οι κηπουροι τησ αυγησ

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2019

"...Ό γράφων δέν εντάσσεται στην κατηγορία τών «υποχρεωτικών Ιστορικών» πού είναι μιά παραλ­λαγή τών παλαιών «αυλικών ιστο­ρικών». Δέν έχει εξάρτηση άπό πουθενά. Δέν κατέλαβε πανεπι­στημιακό θώκο, ούτε έκρουσε τήν πόρτα τής Ακαδημίας, ούτε άλλου ιδρύματος γιά τήν απόσπαση κά­ποιας υποτροφίας στό εσωτερι­κό καί στό εξωτερικό. Παρότι έδικαιούτο, ώς τρίτος εισαχθείς στή Φιλοσοφική Σχολή τό 1957, λόγω τής πνευματικής του ανεξαρτησί­ας, δέν τού δόθηκε αυτή ή υποτρο­φία. Συνεπώς, γιά ό,τι γράφει λο­γοδοτεί μόνο στή συνείδησή του. Άπό αυτή μόνο αισθάνεται εξάρ­τηση. Ούτε συμπορεύθηκε πο­τέ μέ τό ρεύμα, ώστε νά χρειάζε­ται κάποια διαφημιστική ταμπέλα Όπως έγραψε πρό ετών δέν έγινε αρκετά ανήθικος γιά νά προβάλλε­ται σάν ...προοδευτικός. Ούτε είναι «αυτοδημιούργητος κληρονόμος» κάποιας περιουσίας ή πανεπιστημι­ακής καθέδρας...."

Από την "ΕΣΤΙΑ"

"ΕΣΤΙΑ", 25/01/19

«Φταίει το κακό τό ριζικό μας»(Κ. Βάρναλης)

Του Σαράντου Ι. Καργάκου
(1937-2019)



Δημοσιεύουμε ακολούθως ένα τελευταίο κείμενο τον αγα­πητού μας συνεργάτου, ιστορικού Σαράντου Καργάκου πού έφυγε άπό τήν ζωή στις 13 Ιανουαρίου αφήνοντας ένα με­γάλο κενό στον πνευματικό κόσμο τοΰ τόκου. Άς θεωρη­θεί ελάχιστος φόρος τιμής σε έναν πολύτιμο συνεργάτη, πού μας τίμησε μέ τή φιλίa και τήν πνευματική συνδρομή του.

ΕΧΕΙ ΛΕΧΘΕΙ οτι η ιστορία δέν ενδιαφέρεται γιά τις μεθοδεύσεις μέ τίς οποίες επιτελέσθηκε κά­τι. Συντάσσεται μ’ εκείνους πού πετυχαίνουν κά­τι, εϊτε μέ δίκαιο είτε μέ άδικο τρόπο. «Τό άδικον ούκ ευλογείται» σπάνια δικαιώνεται. Άπό αυτό ξεκίνησε ή ευρύτατα διαδεδομένη άπο­ψη, ότι ή ιστορία γράφεται άπό τους νικητές. Κι όμως ή άποψη αυτή είναι έν μέρει μόνο αλη­θής. Τήν Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου δέν τήν έγραψαν οί Σπαρτιάτες αλλά δύο Αθη­ναίοι, ο Θουκυδίδης καί ό Ξενοφών. Τήν υποτα­γή τής Ελλάδος στη Ρώμη δέν τήν έγραψε Ρω­μαίος, αλλά κατά κύριο λόγο ένας Έλληνας, ό Πολύβιος ό Μεγαλοπολίτης. Τό ίδιο ισχύει καί γιά τήν άλωση τής Κωνσταντινουπόλεως. Οι τέσσερεις βασικοί ιστορικοί (Δούκας, Σφραντζής, Κριτόβουλος καί Λαόνικος Χαλκοκονδύλης) είναι Έλληνες. Μάλιστα ό Κριτόβουλος ό Ίμβριος είναι ύμνητής του Πορθητή. Πάντως, οί σοβαροί ιστορικοί μπορεί συχνά νά δικαι­ώνουν μία ιστορική πράξη, νά τήν ερμηνεύουν, συχνά νά τήν δικαι­ολογούν, άλλα αυτό δέν σημαίνει οτι επιβραβεύουν ηθικά ό,τι πράτ­τεται άπό τους νικητές ή τους ηττημένους.

Συχνά μάς πιάνει τό παράπονο, επειδή άπό τήν ξένη Ιστοριογραφία παραθεωρείται ή συμμετοχή καί ή συμβολή της Ελλάδος στή συμμα­χική νίκη. Επί τοϋ προκειμένου, όμως, ισχύει μια φράση τού Βλα­δίμηρου Λένιν: «Οι απόντες έχουν άδικο». "Ενώ είχαμε συμμετοχή καί συμβολή στον πόλεμο, δέν είχαμε ισχυρή συμμετοχή στή διεθνή βι­βλιογραφία. Ή Ιστοριογραφική μας παρουσία στό εξωτερικό ήταν πιό ισχνή καί άπό τήν ισχνότερη αγε­λάδα τού Φαραώ. Βέβαια, γιά εσω­τερική κατανάλωση είχαμε ιστορί­ες πολλές, άλλ’ οι πλείστες ξεκα­θάριζαν προσωπικές ή πολιτικές διαφορές. Ωστόσο, υπήρχαν με­ρικές πού θά μπορούσαν νά στα­θούν εύπρεπώς -καλά μεταφραζό­μενες- στό εξωτερικό.

Ό γράφων δέν εντάσσεται στην κατηγορία τών «υποχρεωτικών Ιστορικών» πού είναι μιά παραλ­λαγή τών παλαιών «αυλικών ιστο­ρικών». Δέν έχει εξάρτηση άπό πουθενά. Δέν κατέλαβε πανεπι­στημιακό θώκο, ούτε έκρουσε τήν πόρτα τής Ακαδημίας, ούτε άλλου ιδρύματος γιά τήν απόσπαση κά­ποιας υποτροφίας στό εσωτερι­κό καί στό εξωτερικό. Παρότι έδικαιούτο, ώς τρίτος εισαχθείς στή Φιλοσοφική Σχολή τό 1957, λόγω τής πνευματικής του ανεξαρτησί­ας, δέν τού δόθηκε αυτή ή υποτρο­φία. Συνεπώς, γιά ό,τι γράφει λο­γοδοτεί μόνο στή συνείδησή του. Άπό αυτή μόνο αισθάνεται εξάρ­τηση. Ούτε συμπορεύθηκε πο­τέ μέ τό ρεύμα, ώστε νά χρειάζε­ται κάποια διαφημιστική ταμπέλα Όπως έγραψε πρό ετών δέν έγινε αρκετά ανήθικος γιά νά προβάλλε­ται σάν ...προοδευτικός. Ούτε είναι «αυτοδημιούργητος κληρονόμος» κάποιας περιουσίας ή πανεπιστημι­ακής καθέδρας.

Τό αν κράτησε κάποιες απο­στάσεις άπό κάποιους συρμούς (παντός είδους) οφείλεται στό φόβο ενός ενδεχόμενου διασυρ­μού. Διότι έδώ καί πολλές δεκαε­τίες ή Ελλάς έγινε μιά χώρα στην οποία επιπλέουν οί φελλοί, νικούν στό τρέξιμο οι χωλοί, διακρίνονται στην τέχνη οι τρελοί (εντός καί εκτός εισαγωγικών) καί διαπρέ­πουν στην πολιτική αυτοί πού ονο­μάζονται στην Κύπρο «πελλοί». Ο Ροίδης τους έλεγε «έρίμουρλους». Μόνο πού δέν άρκεί σήμερα τό νά είσαι μουρλός· γιά νά διακριθείς στην πολιτική πρέπει νά είσαι εκκε­ντρικός.

Κάποτε τό νά είσαι πολιτικά ενταγμένος είχε κάποια βαρύτητα. Γιά παράδειγμα τό νά είσαι μέχρι τό 1974 κομμουνιστής ήταν -στην Ελλάδα- ηρωϊσμός. Τό νά είσαι καί μετά τήν πτώση τών κομμου­νιστικών καθεστώτων είναι sancta simplicitas ή -έστω- πολιτικός ρο­μαντισμός. Τό νά είσαι αορίστως καί άπροσδιορίστως αριστερός μέ οποιαδήποτε προθέματα (σκεπτό­μενος, άνέντακτος κ.λπ.) ήταν ένα είδος μαγκιάς, ανέξοδου προοδευτισμού καί σαλταδορισμού. Διότι ό άριστερισμός είχε γίνει πλέον κο­σμικό ...άθλημα. Δέν υπήρχε σαφές άριστερόγραμμα Όλοι μπορούσαν νά χωρέσουν σ' αυτό. Ακόμη καί βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας.

Καί ό λαός, ό κατά τό άσμα βα­σανισμένος, δέν τά έβλεπε αυτά; Θαρρώ -κι ας γίνομαι δυσάρεστος γι αυτό πού θά πώ- ότι είναι και­ρός νά επανακυκλοφορήσει ή εφη­μερίδα «Αόμματος» πού κυκλοφό­ρησε στην Αθήνα τό 1889 αλλά γιά ελάχιστο χρονικό διάστημα (3-24 Σεπτεμβρίου). Σήμερα μπορεί νά κυκλοφορείται γιά απεριόριστο χρονικό διάστημα, διότι οί περισ­σότεροι Έλληνες χρησιμοποιούν τά μάτια προσχηματικά γιά νά φο­ρούν γιά λόγους ομορφιάς ή σοφί­ας κάποια «σινιέ» γυαλιά. Καί γενι­κά ή όλη τους συμπεριφορά-κυρί­ως στην πολιτική δράση- στηρίζε­ται όχι στην αρχή του «βλέποντας καί κάνοντας» αλλά στην αρχή του «κάνοντας καί μή βλέποντας».

Ίσως δέν είναι ιδιαίτερα γνω­στό, άλλα εσχάτως γίναμε λαός θρησκευτικός.Όχι γιατί τιμάμε τήν Παναγιά καί τό Χριστό (πού έχουν γίνει πιά πολύ μπανάλ!) άλλα τόν Άγιο Δήμιο καί τόν Άγιο Λωποδύτιο. Ιδιαίτερα τόν δεύτερο πού είναι άγιος international ωσάν Βραζι­λιανός άσσος, άλλ’ έδώ στην Ελλά­δα έχει τίς μεγαλύτερες επιδόσεις θαυματοποίας Έτσι καί παρακο­λουθήσει κανείς τό καθημερινό αστυνομικό δελτίο, θά διαπιστώ­σει οτι κάνει πάνω άπό 10 θαύμα­τα ημερησίως. Θαύματα μικρά γιά τους μικρούς καί θαύματα (κοινώς «μπάζες») γιά τους συνδεόμενους μέ τους πολιτικούς. Ούτε βέβαια καί κάποιοι πολιτικοί εξαιρούνται άπό αυτή τή θαυματοποιΐα.

Ό γράφων δέν αρέσκεται στην κενολογία ούτε ανήκει στους «ιππότες τής ρομαντικής φρά­σης», όπως ονόμαζε τους ώραιοποιούς ό Βλαδίμηρος Λένιν. Ο ίδιος δέν είχε κανένα δισταγμό νά ονομάσει «λικβιντοριοτές» αυτούς πού θεωρούσε νεκροθά­φτες τού κόμματος. Κάποτε ή λέ­ξη είχε ευρεία χρήση στήν κομμου­νιστική «αργκό», χωρίς οί χρήστες νά τήν εννοούν. Κάποτε οέ προδικτατορικό γραπτό ό γράφων προς πάντας βοηθητικός τήν είχε εξηγή­σει. Τήν επαναφέρει, διότι οί τρέ­χοντες καί μή φθάνοντες αριστε­ροί τήν έχουν λησμονήσει: ή λέξη παράγεται άπό τό λατινικό ρήμα liqueo (άπ όπου πιθανόν καί τό λι­κέρ!) πού σημαίνει είμαι ρευστός, υδαρής καί και επέκταση εκφυλι­σμένος, διεφθαρμένος, έκθηλυμένος, καί τά τούτου όμοια.

Βέβαια, ό συγγραφέας του πά­ντα επίκαιρου βιβλίου «Τί νά κά­νουμε;» ήθελε στό κόμμα του ομο­φωνία καί προς τή σκέψη όμορροπία. Ο άξιος διάδοχος του, ό περί­φημος Κόμπα (μετέπειτα Στάλιν), είδε τό πράγμα πιό σοφά. Στίς 22 Απριλίου 1912 έγραψε στην «Πράβδα» (= Αλήθεια) τούτο τό αληθέ­στατο: «Απόλυτη ταύτιση ιδεών βρίσκει κανείς μόνο στά νεκροτα­φεία». Γι αυτό, όταν πήρε στά χέ­ρια του τήν εξουσία, μετέτρεψε τό κόμμα του σε ...νεκροταφείο!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου