Από "ΤΑ ΝΕΑ" και την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
Η Μέι σπεύδει στον Ερντογάν
με ιδέες για την Κύπρο
Η Αγκυρα «τραβά το αφτί» του Ακιντζί n Η Μόσχα προειδοποιεί ότι δεν θα δεχθεί περιθωριοποίησή της από μια πιθανή λύση n «Persona non grata» για κυπριακά κόμματα ο αντιπρόσωπος του γ.γ. του ΟΗΕ
Του Άνθου Λυκαύγη
Νέες και αποφασιστικότερες αυτή τη φορά πρωτοβουλίες για επίλυση του Κυπριακού δρομολογούνται και ήδη το πρόβλημα συζητείται σε διάφορα επίπεδα, καθώς διαμορφώνονται διαδικασίες από πλευράς Ηνωμένων Εθνών.
Αυτή τη φορά με άμεση υπόδειξη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Πρόθεση του οποίου είναι να εμπλακεί ουσιαστικότερα, παρά τις αντιδράσεις μελών του. Ρωσία και Γαλλία ζητούν ενεργό ρόλο, ενώ το Λονδίνο αναλαμβάνει δική του και δραστικότερη παρέμβαση.
Σε αυτό αποσκοπεί ακριβώς και η «εκτός προγράμματος» επίσκεψη της βρετανίδας πρωθυπουργού στην Αγκυρα το Σάββατο για συνάντηση και συνεννοήσεις τόσο με τον Ταγίπ Ερντογάν όσο και με τον ομόλογό της Μπιναλί Γιλντιρίμ. Η κίνηση αυτή της Τερίζα Μέι κρίνεται από τη Λευκωσία και την Αθήνα ως «όλως ιδιαίτερης σημασίας» κι εντάσσεται σαφώς στην απόφαση του Λονδίνου να μην αφήσει το θέμα να «ξεχειλώσει» και την ευκαιρία για οριστική ρύθμιση του Κυπριακού να εξανεμισθεί, μετά τα όσα συνέβησαν στη Γενεύη. Καθώς και η Βρετανία και οι ΗΠΑ προβλέπουν κρίσιμες περιφερειακές εξελίξεις, που δεν επιθυμούν να εκφύγουν του ελέγχου τους.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΓΚΑΘΙ. Οι συνομιλίες Μέι - Ερντογάν θα επικεντρωθούν κυρίως στο κομβικό ζήτημα των Εγγυήσεων και της Ασφάλειας, που η Βρετανία προκρίνει ως το μεγάλο αγκάθι στις προσπάθειες για λύση, ενώ επηρεάζει άμεσα και την ίδια, λόγω των «κυρίαρχων εδαφών» της στη μεγαλόνησο και των ζητημάτων που αναφύονται γενικότερα ως προς αυτά. Τερίζα Μέι και Ταγίπ Ερντογάν τα έχουν βρει περίπου ως προς αυτή την κρίσιμη παράμετρο, με μόνη διαφορά ότι: το Λονδίνο δεν βλέπει με καλό μάτι το ενδεχόμενο δημιουργίας μόνιμης στρατιωτικής βάσης για στάθμευση τουρκικών δυνάμεων επί κυπριακού εδάφους και μάλιστα χωρίς χρονοδιάγραμμα. Και όπως φαίνεται, η βρετανίδα πρωθυπουργός θα συζητήσει συμβιβαστική φόρμουλα για διευθέτηση του προβλήματος. Εγγυοδοσία δηλαδή, με περιορισμένη τουρκική στρατιωτική παρουσία.
Στο μεταξύ, κι ενώ η Αθήνα παρακολουθεί στενά τις νέες ζυμώσεις: το γεγονός ότι δεν υπήρξε άμεση τουρκική αντίδραση στην πρότασή της για Συμφωνία Προσωρινής Στάθμευσης Στρατευμάτων στην Κύπρο, εκτιμάται ότι αυτό είναι δυνατόν να προβληματίζει την Αγκυρα. Η οποία εν τω μεταξύ κάλεσε τον τουρκοκύπριο κατοχικό ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί για διαβουλεύσεις, υπό το φως εντεινόμενων πληροφοριών (από τουρκοκυπριακές κυρίως πηγές) για σοβαρές διαφωνίες μεταξύ τους. Με τον Ερντογάν να εκδηλώνει βαθιά δυσαρέσκεια (έως και οργή) για τους τελευταίους χειρισμούς του Ακιντζί και κυρίως κάποιων δεσμεύσεων στις οποίες προχώρησε χωρίς προσυνεννόηση, όσον αφορά το εδαφικό και το θέμα των εγγυήσεων. Οπόταν και ο Σουλτάνος «του τράβηξε τηλεφωνικώς το αφτί», καλώντας τον για εξηγήσεις.
ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΖΥΜΩΣΕΩΝ. Κι ενώ τις αμέσως επόμενες μέρες θα κλιμακωθεί νέος κύκλος ζυμώσεων με κύριο μοχλό τον ειδικό αντιπρόσωπο του γ.γ. Εσπεν Μπαρθ Αϊντα, ο νορβηγός διπλωμάτης βρίσκεται στο στόχαστρο άκρως επιθετικών επικρίσεων στη Λευκωσία, για ενέργειές του που - σύμφωνα με κυπριακά πολιτικά κόμματα - τείνουν να εκτρέψουν από το αποδεκτό πλαίσιο λύσεως το Κυπριακό. Καθώς σε αναρτήσεις του, κάνει λόγο ακόμη και για «Κυπριακή Συνομοσπονδία» δύο ισότιμων κρατών! Κάτι για το οποίο θα κληθεί ασφαλώς να δώσει εξηγήσεις, προκειμένου να απολαμβάνει καθεστώς κοινής αποδοχής από τα μέρη. Και μάλιστα καθώς το Κυπριακό βρίσκεται σε άκρως ευαίσθητη φάση, όπου αυτά μετρούν στο έπακρο.
Ταυτόχρονα, κι ενώ δεν αναμένεται διαφοροποίηση της αμερικανικής θέσης από τη διοίκηση Ντόναλτ Τραμπ, η Μόσχα προειδοποιεί ότι: θα εμπλακεί ενεργά στην προαγωγή διευθετήσεως του προβλήματος, αφήνοντας να νοηθεί ότι κάποιες πλευρές προσπαθούν να περιθωριοποιήσουν και να εξουδετερώσουν το ρωσικό ενδιαφέρον. Κάτι που ευθέως διατυπώθηκε από τον πρέσβη της χώρας στη Λευκωσία και από άλλους ρώσους αρμοδίους. Αφήνεται ακριβώς να νοηθεί ότι: κάποια κέντρα (με το Λονδίνο ως «τον συνήθη ύποπτον») επιδιώκουν, με μεθοδεύσεις που προωθούν, να κρατήσουν το πρόβλημα καθηλωμένο σε κλοιό δικής τους επιρροής, στοχεύοντας σε επιβολή ανάλογων λύσεων που να εξυπηρετούν συγκεκριμένα στρατηγικά και άλλα συμφέροντα. Να σημειωθεί εν προκειμένω, ότι και η Γαλλία θέτει εκ παραλλήλου θέμα ουσιαστικότερης εμπλοκής του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Κάτι που εφόσον ενεργοποιηθεί, θα λειτουργήσει εις βάρος των τουρκικών απαιτήσεων για συνέχιση της Συνθήκης Εγγυήσεως ή και την υποκατάστασή της από άλλο σχήμα εγγυοδοσίας.
Επιταχύνονται τετελεσμένα
Υπό το φως αυτών των δεδομένων, η Αγκυρα επιταχύνει ενέργειες για προαγωγή τετελεσμένων ώστε να προκαταλάβει τις νέες διαδικασίες επιλύσεως του Κυπριακού, που με βεβαιότητα πρόκειται να τροχιοδρομηθούν οσονούπω. Εκδηλη απόφαση του Ερντογάν είναι η επιτάχυνση «θεσμικών αποφάσεων», οι οποίες: αφενός θ' αναβαθμίσουν στο ύψιστο σημείο τις σχέσεις της «μητέρας πατρίδας» με τη «θυγατέρα πατρίδα» - όπως την αποκαλεί - με τρόπο που να δημιουργείται «μη αναστρέψιμο κεκτημένο». Και αφετέρου θα διανοίγουν δεσμευτική προοπτική όσον αφορά τη διακίνηση πολιτών (και περιουσιακών στοιχείων) «μεταξύ των δυο χωρών». Οπως και ενεργοποίηση μηχανισμών πολιτογραφήσεως χιλιάδων νέων εποίκων, που αναμένουν από πολλού «ιθαγένεια» και που η τουρκοκυπριακή κατοχική διοίκηση ανέβαλλε λόγω αντιδράσεων.
Πέραν αυτών, υπάρχουν αύξουσες ενδείξεις ότι: ο Ερντογάν ζήτησε από τους τουρκοκύπριους διαπραγματευτές να μην προχωρήσουν άλλο σε ό,τι αφορά το εδαφικό. Και κυρίως να μην ενδώσουν σ' επιστροφή περιοχών «που έχουν εποικισθεί και αξιοποιηθεί» με τουρκικές επενδύσεις. Υπονοώντας βασικά την κωμόπολη και την ευρύτερη περιοχή Μόρφου, την οποία θεωρούν ως στρατηγικής σημασίας. Και όπου, πέραν άλλων, χρηματοδοτήθηκε η δημιουργία πανεπιστημιουπόλεως!
Τόσο η Λευκωσία όσο και η Αθήνα είναι πλήρως ενήμερες αυτών των πληροφοριών, που εμπεριέχονται σε διπλωματικές εκθέσεις προς τα υπουργεία Εξωτερικών. Για την αντιμετώπιση των οποίων μελετώνται συγκεκριμένες ενέργειες, προκειμένου να εξουδετερωθούν οι συνέπειες.
Κυρίως ώστε να μην αποβούν μέρος των επιχειρημάτων ως προς το πλαίσιο επιλύσεως που θα τεθεί. Καθώς αυτές οι μεθοδεύσεις κατατείνουν ακριβώς στην αλλοίωση των πληθυσμιακών και άλλων δεδομένων, που συνιστούν κρίσιμες παραμέτρους οποιασδήποτε συμφωνίας.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25/01/17
Κριτήρια αξιολόγησης μιας λύσης στο Κυπριακό
Του Θάνου Π. Ντόκου*
Παραδοσιακά σε Κύπρο και Ελλάδα η συζήτηση περί «καλής» ή «κακής» λύσης στο Κυπριακό έχει έντονα συναισθηματικό χαρακτήρα, με συχνές ανταλλαγές χαρακτηρισμών ένθεν και ένθεν (περί ενδοτικών/νενέκων και εθνικιστών/υπερπατριωτών). Δυστυχώς ελάχιστη ουσιαστική συζήτηση γίνεται, ενώ απουσιάζουν τα αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης της προτεινόμενης λύσης στη βάση των εθνικών συμφερόντων Κύπρου και Ελλάδας. Αν σε αυτά προστεθούν και χρόνιες παθογένειες όπως η αδυναμία στρατηγικού σχεδιασμού (λόγω της έλλειψης αρμόδιων θεσμικών οργάνων), η ανησυχία για το πολιτικό κόστος και η νοοτροπία μετάθεσης λήψης αποφάσεων και διαχείρισης αλλά όχι επίλυσης προβλημάτων και η απουσία υπεύθυνης ενημέρωσης της κοινής γνώμης, γίνεται ευκολότερα κατανοητό γιατί η αποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής υπολείπεται του επιθυμητού.
Στο κυπριακό πρόβλημα μια λύση θα πρέπει να αξιολογηθεί με κριτήριο τον βαθμό επίτευξης των ακόλουθων στόχων/συμφερόντων: Οσον αφορά στους Ελληνοκυπρίους, οι επιδιωκόμενοι στόχοι περιλαμβάνουν την ορατή βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης σε ζητήματα όπως (α) το εδαφικό, (β) η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας μέσω της απόσυρσης των στρατευμάτων, της αποστρατιωτικοποίησης της νήσου και της κατάργησης του συστήματος εγγυήσεων Ζυρίχης - Λονδίνου, (γ) οι αποζημιώσεις των περιουσιών, (δ) η μείωση της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης των Τουρκοκυπρίων από την Τουρκία, (ε) η ομαλή λειτουργία του νέου κράτους, (στ) η απρόσκοπτη εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων από τις δύο κοινότητες, (ζ) η μη ανατροπή των δημογραφικών δεδομένων και ισορροπιών και (η) η οικονομική ανάπτυξη της Κύπρου. Τα ανωτέρω ζητήματα δεν παρατέθηκαν υποχρεωτικά με σειρά σπουδαιότητας και δεν έχουν προφανώς όλα το ίδιο ειδικό βάρος.
Οσον αφορά στην Ελλάδα: (1) προστασία του Κυπριακού Ελληνισμού, (2) όχι αύξηση της πιθανότητας πολιτικής ή στρατιωτικής σύγκρουσης με την Τουρκία, αλλά αντίθετα μείωση ενός τέτοιου ενδεχόμενου και δημιουργία συνθηκών γενικότερης βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, (3) μη πρόκληση προβλημάτων στην ομαλή λειτουργία της Ε.Ε. (σε περίπτωση που η Τουρκία θελήσει να χρησιμοποιήσει το τουρκοκυπριακό βέτο και άλλες ρυθμίσεις που τυχόν προβλέπει η συζητούμενη λύση για να προωθήσει τα συμφέροντά της έναντι της Ε.Ε.), (4) δυνατότητα ελληνικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και συνέχισης συνεργασίας με χώρες της περιοχής, (5) δυνατότητα ελληνικής συμμετοχής στις ενεργειακές διεργασίες της Ανατολικής Μεσογείου. Προφανώς, δεν έχουν όλα τα ανωτέρω συμφέροντα το ίδιο ειδικό βάρος.
Το μείγμα προτεινόμενων ρυθμίσεων στα ανωτέρω ζητήματα θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το τελικό πρόσημο της προτεινόμενης λύσης για τα ελληνικά (ελληνοκυπριακά και ελλαδικά) συμφέροντα. Η χρησιμοποίηση αντικειμενικών (στο μέτρο του δυνατού) κριτηρίων στην προσπάθεια αξιολόγησης μπορεί ενδεχομένως να μας βοηθήσει να εξέλθουμε από μια αδιέξοδη συζήτηση όπου οι μόνες επιλογές φαίνεται να είναι είτε η αξιωματική αποδοχή μιας οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια μειονεκτήματα και κινδύνους), είτε η εκ των προτέρων απόρριψη οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια οφέλη και θετικά σημεία) και αναζήτηση μιας «ιδανικής λύσης», που δυστυχώς δεν θα έρθει ποτέ.
* Γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
"ΤΑ ΝΕΑ", 25/01/17 |
με ιδέες για την Κύπρο
Η Αγκυρα «τραβά το αφτί» του Ακιντζί n Η Μόσχα προειδοποιεί ότι δεν θα δεχθεί περιθωριοποίησή της από μια πιθανή λύση n «Persona non grata» για κυπριακά κόμματα ο αντιπρόσωπος του γ.γ. του ΟΗΕ
Του Άνθου Λυκαύγη
Νέες και αποφασιστικότερες αυτή τη φορά πρωτοβουλίες για επίλυση του Κυπριακού δρομολογούνται και ήδη το πρόβλημα συζητείται σε διάφορα επίπεδα, καθώς διαμορφώνονται διαδικασίες από πλευράς Ηνωμένων Εθνών.
Αυτή τη φορά με άμεση υπόδειξη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Πρόθεση του οποίου είναι να εμπλακεί ουσιαστικότερα, παρά τις αντιδράσεις μελών του. Ρωσία και Γαλλία ζητούν ενεργό ρόλο, ενώ το Λονδίνο αναλαμβάνει δική του και δραστικότερη παρέμβαση.
Σε αυτό αποσκοπεί ακριβώς και η «εκτός προγράμματος» επίσκεψη της βρετανίδας πρωθυπουργού στην Αγκυρα το Σάββατο για συνάντηση και συνεννοήσεις τόσο με τον Ταγίπ Ερντογάν όσο και με τον ομόλογό της Μπιναλί Γιλντιρίμ. Η κίνηση αυτή της Τερίζα Μέι κρίνεται από τη Λευκωσία και την Αθήνα ως «όλως ιδιαίτερης σημασίας» κι εντάσσεται σαφώς στην απόφαση του Λονδίνου να μην αφήσει το θέμα να «ξεχειλώσει» και την ευκαιρία για οριστική ρύθμιση του Κυπριακού να εξανεμισθεί, μετά τα όσα συνέβησαν στη Γενεύη. Καθώς και η Βρετανία και οι ΗΠΑ προβλέπουν κρίσιμες περιφερειακές εξελίξεις, που δεν επιθυμούν να εκφύγουν του ελέγχου τους.
ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΑΓΚΑΘΙ. Οι συνομιλίες Μέι - Ερντογάν θα επικεντρωθούν κυρίως στο κομβικό ζήτημα των Εγγυήσεων και της Ασφάλειας, που η Βρετανία προκρίνει ως το μεγάλο αγκάθι στις προσπάθειες για λύση, ενώ επηρεάζει άμεσα και την ίδια, λόγω των «κυρίαρχων εδαφών» της στη μεγαλόνησο και των ζητημάτων που αναφύονται γενικότερα ως προς αυτά. Τερίζα Μέι και Ταγίπ Ερντογάν τα έχουν βρει περίπου ως προς αυτή την κρίσιμη παράμετρο, με μόνη διαφορά ότι: το Λονδίνο δεν βλέπει με καλό μάτι το ενδεχόμενο δημιουργίας μόνιμης στρατιωτικής βάσης για στάθμευση τουρκικών δυνάμεων επί κυπριακού εδάφους και μάλιστα χωρίς χρονοδιάγραμμα. Και όπως φαίνεται, η βρετανίδα πρωθυπουργός θα συζητήσει συμβιβαστική φόρμουλα για διευθέτηση του προβλήματος. Εγγυοδοσία δηλαδή, με περιορισμένη τουρκική στρατιωτική παρουσία.
Στο μεταξύ, κι ενώ η Αθήνα παρακολουθεί στενά τις νέες ζυμώσεις: το γεγονός ότι δεν υπήρξε άμεση τουρκική αντίδραση στην πρότασή της για Συμφωνία Προσωρινής Στάθμευσης Στρατευμάτων στην Κύπρο, εκτιμάται ότι αυτό είναι δυνατόν να προβληματίζει την Αγκυρα. Η οποία εν τω μεταξύ κάλεσε τον τουρκοκύπριο κατοχικό ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί για διαβουλεύσεις, υπό το φως εντεινόμενων πληροφοριών (από τουρκοκυπριακές κυρίως πηγές) για σοβαρές διαφωνίες μεταξύ τους. Με τον Ερντογάν να εκδηλώνει βαθιά δυσαρέσκεια (έως και οργή) για τους τελευταίους χειρισμούς του Ακιντζί και κυρίως κάποιων δεσμεύσεων στις οποίες προχώρησε χωρίς προσυνεννόηση, όσον αφορά το εδαφικό και το θέμα των εγγυήσεων. Οπόταν και ο Σουλτάνος «του τράβηξε τηλεφωνικώς το αφτί», καλώντας τον για εξηγήσεις.
ΝΕΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΖΥΜΩΣΕΩΝ. Κι ενώ τις αμέσως επόμενες μέρες θα κλιμακωθεί νέος κύκλος ζυμώσεων με κύριο μοχλό τον ειδικό αντιπρόσωπο του γ.γ. Εσπεν Μπαρθ Αϊντα, ο νορβηγός διπλωμάτης βρίσκεται στο στόχαστρο άκρως επιθετικών επικρίσεων στη Λευκωσία, για ενέργειές του που - σύμφωνα με κυπριακά πολιτικά κόμματα - τείνουν να εκτρέψουν από το αποδεκτό πλαίσιο λύσεως το Κυπριακό. Καθώς σε αναρτήσεις του, κάνει λόγο ακόμη και για «Κυπριακή Συνομοσπονδία» δύο ισότιμων κρατών! Κάτι για το οποίο θα κληθεί ασφαλώς να δώσει εξηγήσεις, προκειμένου να απολαμβάνει καθεστώς κοινής αποδοχής από τα μέρη. Και μάλιστα καθώς το Κυπριακό βρίσκεται σε άκρως ευαίσθητη φάση, όπου αυτά μετρούν στο έπακρο.
Ταυτόχρονα, κι ενώ δεν αναμένεται διαφοροποίηση της αμερικανικής θέσης από τη διοίκηση Ντόναλτ Τραμπ, η Μόσχα προειδοποιεί ότι: θα εμπλακεί ενεργά στην προαγωγή διευθετήσεως του προβλήματος, αφήνοντας να νοηθεί ότι κάποιες πλευρές προσπαθούν να περιθωριοποιήσουν και να εξουδετερώσουν το ρωσικό ενδιαφέρον. Κάτι που ευθέως διατυπώθηκε από τον πρέσβη της χώρας στη Λευκωσία και από άλλους ρώσους αρμοδίους. Αφήνεται ακριβώς να νοηθεί ότι: κάποια κέντρα (με το Λονδίνο ως «τον συνήθη ύποπτον») επιδιώκουν, με μεθοδεύσεις που προωθούν, να κρατήσουν το πρόβλημα καθηλωμένο σε κλοιό δικής τους επιρροής, στοχεύοντας σε επιβολή ανάλογων λύσεων που να εξυπηρετούν συγκεκριμένα στρατηγικά και άλλα συμφέροντα. Να σημειωθεί εν προκειμένω, ότι και η Γαλλία θέτει εκ παραλλήλου θέμα ουσιαστικότερης εμπλοκής του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Κάτι που εφόσον ενεργοποιηθεί, θα λειτουργήσει εις βάρος των τουρκικών απαιτήσεων για συνέχιση της Συνθήκης Εγγυήσεως ή και την υποκατάστασή της από άλλο σχήμα εγγυοδοσίας.
Επιταχύνονται τετελεσμένα
Υπό το φως αυτών των δεδομένων, η Αγκυρα επιταχύνει ενέργειες για προαγωγή τετελεσμένων ώστε να προκαταλάβει τις νέες διαδικασίες επιλύσεως του Κυπριακού, που με βεβαιότητα πρόκειται να τροχιοδρομηθούν οσονούπω. Εκδηλη απόφαση του Ερντογάν είναι η επιτάχυνση «θεσμικών αποφάσεων», οι οποίες: αφενός θ' αναβαθμίσουν στο ύψιστο σημείο τις σχέσεις της «μητέρας πατρίδας» με τη «θυγατέρα πατρίδα» - όπως την αποκαλεί - με τρόπο που να δημιουργείται «μη αναστρέψιμο κεκτημένο». Και αφετέρου θα διανοίγουν δεσμευτική προοπτική όσον αφορά τη διακίνηση πολιτών (και περιουσιακών στοιχείων) «μεταξύ των δυο χωρών». Οπως και ενεργοποίηση μηχανισμών πολιτογραφήσεως χιλιάδων νέων εποίκων, που αναμένουν από πολλού «ιθαγένεια» και που η τουρκοκυπριακή κατοχική διοίκηση ανέβαλλε λόγω αντιδράσεων.
Πέραν αυτών, υπάρχουν αύξουσες ενδείξεις ότι: ο Ερντογάν ζήτησε από τους τουρκοκύπριους διαπραγματευτές να μην προχωρήσουν άλλο σε ό,τι αφορά το εδαφικό. Και κυρίως να μην ενδώσουν σ' επιστροφή περιοχών «που έχουν εποικισθεί και αξιοποιηθεί» με τουρκικές επενδύσεις. Υπονοώντας βασικά την κωμόπολη και την ευρύτερη περιοχή Μόρφου, την οποία θεωρούν ως στρατηγικής σημασίας. Και όπου, πέραν άλλων, χρηματοδοτήθηκε η δημιουργία πανεπιστημιουπόλεως!
Τόσο η Λευκωσία όσο και η Αθήνα είναι πλήρως ενήμερες αυτών των πληροφοριών, που εμπεριέχονται σε διπλωματικές εκθέσεις προς τα υπουργεία Εξωτερικών. Για την αντιμετώπιση των οποίων μελετώνται συγκεκριμένες ενέργειες, προκειμένου να εξουδετερωθούν οι συνέπειες.
Κυρίως ώστε να μην αποβούν μέρος των επιχειρημάτων ως προς το πλαίσιο επιλύσεως που θα τεθεί. Καθώς αυτές οι μεθοδεύσεις κατατείνουν ακριβώς στην αλλοίωση των πληθυσμιακών και άλλων δεδομένων, που συνιστούν κρίσιμες παραμέτρους οποιασδήποτε συμφωνίας.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 25/01/17
Κριτήρια αξιολόγησης μιας λύσης στο Κυπριακό
Του Θάνου Π. Ντόκου*
Παραδοσιακά σε Κύπρο και Ελλάδα η συζήτηση περί «καλής» ή «κακής» λύσης στο Κυπριακό έχει έντονα συναισθηματικό χαρακτήρα, με συχνές ανταλλαγές χαρακτηρισμών ένθεν και ένθεν (περί ενδοτικών/νενέκων και εθνικιστών/υπερπατριωτών). Δυστυχώς ελάχιστη ουσιαστική συζήτηση γίνεται, ενώ απουσιάζουν τα αντικειμενικά κριτήρια αξιολόγησης της προτεινόμενης λύσης στη βάση των εθνικών συμφερόντων Κύπρου και Ελλάδας. Αν σε αυτά προστεθούν και χρόνιες παθογένειες όπως η αδυναμία στρατηγικού σχεδιασμού (λόγω της έλλειψης αρμόδιων θεσμικών οργάνων), η ανησυχία για το πολιτικό κόστος και η νοοτροπία μετάθεσης λήψης αποφάσεων και διαχείρισης αλλά όχι επίλυσης προβλημάτων και η απουσία υπεύθυνης ενημέρωσης της κοινής γνώμης, γίνεται ευκολότερα κατανοητό γιατί η αποτελεσματικότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής υπολείπεται του επιθυμητού.
Στο κυπριακό πρόβλημα μια λύση θα πρέπει να αξιολογηθεί με κριτήριο τον βαθμό επίτευξης των ακόλουθων στόχων/συμφερόντων: Οσον αφορά στους Ελληνοκυπρίους, οι επιδιωκόμενοι στόχοι περιλαμβάνουν την ορατή βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης σε ζητήματα όπως (α) το εδαφικό, (β) η ενίσχυση του αισθήματος ασφάλειας μέσω της απόσυρσης των στρατευμάτων, της αποστρατιωτικοποίησης της νήσου και της κατάργησης του συστήματος εγγυήσεων Ζυρίχης - Λονδίνου, (γ) οι αποζημιώσεις των περιουσιών, (δ) η μείωση της πολιτικής και οικονομικής εξάρτησης των Τουρκοκυπρίων από την Τουρκία, (ε) η ομαλή λειτουργία του νέου κράτους, (στ) η απρόσκοπτη εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων από τις δύο κοινότητες, (ζ) η μη ανατροπή των δημογραφικών δεδομένων και ισορροπιών και (η) η οικονομική ανάπτυξη της Κύπρου. Τα ανωτέρω ζητήματα δεν παρατέθηκαν υποχρεωτικά με σειρά σπουδαιότητας και δεν έχουν προφανώς όλα το ίδιο ειδικό βάρος.
Οσον αφορά στην Ελλάδα: (1) προστασία του Κυπριακού Ελληνισμού, (2) όχι αύξηση της πιθανότητας πολιτικής ή στρατιωτικής σύγκρουσης με την Τουρκία, αλλά αντίθετα μείωση ενός τέτοιου ενδεχόμενου και δημιουργία συνθηκών γενικότερης βελτίωσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, (3) μη πρόκληση προβλημάτων στην ομαλή λειτουργία της Ε.Ε. (σε περίπτωση που η Τουρκία θελήσει να χρησιμοποιήσει το τουρκοκυπριακό βέτο και άλλες ρυθμίσεις που τυχόν προβλέπει η συζητούμενη λύση για να προωθήσει τα συμφέροντά της έναντι της Ε.Ε.), (4) δυνατότητα ελληνικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο και συνέχισης συνεργασίας με χώρες της περιοχής, (5) δυνατότητα ελληνικής συμμετοχής στις ενεργειακές διεργασίες της Ανατολικής Μεσογείου. Προφανώς, δεν έχουν όλα τα ανωτέρω συμφέροντα το ίδιο ειδικό βάρος.
Το μείγμα προτεινόμενων ρυθμίσεων στα ανωτέρω ζητήματα θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το τελικό πρόσημο της προτεινόμενης λύσης για τα ελληνικά (ελληνοκυπριακά και ελλαδικά) συμφέροντα. Η χρησιμοποίηση αντικειμενικών (στο μέτρο του δυνατού) κριτηρίων στην προσπάθεια αξιολόγησης μπορεί ενδεχομένως να μας βοηθήσει να εξέλθουμε από μια αδιέξοδη συζήτηση όπου οι μόνες επιλογές φαίνεται να είναι είτε η αξιωματική αποδοχή μιας οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια μειονεκτήματα και κινδύνους), είτε η εκ των προτέρων απόρριψη οποιασδήποτε λύσης (με τα όποια οφέλη και θετικά σημεία) και αναζήτηση μιας «ιδανικής λύσης», που δυστυχώς δεν θα έρθει ποτέ.
* Γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου