οι κηπουροι τησ αυγησ

Δευτέρα 16 Ιανουαρίου 2017

"... Το τελικό αποτέλεσμα της διάσκεψης έκρινε το βέτο της Αγκυρας στην ελληνική πρόταση περί άμεσης κατάργησης του συστήματος των εγγυήσεων. Οπως πληροφορείται η «Κ» από πηγές στην Αγκυρα, με εντολή της τουρκικής προεδρίας και της πρωθυπουργίας, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου απέκλεισε το ενδεχόμενο της τελικής απομάκρυνσης των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο μετά την ενδεχόμενη επίλυση του Κυπριακού. Η εν λόγω επιμονή της Τουρκίας οδήγησε τη διάσκεψη σε αδιέξοδο. Τελικά, με την παρέμβαση του ΟΗΕ και των άλλων παραγόντων, οι εμπλεκόμενες πλευρές αποφάσισαν να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις σε τεχνικό επίπεδο, με την πρώτη συνάντηση των συνεργατών των υπουργών Εξωτερικών των εγγυητριών δυνάμεων να πραγματοποιείται στις 18 Ιανουαρίου. Υστερα από αυτή τη συνάντηση, οι υπουργοί Εξωτερικών θα έχουν ένα νέο ραντεβού. Εφόσον επιτευχθεί πρόοδος σε αυτή τη συνάντηση, οι υπουργοί θα καλέσουν στη διάσκεψη τους πρωθυπουργούς για την οριστικοποίηση της φόρμουλας για το ζήτημα της ασφάλειας...."

Από "ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"

και το "ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"

"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 15/01/17 
Τα εσωτερικά μέτωπα βάζουν φρένο 
στη λύση του ΚυπριακούΤο παρασκήνιο, οι αντιθέσεις, οι παρεξηγήσεις, το αγκάθι των εγγυήσεων και η λογική «κατενάτσιο» από Αγκυρα, Λονδίνο και Αθήνα στη διάσκεψη της ΓενεύηςΤου Άγγελου Αλ. Αθανασόπουλου
Ουδείς μπορεί να προβλέψει με ασφάλεια την εξέλιξη των συνομιλιών στο Κυπριακό μετά το πέρας της Διάσκεψης της Γενεύης, που ολοκληρώθηκε το βράδυ της Πέμπτης 12 Ιανουαρίου. Κάθε πλευρά εξακολουθεί να εμμένει στις θέσεις της, επιδιώκοντας παράλληλα να μην επωμιστεί την ευθύνη για τον εκτροχιασμό των διαπραγματεύσεων. Είναι επίσης εμφανές ότι ιδιαίτερα σε Αθήνα και Αγκυρα, αλλά και στο Λονδίνο, επικρατεί μια «λογική κατενάτσιου». Η εσωτερική πολιτική κατάσταση σε κάθε χώρα (αξιολόγηση στην Ελλάδα, συνταγματική αναθεώρηση, τρομοκρατία και Συριακό στην Τουρκία, Brexit στη Βρετανία) λειτουργούν ανασταλτικά. Και φυσικά, ουδείς μπορεί να παραγνωρίσει ότι καμία πλευρά δεν θέλει να δεσμευτεί προτού αρχίσουν να γίνονται σαφείς οι προθέσεις της νέας αμερικανικής κυβέρνησης υπό τον Ντόναλντ Τραμπ μετά την ορκωμοσία της στις 20 Ιανουαρίου.

Ουσιαστικά, όπως «Το Βήμα» είχε εδώ και καιρό σημειώσει, το διαπραγματευτικό μοντέλο που ακολουθήθηκε στις συνομιλίες για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν μοιάζει να υιοθετείται. Αυτό εκτιμάται ότι θα επιτρέψει την αναζήτηση συμβιβασμών και συνομιλίες μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, ενώ αποκλείει τα τεχνητά χρονοδιαγράμματα (που απορρίπτουν Αθήνα και Λευκωσία). Είναι επίσης σαφές ότι το «αγκάθι» των εγγυήσεων και της ασφάλειας είναι επώδυνο και δεν θα ξεπεραστεί εύκολα. Η συνάντηση τεχνοκρατών όλων των εμπλεκομένων μερών, που αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί την προσεχή Τετάρτη 18 Ιανουαρίου για την αναζήτηση ιδεών, αποτελεί το πρώτο από τα επόμενα στάδια.

Τα επόμενα βήματα

Οι τεχνοκρατικές συνομιλίες αναμένεται να κρατήσουν τρεις με τέσσερις ημέρες, αλλά τα επόμενα βήματα θα γίνουν όταν ωριμάσουν οι συνθήκες, όπως παραδέχθηκε ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς - όπερ σημαίνει ότι μπορεί να αργήσουν. Η δε πρόθεση της Λευκωσίας θα ήταν οι τεχνοκρατικές συνομιλίες να ανοίξουν τον δρόμο σε διαπραγματεύσεις στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο, καθώς είναι σαφές ότι μόνο ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μπορεί να μιλήσει δεσμευτικά εκ μέρους της Αγκυρας. Ωστόσο, δεν είναι ξεκάθαρο πόσο γρήγορα μπορούν να γίνουν συναντήσεις σε υψηλό πολιτικό επίπεδο.

Με το Λονδίνο να προτιμά προς το παρόν να... κάθεται στο πίσω κάθισμα, ζητώντας ευελιξία διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Μπόρις Τζόνσον, η Αθήνα και η Αγκυρα καλούνται να βρουν λύση στο ζήτημα των εγγυήσεων. Ωστόσο, οι θέσεις τους εξακολουθούν να απέχουν σημαντικά, αν και οφείλει να παραδεχθεί κάποιος ότι τουλάχιστον η Αθήνα «δοκιμάζει τα νερά» δημοσιοποιώντας ορισμένες ιδέες. Από την άλλη πλευρά, η Αγκυρα επαναλαμβάνει μονότονα την ανάγκη διατήρησης των εγγυήσεων και μέρους, έστω, των τουρκικών στρατευμάτων στο νησί. Αμφισβητεί δε εντονότατα την όποια δυνατότητα έχει η ΕΕ να διαδραματίσει ρόλο εγγυητή της ασφάλειας στο νησί. Ο ειδικός σύμβουλος του Γενικού Γραμματέα, Εσπεν Μπαρθ Αϊντε, φερόταν διατεθειμένος να καταθέσει ορισμένες δικές του προτάσεις για τις εγγυήσεις, αλλά τελικώς δεν προχώρησε. Φαίνεται δε ότι αυτό συνέβη κατόπιν σύστασης του κ. Γκουτέρες. Ουδείς πάντως, πλην Λευκωσίας, κατέθεσε κάποια ολοκληρωμένη πρόταση επί του ζητήματος αυτού στη Γενεύη.

Εμμονή μη απόσυρσης
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου επιμένει ότι η διαδικασία που ξεκίνησε στη Γενεύη δεν είναι ανοιχτού τέλους, αν και μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό για την Αγκυρα, από τη στιγμή που ο πρόεδρος Ερντογάν έχει ως μείζονα προτεραιότητα την αλλαγή του πολιτεύματος μέσω δημοψηφίσματος (αναμένεται να πραγματοποιηθεί μέσα στον Απρίλιο). Ο κ. Τσαβούσογλου τόνισε μετά το πέρας των συνομιλιών της περασμένης Πέμπτης ότι η Αγκυρα ήταν έτοιμη να ξεκινήσει άμεσα τις συζητήσεις σε επίπεδο τεχνοκρατών, αλλά ήταν η Ελλάδα που δεν ήταν έτοιμη για κάτι τέτοιο. Ουδεμία αλλαγή υπάρχει πάντως στην τουρκική θέση προς το παρόν και ο κ. Ερντογάν φρόντισε να το επιβεβαιώσει αυτό με όσα είπε την Παρασκευή περί μη απόσυρσης των τουρκικών στρατευμάτων από τα Κατεχόμενα.

Ο Νίκος Κοτζιάς κινείται σε άλλη γραμμή. Η Αθήνα επιμένει στην πλήρη κατάργηση των εγγυήσεων, αλλά πλέον εμφανίζεται λιγότερο κατηγορηματική στο ζήτημα της άμεσης αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων. Παράλληλα, επαναφέρει στο τραπέζι την ιδέα περί Τριμερούς Συμφώνου Φιλίας και Συνεργασίας Ελλάδος - Κύπρου - Τουρκίας (με πρότυπο τα Βαλκανικά Σύμφωνα της δεκαετίας του 1950), που όμως απαιτεί ακόμη μεγάλη επεξεργασία. Παράλληλα, στο πλαίσιο απόρρητων συσκέψεων που έχουν πραγματοποιηθεί στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών τις τελευταίες εβδομάδες, παρουσία έγκριτων νομικών διεθνολόγων, όπως οι καθηγητές Χρήστος Ροζάκης, Πέτρος Λιάκουρας και Φωτεινή Παζαρτζή, έχουν πέσει στο τραπέζι διάφορα μοντέλα αποχώρησης στρατευμάτων.

Τα σενάρια της αποχώρησης

Δύο ήταν τα κύρια, με βασικότερο εξ αυτών αυτό της αποχώρησης των σοβιετικών στρατευμάτων από την Ανατολική Γερμανία μετά την επανένωση της Γερμανίας το 1990 (το έτερο ήταν αυτό της αποχώρησης των βρετανικών δυνάμεων από τη Βόρεια Ιρλανδία). Υπενθυμίζεται ότι η αποχώρηση των Σοβιετικών κράτησε τέσσερα χρόνια (ολοκληρώθηκε το 1994). Προέβλεπε μια μεταβατική περίοδο στάθμευσης και σαφή ρήτρα λήξης της περιόδου αυτής («sunset clause», όπως λέγεται στη διπλωματική αργκό). Η Αθήνα θα έβλεπε και μία συμμετοχή του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ) σε μια τέτοια λύση, αν και δεν είναι βέβαιο ότι άλλα εμπλεκόμενα μέρη θα συμφωνούσαν.

Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, η σπουδή του κ. Κοτζιά να ανακοινώσει τη σύσταση μιας ομάδας εργασίας για τα θέματα εγγυήσεων και ασφάλειας προέκυψε έπειτα από συνεννοήσεις στο πλαίσιο των τριών εγγυητριών δυνάμεων το απόγευμα της Πέμπτης. Πηγές από τη Γενεύη σημείωναν ότι η Λευκωσία δεν ήταν ενήμερη για τις δηλώσεις Κοτζιά, αλλά η μικρή παρεξήγηση έληξε γρήγορα. Δεν είναι απολύτως σαφές αν αρχικώς η ιδέα ήταν οι συναντήσεις να γίνουν ακριβώς σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών, χωρίς τη συμμετοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κάτι τέτοιο, εφόσον συνέβαινε, θα ήταν «βούτυρο στο ψωμί» της Αγκυρας που παγίως αναζητεί τρόπους να ακυρώσει τη διεθνή νομική προσωπικότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης Εγγυήσεων.

Ποιοι θα συντάξουν το πόρισμα

Στην ομάδα των τεχνοκρατών που θα αναλάβει να παρουσιάσει πόρισμα με σκοπό να συγκληθεί νέα Διάσκεψη ο κ. Αϊντε θα έχει ρόλο συντονιστή. Σύμφωνα με πληροφορίες, η Ελλάδα θα εκπροσωπηθεί από τον Γενικό Γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβη Δημήτρη Παρασκευόπουλο. Από την τουρκική πλευρά έχουν ακουστεί διάφορα ονόματα, μεταξύ των οποίων ο Κερίμ Ουράς, πρώην πρέσβης της Τουρκίας στην Αθήνα και σήμερα σύμβουλος του πρωθυπουργού Μπιναλί Γιλντιρίμ, ο υφυπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Μουχτάρ Γκιουλ, αλλά και ο γνώριμος στην ελληνική πλευρά (λόγω της συμμετοχής του στις διερευνητικές επαφές) τούρκος μόνιμος αντιπρόσωπος στα Ηνωμένα Εθνη και πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Φεριντούν Σινιρλίογλου. Το Λονδίνο φέρεται να επιλέγει τον Τζόναθαν Αλεν, γενικό διευθυντή της Διεύθυνσης Αμυνας και Πληροφοριών του βρετανικού υπουργείου Εξωτερικών. Οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι θα εκπροσωπηθούν από τους διαπραγματευτές τους, Ανδρέα Μαυρογιάννη και Οζντίλ Ναμί αντιστοίχως, ενώ ο Πίτερ Σόρενσεν, επικεφαλής της Αντιπροσωπείας της ΕΕ στην έδρα των Ηνωμένων Εθνών στην Ελβετία, θα συμμετάσχει εκ μέρους των Ευρωπαίων.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 15/01/17 
Τουρκικό βέτο οδήγησε σε αδιέξοδο
Του Νίκου Στέλγια


ΓΕΝΕΥΗ - ΑΠΟΣΤΟΛΗ. Την Πέμπτη, στη Γενεύη, για πρώτη φορά ύστερα από πολλές δεκαετίες, Ελλάδα, Τουρκία και Βρετανία, με την ιδιότητα των εγγυητριών δυνάμεων, έθεσαν επί τάπητος το μέλλον του συστήματος των εγγυήσεων και ασφάλειας στην Κύπρο. Ολη η συζήτηση επικεντρώθηκε στο μέλλον της παρουσίας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το τελικό αποτέλεσμα της διάσκεψης έκρινε το βέτο της Αγκυρας στην ελληνική πρόταση περί άμεσης κατάργησης του συστήματος των εγγυήσεων. Οπως πληροφορείται η «Κ» από πηγές στην Αγκυρα, με εντολή της τουρκικής προεδρίας και της πρωθυπουργίας, ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου απέκλεισε το ενδεχόμενο της τελικής απομάκρυνσης των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο μετά την ενδεχόμενη επίλυση του Κυπριακού. Η εν λόγω επιμονή της Τουρκίας οδήγησε τη διάσκεψη σε αδιέξοδο.

Τελικά, με την παρέμβαση του ΟΗΕ και των άλλων παραγόντων, οι εμπλεκόμενες πλευρές αποφάσισαν να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις σε τεχνικό επίπεδο, με την πρώτη συνάντηση των συνεργατών των υπουργών Εξωτερικών των εγγυητριών δυνάμεων να πραγματοποιείται στις 18 Ιανουαρίου. Υστερα από αυτή τη συνάντηση, οι υπουργοί Εξωτερικών θα έχουν ένα νέο ραντεβού. Εφόσον επιτευχθεί πρόοδος σε αυτή τη συνάντηση, οι υπουργοί θα καλέσουν στη διάσκεψη τους πρωθυπουργούς για την οριστικοποίηση της φόρμουλας για το ζήτημα της ασφάλειας.

Η απάντηση σε Αναστασιάδη

Η διάσκεψη της Γενεύης έδειξε ότι, στην παρούσα φάση των κρίσιμων εξελίξεων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό πεδίο, η Αγκυρα επιμένει στις πάγιες θέσεις και διεκδικήσεις της στο κυπριακό ζήτημα. Υπό την πίεση των νέων δεδομένων στο πολιτικό σκηνικό της χώρας και στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής, τουλάχιστον μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο στην αμερικανική εξωτερική πολιτική μετά την έναρξη της θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, η Τουρκία επιλέγει τον δρόμο της «σιγουριάς», δηλαδή των γνωστών θέσεων που διατηρούν σε κατάσταση στασιμότητας την Κύπρο για τα τελευταία 42 χρόνια.

Πληροφορίες της «Κ» από καλά ενημερωμένες πηγές στην τουρκική πρωτεύουσα δείχνουν ότι στην παρούσα φάση των συνομιλιών και μετά το αδιέξοδο στη διάσκεψη της Γενεύης, η τουρκική πλευρά εστιάζει σε τέσσερα σημαντικά πεδία:

• Στην ελληνοτουρκική ισορροπία ισχύος από τα βάθη της Ανατολικής Μεσογείου, δηλαδή από τα παράλια της Κύπρου μέχρι το Αιγαίο.

• Στον περιορισμό των ελληνοκυπριακών διεκδικήσεων στο πεδίο του εδαφικού.

• Στην εξασφάλιση της πολιτικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων στον νέο συνεταιρισμό.

• Στην εξασφάλιση της παρουσίας των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, ως μέσον άσκησης «hard power», σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο, με επίκεντρο την Κύπρο.

Σε ό,τι αφορά το πρώτο πεδίο, από τη σκοπιά της Αγκυρας, η επίλυση του Κυπριακού, εκτός από τα διάφορα πεδία της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, της διπλωματίας και της ενέργειας, αφορά το μέλλον της ελληνοτουρκικής ισορροπίας ισχύος που εγκαινιάστηκε στην περιοχή πριν από περίπου έναν αιώνα. Μέσα στο πλαίσιο της προαναφερόμενης «ανάγνωσης», η Αγκυρα προσεγγίζει στρατηγικά τις συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού και επιλέγει να περιορίσει τις «διεκδικήσεις» των Αθηνών και της ελληνοκυπριακής πλευράς, με το σκεπτικό-καχυποψία ότι «ο απώτερος στόχος της ελληνικής πλευράς είναι η ελαχιστοποίηση της τουρκικής επιρροής στην Ανατ. Μεσόγειο και ο εγκλωβισμός της Τουρκίας στα παράλια της Μεσογείου και της Μικρής Ασίας».

Στρατηγική

Προσεγγίζοντας πολυδιάστατα και στρατηγικά το Κυπριακό, μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο των ισορροπιών της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, η Αγκυρα επιλέγει να αποδώσει ιδιαίτερη σημασία στις διάφορες πτυχές του Κυπριακού και κυρίως στο κεφάλαιο του εδαφικού. Σε αυτό το πεδίο το «μότο» της τ/κ πλευράς είναι το εξής: «Σημασία δεν φέρουν μονάχα τα ποσοστά αλλά και η ποιότητα των εδαφών που θα επιστραφούν στους Ελληνοκυπρίους».

Υπό το πλαίσιο της προαναφερόμενης λογικής, η τουρκική πλευρά αποκλείει την επιστροφή της Μόρφου, περιοχών της ακτογραμμής του βόρειου κομματιού του νησιού και εκφράζει προβληματισμό για το μέλλον της Καρπασίας. Η τουρκική πλευρά αντιπροτείνει στην ε/κ πλευρά τη μεγιστοποίηση των κερδών της στο εδαφικό με την εξασφάλιση περιοχών και εδαφών στην παραμεθόριο περιοχή, στις βρετανικές βάσεις, στο Βαρώσι και σε περιοχές όπου η τ/κ πλευρά δεν έχει πραγματοποιήσει σημαντικές οικονομικές επενδύσεις και δεν διατηρεί σημαντικούς πληθυσμούς.

Επίσης, η πτυχή της ασφάλειας αφορά δύο σημαντικά πεδία, στα οποία η Αγκυρα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία. Πρώτον, από την οπτική γωνία της Τουρκίας, η ασφάλεια των Τουρκοκυπρίων είναι ύψιστης σημασίας. Δεύτερον, η παραμονή του τουρκικού στρατού στην Κύπρο διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο για τα μελλοντικά σχέδια της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.

Και η «κόκκινη γραμμή» των Τουρκοκυπρίων

Σε ό,τι αφορά την επιμονή της τουρκικής πλευράς για την κατοχύρωση της πολιτικής ισότητας των Τουρκοκυπρίων, θα πρέπει να σημειωθεί ότι στη διάσκεψη της Γενεύης η τουρκοκυπριακή ηγεσία συμμετείχε με μια «κόκκινη γραμμή» στο πεδίο της διακυβέρνησης. Η ηγεσία του κ. Ακιντζί επιμένει για την κατοχύρωση της αρχής της εκ περιτροπής προεδρίας και της πολιτικής ισότητας σε όλα τα επίπεδα της ομοσπονδίας. «Δεν πρόκειται για ένα καπρίτσιο του Ακιντζί ή της Αγκυρας. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική αρχή», επισημαίνει, αναφερόμενη στην εκ περιτροπής προεδρία καλά ενημερωμένη τουρκοκυπριακή πηγή, η οποία προσθέτει τα εξής: «Η προεδρία ενός Τουρκοκυπρίου στην Κύπρο θα εξασφαλίσει σε συμβολικό επίπεδο την ελληνοτουρκική ισότητα στο νησί και στην περιοχή. Με άλλα λόγια, θα σφραγίσει την ελληνοτουρκική ισορροπία στην ευρύτερη περιοχή. Την ίδια στιγμή, θα ενισχύσει τα δεσμά των Τουρκοκυπρίων με το νέο, ομόσπονδο κράτος. Οι Τουρκοκύπριοι θα είναι σε θέση να πουν ότι “αυτό το κράτος είναι και δικό μου”. Η λύση του Κυπριακού εξαρτάται από αυτή την αρχή.
"ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 15/01/17 

Τα 7 αγκάθια στον δρόμο για τη λύση του Κυπριακού

Του Γιώργου  Σκαφίδα
Ηταν Μάιος του 2015 όταν ο Νίκος Αναστασιάδης και ο Μουσταφά Ακιντζί επανέφεραν το Κυπριακό σε τροχιά επίλυσης, με τη διαδικασία μάλιστα να εντάσσεται για πρώτη φορά υπό καθεστώς «κυπριακής ιδιοκτησίας».

Δεκαεννέα μήνες και μία διεθνή διάσκεψη μετά, οι διαφωνίες παραμένουν σε σειρά κομβικών ζητημάτων. Καλύφθηκε πολύς δρόμος, κατατέθηκαν χάρτες, οι εγγυήτριες δυνάμεις προσήλθαν στο τραπέζι, αλλά τα αγκάθια επιμένουν.

Oι εδαφικές αναπροσαρμογές

Προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για την επανένωση του νησιού, θα πρέπει πρώτα να συμφωνηθούν οι εδαφικές αναπροσαρμογές, να συμφωνηθεί δηλαδή πόσα και ποια εδάφη θα βρίσκονται υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση και πόσα-ποια υπό τουρκοκυπριακή. Η Λευκωσία «δίνει» το 28,2% του εδάφους στους Τουρκοκυπρίους (από 28,7% που έδινε με το Σχέδιο Ανάν) και το 49,6% της ακτογραμμής. Ζητάει να πάρει πίσω σειρά περιοχών (μέρος της Αμμοχώστου, την Κυθρέα, τη Μεσαορία κ.ά.), μεταξύ αυτών και τη Μόρφου μαζί με τα παράλιά της (την οποία έπαιρνε και με το Σχέδιο Ανάν). Για την Καρπασία στα βορειοανατολικά, προτείνει ένα ειδικό καθεστώς υπό ομοσπονδιακή διοίκηση. Κι όλα αυτά, με στόχο να μπορέσουν να επιστρέψουν περίπου 91.000 Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες στις εστίες τους (από περίπου 86.000 που προέβλεπε το Σχέδιο Ανάν). Οι Τουρκοκύπριοι, ωστόσο από την άλλη, ζητούν το 29,2% των εδαφών και περίπου 60% της ακτογραμμής. Ζητούν επίσης να κρατήσουν υπό τουρκοκυπριακή διοίκηση είτε ολόκληρη τη Μόρφου είτε μέρος αυτής, και κατεβάζουν τον αριθμό των Ελληνοκύπριων προσφύγων που θα επιστρέψουν κοντά στις 65.000. Μιλώντας την Παρασκευή από την Κωνσταντινούπολη, ο Ερντογάν ξεκαθάρισε ότι θέλει τη Μόρφου και δίνει πίσω το Βαρώσι (το περίκλειστο κομμάτι της Αμμοχώστου). Ειδικοί με βαθιά γνώση των λεπτομερειών του Κυπριακού ξεχωρίζουν ως ιδιαιτέρως σημαντικά κυρίως δύο στοιχεία: τον αριθμό των Ελληνοκυπρίων προσφύγων που θα επιστρέψουν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση και την έκταση της ακτογραμμής.

Το μοντέλο διακυβέρνησης

Ετερο μεγάλο αγκάθι του Κυπριακού, το κεφάλαιο διακυβέρνηση, αφορά στο πώς θα κυβερνάται σε ομοσπονδιακό επίπεδο η μελλοντική διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Υπό αυτήν τη σκέπη εντάσσονται θέματα όπως: η εκ περιτροπής προεδρία, το βέτο των Τουρκοκυπρίων και η εκπροσώπησή τους σε ομοσπονδιακά όργανα και θεσμούς. Ξεκινώντας από τον τρόπο εκλογής των αξιωματούχων, αυτό που συζητιέται είναι ένα μοντέλο (προεδρικό σύστημα) στο οποίο και ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος θα ψηφίζονται από το σύνολο των Κυπρίων πολιτών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων (μάλλον όχι ως δίδυμο υποψηφίων «single ticket» όπως στις ΗΠΑ, αλλά κατά τέτοιο «διασταυρούμενο» τρόπο ώστε η επιρροή της ψήφου της μίας κοινότητας στην άλλη να είναι αναλογικά ισότιμη). Οι Τουρκοκύπριοι διεκδικούν εκ περιτροπής προεδρία, την εναλλαγή δηλαδή Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στο κορυφαίο πόστο. Ενα σενάριο θα ήταν, για παράδειγμα, μέσα σε διάστημα δύο ετών, τα τρία εξάμηνα να ασκεί την προεδρία Ελληνοκύπριος και το ένα εξάμηνο Τουρκοκύπριος.

Στο εν λόγω θέμα, ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές διαφωνίες μεταξύ των δύο πλευρών. Το ψευδοκράτος φέρεται να έχει θέσει θέμα ακόμη και ίσου χρόνου προεδρικών θητειών μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Ο ίδιος ο Ερντογάν προχθές ζήτησε δύο «περίοδοι» ελληνοκυπριακής προεδρίας να ακολουθούνται από μία «περίοδο» τουρκοκυπριακής.

Κατά τα λοιπά, οι Τουρκοκύπριοι ζητούν οι όποιες συνταγματικές αλλαγές να απαιτούν την προηγούμενη έγκριση των συνιστωσών πολιτειών και όχι μόνο της ομοσπονδιακής νομοθετικής εξουσίας όπως ζητάει η ελληνοκυπριακή πλευρά. Οι Τουρκοκύπριοι απαιτούν επίσης σε όλα τα ομοσπονδιακά όργανα και τις ρυθμιστικές Αρχές η εκπροσώπηση Ελληνοκυπρίων-Τουρκοκυπρίων να είναι ίση (1/1) και όχι δύο προς ένα (2/1) όπως προτείνει η ελληνική πλευρά. Ζητούν, επίσης, όλες οι αποφάσεις σε ομοσπονδιακό επίπεδο να λαμβάνονται με τουλάχιστον μία τουρκοκυπριακή ψήφο - πράγμα που μεταφράζεται σε δικαίωμα βέτο. Εκκρεμότητες φαίνεται να υπάρχουν και ως προς τη διαδικασία επίλυσης των διαφορών (στην περίπτωση για παράδειγμα που οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι δεν μπορούν να συμφωνήσουν για ένα θέμα).

Η επιστροφή των περιουσιών
Διαχρονικό αγκάθι στις προσπάθειες επίλυσης του Κυπριακού, το περιουσιακό πρόκειται να κρίνει το μέλλον των ελληνοκυπριακών περιουσιών που απαλλοτριώθηκαν και ξεπουλήθηκαν στην κατεχόμενη Κύπρο (περιουσιών που αντιστοιχούν στο 82,5% επί του συνόλου των «ιδιωτικών περιουσιών» σήμερα στα Κατεχόμενα). Η ελληνοκυπριακή πλευρά θέλει να ανοίξει ο δρόμος ώστε να μπορέσουν όσο το δυνατό περισσότεροι Ελληνοκύπριοι πρόσφυγες να διεκδικήσουν τις περιουσίες τους.

Η τουρκική πλευρά, από την άλλη, θέλει να περιορίσει τις εν λόγω διεκδικήσεις-αποκαταστάσεις-ανταλλαγές στο χαμηλότερο δυνατό επίπεδο. Προτιμά, αντιθέτως, λύσεις μέσω αποζημιώσεων (αλλά με τιμές... 1974) ή παραχωρήσεων «χαλίτικης γης», γης δηλαδή που δεν καλλιεργούσε κανείς. Οι δύο πλευρές συνεχίζουν να διαφωνούν ως προς τα κριτήρια της διευθέτησης του περιουσιακού, ως προς τον (καθ)ορισμό δηλαδή των δικαιωμάτων του νόμιμου ιδιοκτήτη αλλά και του χρήστη-σφετεριστή. Ποιος θα έχει προτεραιότητα- πλεονέκτημα και με ποια κριτήρια;

Και πώς ακριβώς θα ορίζονται τα εν λόγω κριτήρια; Οι Τουρκοκύπριοι για παράδειγμα υποστηρίζουν ότι όποιος χρήστης έχει «βελτιώσει σημαντικά» την περιουσία στην οποία κατοικεί θα πρέπει να έχει πρόσθετα δικαιώματα έναντι του νόμιμου ιδιοκτήτη, με τις δύο πλευρές ωστόσο να διαφωνούν ως προς το τι ακριβώς θα πει «σημαντική βελτίωση». Οι Τούρκοι εμφανίζονται επίσης να μη θέλουν να επιστρέψουν μέρος των θρησκευτικών μνημείων.

O χαρακτήρας της νέας ομοσπονδίας

Η νέα διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία που θα προκύψει σε περίπτωση συμφωνίας θα αποτελεί μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ή κάτι άλλο, ολότελα νέο; Για τους Ελληνοκύπριους είναι σαφές ότι η επερχόμενη ομοσπονδία (με τη μία κυριαρχία, τη μία διεθνή προσωπικότητα και τη μία ιθαγένεια) θα αποτελεί συνέχεια της διεθνώς αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας.

Η εν λόγω συνέχεια άλλωστε θα εξασφαλίζεται και από τη συνέχεια της συμμετοχής σε διεθνείς οργανισμούς (ΕΕ, ΟΗΕ κ.ά.). Για την τουρκική πλευρά, ωστόσο, η Κυπριακή Δημοκρατία παραμένει «εκλιπούσα» και πρέπει να καταργηθεί για να αντικατασταθεί από κάτι νέο.

Εγγυήσεις και κατοχικός στρατός
Από τα μεγαλύτερα αγκάθια του Κυπριακού μετά την τουρκική εισβολή του 1974, το θέμα των εγγυήσεων εξακολουθεί να διχάζει. Είναι μάλιστα ίσως το μοναδικό θέμα στο οποίο δεν έχει μέχρι στιγμής επιτευχθεί καμία σύγκλιση. Οι τεχνοκράτες των εμπλεκόμενων πλευρών θα επιχειρήσουν να βρουν συμβιβαστικές φόρμουλες στη Γενεύη στις 18 Ιανουαρίου. Οπως έχουν ωστόσο σήμερα τα πράγματα, υπάρχει χάσμα.

Οι Τούρκοι θέλουν να διατηρήσουν κατοχικά στρατεύματα (για 10 ή ακόμη και 15 χρόνια) και επεμβατικά δικαιώματα στο τουρκοκυπριακό συνιστών κρατίδιο. Δέχονται να μειωθούν οι δυνάμεις τους στο νησί (που σήμερα αριθμούν περί τους 35.000 στρατιώτες) αλλά στη βάση ενός μακροπρόθεσμου χρονοδιαγράμματος χωρίς καθορισμένη καταληκτική ημερομηνία, το οποίο θα επαναξιολογηθεί.

Αθήνα και Λευκωσία, από την άλλη, θέλουν να δουν τις τουρκικές δυνάμεις να αποχωρούν μέσα σε ένα εύλογο χρονικό διάστημα (ολίγων ετών). Εναλλακτικές προτάσεις (που θα μπορούσε, εάν ήθελε, να αποδεχθεί η τουρκική πλευρά) υπάρχουν: για τη δημιουργία μιας διεθνούς αποτρεπτικής αστυνομικής δύναμης σε αποστρατιωτικοποιημένο περιβάλλον, για ένα σύμφωνο φιλίας Ελλάδας-Κύπρου-Τουρκίας, για «εγγυήσεις» του ΟΗΕ και της ΕΕ κ.ά.

Οριοθέτηση της ΑΟΖ

Η μοίρα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Κύπρου και των ενεργειακών της αποθεμάτων έχει παραπεμφθεί σε τεχνικές επιτροπές προς μελλοντική διευθέτηση. Το θέμα είναι ωστόσο κομβικό. Η Τουρκία αμφισβητεί τις οριοθετήσεις ΑΟΖ που έχει κάνει η Κυπριακή Δημοκρατία. Και όχι μόνο αυτό, αλλά έχει προχωρήσει σε δικές της οριοθετήσεις με το ψευδοκράτος, εμπλέκοντας μάλιστα και την κρατική τουρκική εταιρεία πετρελαίου (TPAO). Μένει να φανεί ποια εμπλοκή θα επιδιώξουν να έχουν οι Τούρκοι στο συγκεκριμένο θέμα την επομένη της λύσης.

Το κόστος της λύσης

Ποιος (και πώς) θα πληρώσει το κόστος της λύσης που ενδεχομένως να ξεπεράσει τα 30 με 35 δισ. ευρώ; Η οικονομία της επανενωμένης Κύπρου θα πρέπει να είναι ενιαία αλλά πώς και πότε θα επιτευχθεί αυτή η «ενιαιοποίηση», ειδικά από τη στιγμή που οι Τουρκοκύπριοι δεν επιτρέπουν στην ΕΕ να ελέγξει το τραπεζικό σύστημα στα Κατεχόμενα;

gskafidas@pegasus.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου