε μέσα από τα χέρια και –το καταπληκτικό– δεμένος πισθάγκωνα! Κατά τα λοιπά, τα δάκρυα και τα ζήτω δεν έλειψαν.

Οσο για την άλλη ταινία «Ψυχή βαθιά», το λάθος έγκειται στο ότι ο σκηνοθέτης βάζει τους αντάρτες να τραγουδούν ενθουσιωδώς και ευδιάθετα, εν είδει εμβατηρίου, ένα αυτοσχέδιο τραγούδι με επωδό το «Ψυχή βαθιά» και στίχους τελείως άσχετους και αντίθετους με ό,τι πραγματικά εκφράζει η σχετλιαστική φράση «Ψυχή βαθιά», δηλαδή θλίψη, απογοήτευη, αλί και τρισαλί. «Ψυχή βαθιά και μέρες λίγες», λέμε σαν μοιρολόι εδώ γύρω στα χωριά μας, όπου έδρασε, όχι και τόσο δημοκρατικά, ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας. Αλλο ΕΛΑΣ και άλλο ΔΣΕ. Ιδού, ένα ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς έναντι της... Αριστεράς. (Σχετικά γράμματά μου έχουν δημοσιευθεί στην καλή μας «Καθημερινή».)

Ιωάννης Αθ. Μακρής, Καστέλλια Παρνασσίδος



όπου εγκαταστάθηκε στη συνέχεια η Σχολή Καλών Τεχνών. Τρία χρόνια αργότερα, το 1876, έρχονται στο φως τα πλούσια μυκηναϊκά ευρήματα από τους βασιλικούς τάφους των Μυκηνών και καθώς το Αρχαιολογικό Μουσείο δεν έχει ακόμη αποπερατωθεί, θα φιλοξενηθούν προσωρινά στον όροφο του κεντρικού κτιρίου (το προσωρινά κράτησε δύο δεκαετίες). Παράλληλα το Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο, καθώς και αυτό δεν διάθετε δικό του κτίριο, εγκαθίσταται από το 1884 στο ισόγειο του ίδιου κτιρίου, ενώ μετά τη μεταφορά των συλλογών του Αρχαιολογικού Μουσείου στο δικό του κτίριο στη θέση τους εγκαθίσταται η Εθνική Πινακοθήκη.

Από τις αρχές του 20ού αιώνα και ύστερα στο κτίριο εγκαθίστανται οι πέντε σχολές του EΜΠ, των Αρχιτεκτόνων, των Πολιτικών Μηχανικών, των Ηλεκτρολόγων Μηχανολόγων, των Τοπογράφων και των Χημικών Μηχανικών. Το 1940 τα κτίρια του EΜΠ επιτάσσονται και μετατρέπονται σε στρατιωτικό νοσοκομείο. Μετά τον πόλεμο και την Κατοχή σταδιακά το Μετσόβιο αποδίδεται επιτέλους στους ιδιοκτήτες του. Το 1960 αποτελεί σταθμό για την ιστορία του Μετσόβιου και κυρίως της Σχολής Αρχιτεκτόνων. Ολες οι άλλες σχολές αποσύρονται σταδιακά στα τρία νέα κτίρια που έχουν κτισθεί επί των Στουρνάρη, Μπουμπουλίνας και Τοσίτσα, και το κτίριο Αβέρωφ παραδίδεται ολόκληρο στους αρχιτέκτονες.

Η Σχολή Αρχιτεκτόνων καταλαμβάνει σήμερα το σύνολο του κεντρικού συγκροτήματος της οδού Πατησίων ενώ οι υπόλοιπες σχολές έχουν μεταφερθεί στην Πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου. Μετά τόσα χρόνια το Πολυτεχνείο επιτέλους μας ανήκει. Το ιδρυτικό του σύνταγμα με ημερομηνία 12 Ιανουαρίου 1837 φέρει τον τίτλο «Περί εκπαιδεύσεως εις την Αρχιτεκτονική». Καθήκον και υποχρέωση λοιπόν της Αρχιτεκτονικής Σχολής και μόνον αυτής είναι να του δώσει πάλι τη λάμψη και την αξία του. Καθήκον και υποχρέωση του κράτους να τη βοηθήσει με όσα μέσα διαθέτει. Η μετατροπή του σε αρχαιολογικό μουσείο θα ακύρωνε την επιθυμία των δωρητών, αλλά και του αρχιτέκτονά του.

Κάθε κτίριο δημιουργείται για να εκπληρώσει κάποιους λειτουργικούς σκοπούς. Η επαναχρησιμοποίησή του για άλλους μπορεί κάποτε να είναι απαραίτητη, αλλά σίγουρα δεν είναι η πιο πρόσφορη. Αρκεί να διαβάσει κάποιος την «κρίσιν των σχεδίων του εν Αθήναις οικοδομηθησομένου Μουσείου των ελληνικών αρχαιοτήτων » των καθηγητών της Ακαδημίας των εικαστικών τεχνών του Μονάχου N. Kaulbach και M. Carriere του 1860, που απέβη αρνητική και για τις 14 μελέτες που είχαν υποβληθεί, για να αντιληφθεί την ακαταλληλότητα του ΕΜΠ για αρχαιολογικό μουσείο. Θα μπορούσε όμως κάλλιστα, πιστεύω, να γίνει μουσείο του «εαυτού» του. Τόσο στο συγκρότημα της Πατησίων όσο και στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου φυλάσσονται πλήθος ιστορικών, μουσειακών σήμερα στοιχείων, που θα μπορούσαν να εκτεθούν. Βιβλία, ιδρυτικά έγγραφα, αρχεία, όργανα σχεδιάσεως, σπουδαστικά σχέδια, πίνακες ζωγραφικής κ.ά. Τι σημαίνει για κάθε Ελληνα πολίτη ή, τουλάχιστον, τι θα έπρεπε να σημαίνει; Ισως την απάντηση να δίνει ένα ασημένιο τάμα, μια μικρή μεταλλική πλάκα με ανάγλυφο χτυπημένο το κτίριο Αβέρωφ. Ενα μικρό λαϊκό καλλιτέχνημα. Κι αν κάναμε και πάλι ένα τάμα;

Μάρω Καρδαμίτση -Αδαμη, Αρχιτέκτων, ομ. καθηγήτρια EΜΠ














«Τεισία, τι κάνεις, τρελάθηκες; Μπαζώνεις το ρέμα;» – σε ελεύθερη μετάφραση
Κύριε διευθυντά
Οι φονικές πλημμύρες στη Δυτική Αττική –φονικές εξαιτίας των μπαζωμένων ρεμάτων στην περιοχή βεβαίως– μου έφεραν στον νου έναν ιδιωτικό λόγο του Δημοσθένη (55: Προς Καλλικλέα περί χωρίου βλάβης), όπου ένας Αθηναίος πηγαίνει στα δικαστήρια τον γείτονά του με την κατηγορία ότι, μπαζώνοντας το ρέμα που σχεδόν χώριζε τις περιουσίες τους, προξένησε μεγάλες ζημιές στο χωράφι του έπειτα από μια ιδιαίτερα δυνατή βροχή. Ο λόγος γράφεται για λογαριασμό του κατηγορουμένου Τεισία, ο οποίος υποστηρίζει ότι, αν υπήρξε μπάζωμα, αυτό έγινε από τον πατέρα του πριν από 15 τόσα χρόνια, και σε όλο αυτό το διάστημα, κατά το οποίο δεν έλειπαν φυσικά οι ραγδαίες βροχές, ο πατέρας του μηνυτή δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ, αλλά ούτε επιχείρησε να εμποδίσει τον δικό του πατέρα στην αρχή, τότε δηλαδή που υποτίθεται ότι έκτισε το ρέμα. Κανονικά όμως, ισχυρίζεται, αυτό έπρεπε να είχε γίνει. Βλέποντας να μπαζώνεται το ρέμα, να πάει αγανακτισμένος στον πατέρα μου και να του πει: «Τεισία, τι είναι αυτά που κάνεις; Κτίζεις το ρέμα; Αλλά έτσι το νερό της βροχής θα πλημμυρίσει το χωράφι μου». (§ 5: Τεισία, τι ταύτα ποιείς; αποικοδομείς την χαράδραν; Είτ’ εμπεσείται το ύδωρ εις το χωρίον το ημέτερον). Ετσι ώστε ή να σταματούσε ο πατέρας μου το μπάζωμα και να μην υπήρχε τώρα αυτή η προστριβή μεταξύ μας ή, αν αδιαφορούσε και γινόταν αυτό που έγινε τώρα, να είχες μάρτυρες της τότε διαμαρτυρίας του πατέρα σου. Κι έπρεπε βέβαια να έδειχνες σε όλους αυτό το ρέμα, ώστε να αποδείκνυες το άδικο του δικού μου πατέρα στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια όπως τώρα. Τίποτε όμως από αυτά δεν θεωρήσατε σκόπιμο να κάνετε τότε.

Στην πραγματικότητα, συνεχίζει ο Τεισίας, δεν υπήρχε κανένα ρέμα, αλλά αυτό που χώριζε τις περιουσίες μας ήταν ένας δημόσιος δρόμος. Επειδή όμως βρισκόμαστε σε πλαγιά βουνού, όταν έβρεχε, το νερό έπεφτε και στον δρόμο και στα χωράφια μας. Επειδή όμως στον δρόμο το νερό έβρισκε μερικές φορές εμπόδια και δεν μπορούσε να φεύγει ελεύθερα, εκτρεπόταν αναγκαστικά στα γύρω χωράφια και τα πλημμύριζε. Βλέποντας, λοιπόν, ο πατέρας μου τις ζημιές που προκαλούσαν αυτές οι πλημμύρες στο χωράφι του, το περιέφραξε με μια ξερολιθιά (§ 11: την αιμασιάν περιωκοδόμησε ταύτην). Κανένα ρέμα, επομένως, δεν τον έβλαψε επειδή μπαζώθηκε, όπως με συκοφαντεί ο Καλλικλής, διότι στο μέρος αυτό υπήρχαν άλλωστε διάφορα δέντρα, αμπέλια και συκιές, πριν ακόμη κτίσει ο πατέρας μου τη μάντρα, κι επιπλέον ένα παλιό οικογενειακό νεκροταφείο προτού αγοράσει καν το χωράφι. Είναι δυνατόν να υπήρχαν όλα αυτά μέσα σ’ ένα ρέμα;

Δεν χρειάζεται να επεκταθώ στα υπόλοιπα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί ο κατηγορούμενος για να υπερασπιστεί τον εαυτό του και ν’ αποφύγει την καταβολή μιας τεράστιας αποζημίωσης που διεκδικεί ο κατήγορος. Θα αναφέρω όμως ότι, περνώντας στην αντεπίθεση, κατηγορεί τον μηνυτή του ότι ο ίδιος ευθύνεται που πλημμύρισε το χωράφι του, γιατί, ενώ σήκωσε κι αυτός μάντρα για να προστατεύσει την περιουσία του από τα νερά της βροχής, την έκτισε πάνω στον δημόσιο δρόμο, ώστε να φέρει τα δέντρα που υπήρχαν σε αυτόν μέσα στο δικό του χωράφι, αλλά κάνοντάς τον έτσι στενότερο (§ 22: εξημάρτηκε, πρώτον μεν την οδόν στενοτέραν ποιήσας, εξαγαγών έξω την αιμασιάν, ίνα τα δένδρα της οδού ποιήσειεν είσω). Επιπλέον, πέταξε όλα τα άχρηστα οικοδομικά υλικά και άλλα απορρίμματα στον δρόμο, με αποτέλεσμα να ανεβάσει την επιφάνειά του κι έτσι να κάνει ευκολότερη την εκτροπή του νερού στο χωράφι του.

Ολα τα παραπάνω μαρτυρούν ότι σε πολλά πράγματα η νοοτροπία, η συμπεριφορά, και οι συνήθειες των προγόνων μας δεν ήταν πολύ διαφορετικές από τις αντίστοιχες δικές μας. Αλλά υπάρχει και μια αξιοσημείωτη διαφορά. Μολονότι η έκβαση αυτής της δίκης δεν μας είναι γνωστή και, επομένως, δεν ξέρουμε αν η κατηγορία που αντιμετώπιζε ο πελάτης του Δημοσθένη ήταν πραγματική ή προσχηματική, για να αποσπάσει ο μηνυτής εκβιαστικά χρήματα ή γη από τον κατηγορούμενο, το αδιαφιλονίκητο γεγονός είναι ένα: στην αρχαιότητα, ένας ιδιώτης διώκει δικαστικά τον γείτονά του για τη βλάβη που υπέστη από το υποτιθέμενο μπάζωμα ενός ρέματος που έγινε αιτία να πλημμυρίσει το χωράφι του και να υποστεί ζημιές. Σήμερα, άνθρωποι πνίγονται από τις πλημμύρες που αναμφίβολα προκάλεσαν τα μπαζωμένα ρέματα της περιοχής, αλλά κανένας δεν διανοείται, παρότι έχουμε ξαναθρηνήσει θύματα για τους ίδιους ακριβώς λόγους, ούτε ιδιώτης ούτε –πολλώ μάλλον– κάποιος δημόσιος φορέας, να ασκήσει συγκεκριμένη και προσωποποιημένη δίωξη εναντίον αυτών που μπάζωσαν τα ρέματα και τους οποίους όλοι γνωρίζουμε. Διότι η δίωξη κατά παντός υπευθύνου, ως εάν οι υπεύθυνοι να ήταν άγνωστοι, είναι απλώς ένα θλιβερό ανέκδοτο.

Τάσος Νικολαϊδης, Ομότιμος καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης

τέλος, γιατί αναγκάζονται να σπαταλούν τον ελεύθερο χρόνο τους σε ένα «σχολείο» στη θέση του σχολείου. Δεν πρέπει να παραλείψω και τους εκάστοτε υπουργούς Παιδείας, που έχουν σκοπό της ζωής και της πολιτικής τους καριέρας μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που θα εξαφανίσει από προσώπου γης τα φροντιστήρια και θα ελαφρύνουν τον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ο στόχος είναι λαϊκίστικος: «πάταξη της παραπαιδείας», και όχι ουσιαστικός: «αναβάθμιση της παιδείας».

Ας εξετάσουμε το θέμα από μια άλλη οπτική γωνία. Στην αρένα της παραπαιδείας, δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους και επιβιώνουν από τους λέοντες οι χιλιάδες καταρτισμένοι εκπαιδευτικοί, που δεν υπάρχει περίπτωση να απορροφηθούν από το δημόσιο σχολείο το οποίο συρρικνώνεται ολοένα και περισσότερο λόγω οικονομικής κρίσης και υπογεννητικότητας. Αν κλείσουν τα φροντιστήρια, θα πρέπει να καταργηθούν ή έστω να συρρικνωθούν οι Φιλοσοφικές και όλες οι σχολές των πανεπιστημίων που παράγουν κάθε χρόνο καθηγητές καταδικασμένους στην ανεργία (πότε έγινε αλήθεια ο τελευταίος διαγωνισμός διορισμού καθηγητών, θυμάστε;).

Ας εστιάσω σε αυτούς. Οι φροντιστηριακοί καθηγητές ζουν και εργάζονται σαν δουλοπάροικοι στον εργασιακό μεσαίωνα των ιδιοκτητών των εκπαιδευτικών αυτών μορφωμάτων. Είναι νέοι, εξαρτημένοι συνήθως από το οικογενειακό βαλάντιο, έχουν βασικούς και μεταπτυχιακούς τίτλους σπουδών, διδακτική εμπειρία απαραιτήτως, συγγραφική δουλειά, αλλά τώρα πια απαιτούνται και άλλα προσόντα, όπως να είναι όμορφοι, καλογυμνασμένοι, στυλάτοι, με trendy κόμμωση, tattoo και, βεβαίως, να είναι πλήρως δικτυωμένοι σε Facebook, Twitter και άλλα κοινωνικά δίκτυα. Ολα αυτά, για να έχουν εργασία, για να προωθήσουν τον εαυτό τους ως καταναλωτικό αγαθό, ώστε η επιχείρηση να προσελκύσει τον πελάτη (δεκαπεντάχρονο μαθητή - σαραντάρη γονέα) που λαμβάνει υπόψη του το «φαίνεσθαι» περισσότερο από το «είναι» και θα επιλέξει να δώσει τα χρήματά του στον καθηγητή με τον οποίο υπάρχει «χημεία» και προσιδιάζει στα πρότυπα των ΜΜΕ. Για όλα αυτά λοιπόν ο δουλοπάροικος αμείβεται πενιχρά, δουλεύει ακατάπαυστα, συγγράφει, παρακολουθεί σεμινάρια, συμμετέχει σε ενημερώσεις, πολλές φορές ανασφάλιστος και με προσωπικό κόστος.

Οσο τα πανεπιστήμια θα αποτελούν μια βιομηχανία μαζικής παραγωγής ανέργων εκπαιδευτικών τόσο η «παρα-παιδεία» θα διαιωνίζεται και όσο η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση παραμένει ανεκπλήρωτη στο χαρτοφυλάκιο κάθε υπουργού τόσο η καθημερινότητα θα αποδεικνύει την αναγκαιότητά της.

Σοφία Ι. Μαργαρίτη, Φιλόλογος - συγγραφέας




στην ευρύτερη περιοχή έως τη θάλασσα, με αποτέλεσμα να γεμίσουν τα χωράφια της περιοχής με κάθε είδους αντικείμενα (κονσέρβες, καρέκλες κ.λπ.), γιατί το νερό πέρασε μέσα από τον χώρο του σκουπιδότοπου του Δήμου Κατερίνης. Θυμάμαι, κατέφθασε τότε στη νομαρχία ο προσφάτως αποθανών δημοσιογράφος και πρώην υπουργός Γιάννης Καψής και με οργισμένο ύφος απευθύνθηκε στον τότε νομάρχη λέγοντας: «Τι συμβαίνει επιτέλους με την Κατερίνη; Κάθε φορά που βρέχει λίγο πλημμυρίζει και γίνεται είδηση στις εφημερίδες. Φοβάμαι ότι πρέπει να επέμβει εισαγγελέας».

Μαζί με τον τότε διευθυντή Τεχνικών Εργων του νομού επισκεφτήκαμε τα ρέματα της περιοχής. Ολα ήταν μπαζωμένα και με τεράστια δέντρα στην κοίτη τους. Αρχίσαμε αμέσως να προγραμματίζουμε, να συντάσσουμε μελέτες, να τις περνάμε απο τα νομαρχιακά συμβούλια και να δημοπρατούμε έργα αφού πρώτα εξασφαλίζαμε τις πιστώσεις. Ο τότε υπεύθυνος του αρχαιολογικού χώρου Δίου, Δημήτρης Παντερμαλής, μας ζήτησε να καθαρίσουμε τα ρέματα γύρω από τον αρχαιολογικό χώρο που συνεχώς τον πλημμύριζαν. Το 1982, με τη πολιτική αλλαγή, νομάρχης Πιερίας διορίστηκε η κ. Μαρία Αρσένη. Εργασιομανής και χαλκέντερη, με ένα ποτήρι καφέ όλη την ημέρα, ανέλαβε προσωπικά το όλο εγχείρημα. Το ίδιο διάστημα, μια θεομηνία διάρκειας πολλών ημερών έπληξε και πάλι την περιοχή μας. Το πρόβλημα παρουσιάστηκε πιο έντονο στο ρέμα του Μοσχοπόταμου, που περνάει μέσα απο την Κατερίνη. Το τεχνικό έργο που είχε γίνει στο ρέμα αυτό αποδείχτηκε ανεπαρκές, με αποτέλεσμα η Κατερίνη να πλημμυρίσει. Σαν σήμερα θυμάμαι, βράδυ δύο η ώρα, πήγα στη νομαρχία και είδα τη νομάρχη αγκαλιασμένη με ένα θερμαντικό σώμα να τρέμει, γιατί είχε μόλις γυρίσει απ’ έξω και έκανε πολύ κρύο. Τη ρώτησα αν ήταν διατεθειμένη να κάνουμε μια αυτοψία ακόμη, προκειμένου να διαπιστώσουμε τις κατευθύνσεις και τον όγκο των υδάτων και τον λόγο απ’ όπου προερχόταν το κακό. Γυρίσαμε πίσω στις 5 το πρωί. Ημασταν κουρασμένοι. Ημασταν απογοητευμένοι.

Δευτέρα πρωί πληροφορήθηκα από το τηλέφωνο ότι θα ερχόταν επειγόντως στην Κατερίνη ο μόλις πέντε ημερών υπουργός Δημοσίων Εργων Ακης Τσοχατζόπουλος. Πράγματι, συναντηθήκαμε και αφού τον ενημερώσαμε για την κατάσταση έφυγε για την Αθήνα. Πέντε ημέρες μετά, με έκπληξη και ευχαρίστηση μάθαμε ότι με δική του υπουργική απόφαση εγκρίθηκε το ποσό του 1.000.000.000 δραχμών για τις αντιπλημμυρικές ανάγκες του νομού μας. Με ανοιχτά τα φτερά μας, σε μικρό χρονικό διάστημα, συντάξαμε τις μελέτες, πήραμε την έγκριση και δημοπρατήσαμε το πρώτο μεγάλο έργο, την κατασκευή της βόρειας περιφερειακής τάφρου με πέντε γέφυρες και μήκος 11 χλμ. Η τάφρος αυτή θωράκισε έκτοτε την Κατερίνη από τις συχνές πλημμυρικές εξάρσεις και απέβη σωτήριος για την πόλη μας. Το κόστος του έργου αυτού ήταν 110.000.000 δρχ. Με τα υπόλοιπα χρήματα, κατά τη διάρκεια των επόμενων επτά ετών διευθετήθηκαν διάφορα ρέματα, κατασκευάστηκαν προστατευτικοί τοίχοι από ειδικά υλικά και θωρακίσαμε μεγάλο αριθμό ρεμάτων στα πιο ευαίσθητα σημεία τους με μικρά ή μεγάλα έργα. Η ενέργεια αυτή του κ. Τσοχατζόπουλου να διαθέσει τόσο γρήγορα ένα μεγάλο ποσό βοήθησε να ισχυροποιηθεί σημαντικά η αντιπλημμυρική δυνατότητα του νομού Πιερίας.

Είμαι από το 2003 συνταξιούχος, 82 ετών σήμερα, ποτέ δεν ήμουν ενταγμένος στον χώρο του ΠΑΣΟΚ, δεν ξέχασα όμως την πράξη αυτή του κ. Τσοχατζόπουλου και, παρά τα όσα δυσάρεστα επακολούθησαν με δική του ευθύνη στον βίο του, θεώρησα χρέος μου να την υπενθυμίσω σε αυτή την άσχημη χρονική στιγμή για την πατρίδα μας. Τέλος, θα ήθελα να πω ότι η πλήρης αντιπλημμυρική προστασία της Ελλάδας δεν μπορεί να προχωρήσει αν πρώτα η χώρα δεν αποκτήσει αυτό που τόσα χρόνια δεν θέλησε –όχι δεν μπόρεσε– να έχει, δηλαδή εθνικό κτηματολόγιο.

Γεώργιος Τσακμαλής, Προϊστάμενος Δημ. Εργων την περίοδο εκείνη, 
απόφοιτος Technische Universität Berlin

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου