Τέσσερα κείμενα παρέμβασης,
1. O νέος διχασμός
Του Αλέξη Παπαχελά
Ενα από τα χειρότερα πράγματα που μπορεί να πάθει μια χώρα είναι να διχαστεί βαθιά. Η Ιστορία μας είναι γεμάτη από διχασμούς. Ακόμη και την ώρα της μεγάλης μάχης της εθνικής ανεξαρτησίας ο σπόρος του διχασμού έβγαλε τους δηλητηριώδεις καρπούς του, με ολέθρια αποτελέσματα.
Τώρα έχουμε και πάλι διχαστεί, αλλά ίσως πρώτη φορά στη μεταπολεμική μας Ιστορία τόσο πολύ και σε τόσο πολλά μέτωπα. Το πάθος και το μίσος είναι σχεδόν ανεξέλεγκτα στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που καθιστά πιο επικίνδυνους από ποτέ τους νέους διχασμούς.
Ο διχασμός αφορά την πολιτική, η οποία έχει πέσει σε πολύ χαμηλό και αγοραίο επίπεδο. Δεν θυμάμαι περίοδο, ούτε καν τη δεκαετία του 1980, που οι πολιτικοί να φέρονται και να εκφράζονται με τόσο άγριο τρόπο έναντι των αντιπάλων τους. Ούτε όρια υπάρχουν πια ούτε «κόκκινες γραμμές». Το κακό ξεκίνησε από τους κυβερνώντες την περίοδο της αντιμνημονιακής υστερίας, αλλά τώρα πια έχει γιγαντωθεί. Οι γέφυρες της όποιας συνεννόησης καίγονται, δυναμιτίζονται συστηματικά. Το επίπεδο πέφτει κάθε μέρα.
Ο διχασμός αφορά, πρώτη φορά, τα εθνικά ζητήματα. Η υπόθεση των Σκοπίων, με τον τρόπο που τη χειρίστηκε η κυβέρνηση, δίχασε τον κόσμο. Χάθηκε η λογική και μοιραστήκαμε πάλι σε «πατριώτες» και «προδότες».
Διχασμός υπάρχει και ανάμεσα σε όσους πληρώνουν παράλογους φόρους και άλλους που βολεύτηκαν με τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, είτε με τον διορισμό τους σε διάφορες θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είτε με τους ελάχιστους φόρους που καλούνται να καταβάλλουν.
Ποδοσφαιρικός διχασμός πάντοτε υπήρχε, αλλά αφορούσε τους οργανωμένους και τους «ταλιμπάν». Κάπως καταφέραμε και αυτόν τον διχασμό να τον διογκώσουμε και –σε συνδυασμό με πολλούς άλλους παράγοντες– να τον ανακηρύξουμε σε μείζον θέμα για τη χώρα. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης από την Κατερίνη και πάνω κινείται σε πολύ διαφορετικό αστερισμό τον τελευταίο καιρό. Ο παραδοσιακός θυμός με την Αθήνα έχει τώρα μπει σε ένα μπλέντερ, όπου ο ΠΑΟΚ, ο Ιβάν Σαββίδης και η υπόθεση των Σκοπίων τον έχουν μεταλλάξει σε κάτι πιο βαθύ και πιο βαρύ. Μάλιστα, εφόσον βρει άμεση πολιτική έκφραση, ο κίνδυνος να χωρισθούμε σε βόρειους και νότιους δεν θα είναι ασήμαντος.
Το κακό είναι πως αυτή η κυβέρνηση ανδρώθηκε με τα εργαλεία του διχασμού και δεν ξέρει ή δεν την ενδιαφέρει η τέχνη της συνένωσης των Ελλήνων. Οταν τη συμφέρει ο διχασμός, τον χρησιμοποιεί χωρίς να νοιάζεται για το αποτέλεσμα. Ολα θυσιάζονται στη μάχη της πολιτικής επιβίωσης και του τακτικισμού.
Παραδοσιακά, οι μεγάλοι διχασμοί συνέπεσαν με εθνικές περιπέτειες. Σήμερα έχουμε μπει για τα καλά σε αυτόν τον δρόμο. Ελπίζω το ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης να μας ξυπνήσει πριν να είναι πολύ αργά. Δυστυχώς, δεν μαθαίνουμε την Ιστορία μας σε αυτόν τον τόπο και γι’ αυτό συχνά την ξαναζούμε, πιο κακόγουστη και με «μικρούς» πρωταγωνιστές.
2. Ο σεβασμός δεν απαγορεύει την απορία...
Του ΄Αγγελου Στάγκου
Η δικαστική εξουσία είναι θεωρητικά μία από τις τρεις ανεξάρτητες συνιστώσες του δημοκρατικού πολιτεύματος, και αυτό είναι ένα αξίωμα που υποτίθεται ότι αποδέχονται και υπηρετούν όλοι οι πολιτικοί ηγέτες φραστικά, αλλά όχι πάντα στην ουσία. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, πληθαίνουν οι... δημοκρατικές χώρες με ηγέτες που ρέπουν προς τον αυταρχισμό, δίχως όμως να το ομολογούν ανοιχτά, αν και η συμπεριφορά τους λειτουργεί ως αδιάψευστη απόδειξη της πραγματικής βούλησής τους. Παράλληλα υπάρχουν και ηγέτες που πολύ θα ήθελαν να μιμηθούν τους πρώτους, αλλά συναντούν ισχυρές θεσμικές αντιστάσεις στο εσωτερικό της χώρας τους.
Η ανεξάρτητη δικαστική εξουσία σημαίνει ταυτόχρονα και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, που κατά το ένα σκέλος της ελέγχει και εξασφαλίζει τον σεβασμό και τη συμμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας προς το Σύνταγμα και τους νόμους, ενώ κατά το άλλο εξασφαλίζει το να τηρούνται οι τυπικές –οι οποίες συχνά είναι και ουσιαστικές– διαδικασίες στις αστικές και ποινικές υποθέσεις, που αφορούν κυρίως πολίτες. Σε κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα τελευταία, οι τριβές ή και οι συγκρούσεις, μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας (ειδικά με το ένα σκέλος της δεύτερης), είναι συχνές και με έντονο πολιτικό χρώμα. Οπως και σε κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων πάλι η Ελλάδα, είναι φανερή η επιθυμία της εκτελεστικής εξουσίας να επηρεάζει έντονα και πολλαπλώς τη δικαστική.
Το άλλο που μαθαίνουμε ως πολίτες είναι ο σεβασμός και η συμμόρφωση προς τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Σωστό, για να μπορεί να λειτουργεί η κοινωνία στη βάση ότι όλοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο. Μακάρι να ήταν πάντα έτσι, όμως η ζωή και η εμπειρία λένε ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα. Οχι μόνον εδώ, αλλά και παντού σε ποικίλους βαθμούς, οπότε το ζήτημα είναι να μην αλλοτριώνεται βάναυσα η αποστολή εκείνων που την υπηρετούν όσο και η ίδια η Δικαιοσύνη. Οπότε ο σεβασμός και η συμμόρφωση προς τη Δικαιοσύνη και τις αποφάσεις της δεν σημαίνουν σώνει και καλά ότι δεν επιτρέπονται η έκφραση έκπληξης, η απορία, τα ερωτήματα και ενίοτε και η κριτική για ορισμένες δυσλειτουργίες ή και κρίσεις της.
Αποφεύγοντας κατά το δυνατόν την ουσία, δεν γίνεται να περνά απαρατήρητη η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης μέχρι τελεσιδικίας, γεγονός που αποθαρρύνει και ξένους επενδυτές, κατά τους ειδικούς. Δεν μπορεί να διαιωνίζεται και δίχως να υπάρχει ορατό τέλος η δίκη των μελών της Χρυσής Αυγής για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα το 2015. Είναι δυνατόν να περιμένει οκτώ ολόκληρα χρόνια για να αθωωθεί ο Αντρίκος Παπανδρέου επειδή κάποιοι πολιτικοί αντίπαλοι προσπάθησαν να τον εμπλέξουν σε σκάνδαλο με δήθεν αγορά CDS; Δεν προκαλεί ερωτήματα η επί χρόνια ανελέητη δίωξη του Ανδρέα Γεωργίου με την κατηγορία ότι παραποίησε τα στοιχεία για το έλλειμμα, όταν όλος ο κόσμος ήξερε την οικονομική πραγματικότητα της Ελλάδας το 2009; Ή μήπως δεν δημιουργεί απορία η αθώωση ατόμων, μετά τουλάχιστον δύο δεκαετίες, από το Χρηματιστήριο; Για να μην αναφέρουμε άλλες υποθέσεις που προκάλεσαν θόρυβο και εκκρεμούν χωρίς να ερευνώνται ή να δικάζονται επί χρόνια.
Και μετά υπάρχουν οι ετυμηγορίες, που ασφαλώς προκαλούν έκπληξη, αλλά και σκέψεις για την ποιότητα λειτουργών της Θέμιδος, για τον Σώρρα, τον Αμβρόσιο, τον Καμμένο (πρωτότυπη όντως η πολιτική ερμηνεία «λιντσάρετέ τον», δημιουργεί προηγούμενο για επόμενες ανάλογες δίκες). Στα «περίεργα» δικαιούται αναμφισβήτητα να προστεθεί η όλη δικαστική διαδικασία της υπόθεσης Novartis, όπως και πολλές αυτεπάγγελτες παρεμβάσεις ή απουσία παρεμβάσεων εισαγγελέων σε διάφορα θέματα. Είπαμε, σεβασμός στη Δικαιοσύνη και στις αποφάσεις της, ωστόσο η απορία, η έκπληξη, τα ερωτήματα των πολιτών δεν απαγορεύονται.
3. Όπως τότε, και τώρα
Η παλαιά τάξη πραγμάτων, το «σύστημα» συνεννοήσεως των Μπιλ Κλίντον, Τόνι Μπλερ και λοιπών Ευρωπαίων ηγετών, περιλαμβανομένου και του Μπορίς Γέλτσιν της Ρωσίας, βρίσκεται αντιμέτωπο με μια καταστροφική ροπή. Εκφραστές της είναι οι ηγέτες των δύο Μεγάλων Δυνάμεων –πλην όμως άνισης ισχύος– και ένας τρίτος περιφερειακός. Πρόκειται για τους προέδρους των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, και της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Οι μεταξύ τους διαφορές –πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές– είναι τεράστιες. Υπάρχει, ωστόσο, ένα κοινό σημείο, πέραν των αντιθέσεων που προαναφέρθηκαν. Και οι τρεις φαίνεται να πιστεύουν πως εάν υπάρχει λόγος να σκέφτεται πολιτικά ένας ηγέτης, θα πρέπει να σκέφτεται μεγαλεπήβολα. Και αν κάποιος σκέφτεται μεγαλεπήβολα, οφείλει να ενεργεί με τρόπο καταστροφικό, συντρίβοντας την παλαιά τάξη πραγμάτων που οδήγησε τις καταστάσεις σε τέλμα, επί ζημία του έθνους του οποίου ηγείται.
Το όλο θέμα θα είχε μόνον θεωρητική αξία εάν δεν υπονόμευε το πλαίσιο σταθερότητος, που διαρκώς αναζητούσε η Ελλάς και πίστευσε πως είχε εξασφαλίσει. Οι σχέσεις του κ. Τραμπ με τους εταίρους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και τους ηγέτες της Ε.Ε. –ιδιαίτερα με τη Γερμανία– ουδέποτε υπήρξαν τόσο προβληματικές.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει απολέσει, ως φαίνεται, την πολιτική της δυναμική, ιδιαίτερα μετά την αποδυνάμωση της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ, τα διαρκή συμπτώματα «πολιτικής ανυπακοής» κάποιων κρατών-μελών, αλλά και τις εσωτερικές πολιτικές στρεβλώσεις που ανέκυψαν σε πολλές χώρες, λόγω εσφαλμένων επιλογών.
Αντίθετα, η Ρωσία επεκτείνει διαρκώς την επιρροή της προς Νότο, και η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έθεσε στο στόχαστρο τον κ. Πούτιν είναι η Βρετανία, λόγω εκνόμων εγκληματικών ενεργειών πρακτόρων του Κρεμλίνου εναντίον Pώσων αντιφρονούντων, διαβιούντων στο Λονδίνο. Αλλά είναι αμφίβολο εάν επιτύχει την πλήρη αποξένωση της Μόσχας από την υπόλοιπη Ευρώπη, όπως επιδιώκει.
Τέλος, ο κ. Ερντογάν, εξ ιδιοσυγκρασίας, αλλά και προκλήσεων που αφορούν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του, υιοθετεί πολιτικές που απειλούν την ασφάλεια των γειτονικών κρατών, διαφοροποιούμενος σαφώς από την πολιτική της Δύσεως. Δοθέντων όλων αυτών, λοιπόν, θα εορτάσουμε φέτος την επέτειο της εθνεγερσίας σε περιβάλλον ευρύτερης και άκρως επικίνδυνης ρευστότητος. Εχει τροπές δυσάρεστες η Ιστορία κάποτε. Θα τις αντιμετωπίσουμε, έστω και μη ομονοούντες, όπως συνέβη άλλωστε και άλλες φορές στη διάρκεια του εθνικού μας βίου.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/03/18
4. Σπαταλημένη ελευθερία
Του Χρήστου Γιανναρά
Εθνική επέτειος σήμερα και ο εορτασμός ρουτίνα. Μια αλλαγή στην εόρτια συμπεριφορά μας θα μπορούσε άραγε να γεννήσει κάτι γονιμότερο από πανηγυρισμούς της βιτρίνας, εμβατήρια, παρελάσεις και φτηνά ρητορεύματα; Το τι συνέβη στο ιστορικό παρελθόν να γινόταν αφορμή ή πρόκληση για σχεδιασμό του μέλλοντός μας.
Να λειτουργεί η επέτειος σαν ημέρα συλλογικής περισυλλογής, αργία από συνήθεις περισπάσεις, φλυαρίες και τον μονότονο αναμηρυκασμό της ανημπόριας μας. Συνάξεις παντού, στα σχολειά, στα πανεπιστήμια, στους δήμους, στα υπουργεία, στις εκκλησιές, σε κάθε χώρο συλλογικής δουλειάς και, οπωσδήποτε, σε όλα τα κανάλια και τα ραδιόφωνα. Οργανωμένες συζητήσεις για τα προβλήματα που κρίνουν την επιβίωση της ελληνώνυμης κοινωνικής και κρατικής μας υπόστασης.
Μοιάζει κάπως πουριτανική η ιδέα, θυμίζει πρακτικές των πρώτων «σοβιέτ», όπου η «λαϊκή βάση» όφειλε, «κατά παραγγελίαν» να προβληματιστεί σε συγκεκριμένα θέματα. Ομως η διαφορά είναι ότι στην εδώ πρόταση δεν υπάρχει δεοντολογία ιδεολογική. Σε μια εόρτια επέτειο, η σπουδή των κατορθωμάτων ή αποτυχιών του παρελθόντος να υπηρετεί τον προβληματισμό και τον σχεδιασμό για το μέλλον – δίχως νάρθηκες η πρόταση.
Τι είδους μπορεί να είναι ο προβληματισμός που θα συνδέει τις εορταζόμενες μνήμες με τις μελλοντικές στοχεύσεις; Η προϋπόθεση που μπορεί ξεκάθαρα να τεθεί, είναι ο αποκλεισμός της κομματικής (ψυχοπαθολογικής) μονομανίας, η υπαγωγή κάθε μορφής δημόσιου λόγου σε κομματική προπαγάνδα. Επίσης, η εγκατάλειψη της περιπτωσιολογίας, η επικέντρωση σε θεμελιώδεις άξονες λειτουργίας της συλλογικότητας.
Ενα παράδειγμα, απλώς ενδεικτικό: Η Ελλάδα, σήμερα πια, δεν έχει χωριά, όπως δεν έχει και σχολειά. Οπου ακόμα σώζονται χωριά από 30 κατοίκους και πάνω, ο τρόπος της συμβίωσης δεν είναι πια κοινοτικός, είναι απομίμηση του αστικού: Τα χρειώδη εξασφαλίζονται με ψώνια από το σούπερ μάρκετ της κοντινής πόλης ή κωμόπολης και η χρεία των χρειωδών υπαγορεύεται από τις διαφημίσεις της τηλεόρασης. Η τηλεόραση έχει υποκαταστήσει και το καφενείο, οι γνώμες δεν κοινωνούνται, προσλαμβάνονται από το «κουτί», ασυνείδητα ή συνειδητά, και παπαγαλίζονται.
Δάσκαλος δεν υπάρχει πια στο χωριό ούτε παπάς: Ερχονται με το Ι.Χ. τους, όπως κάθε δημόσιος υπάλληλος, κάνουν το ωράριό τους και φεύγουν. Ο ένας ικανοποιεί τις «θρησκευτικές ανάγκες του λαού», ο άλλος τις χρηστικές ανάγκες της «εκπαίδευσης» – η σχολική εκπαίδευση δεν διαφέρει σε στόχους από το φροντιστήριο. Χωρίς καφενείο, χωρίς παπά, χωρίς δάσκαλο, το χωριό δεν είναι πια χωριό, δεν συνιστά κοινότητα, δεν λειτουργούν άξονες κοινωνικής συνοχής. Τα δύο καταστροφικότερα πολιτικά εγκλήματα μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών έχουν, και τα δυο, ιερά ονόματα: «Καποδίστριας» και «Καλλικράτης» – θανάτωσαν το κύτταρο της ιστορικής επιβίωσης του Ελληνισμού, τη μικρή αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα. Από τη μετοχή στην κοινότητα ξεκινούσε, αιώνες ολόκληρους, η δυναμική της κοινωνικής συνοχής, η αίσθηση ότι ανήκει το άτομο σε κοινή «πατρίδα». Στο χωριό «φτιάξαμε» πλατεία, «φτιάξαμε» σχολείο, έλεγε ο Ελληνας. Σήμερα, ακόμα και για το χαλάζι, διαμαρτύρεται επικαλούμενος δικαιώματα: «Πού είναι το κράτος»!
Εφιάλτης και η εξάλειψη της οικιακής οικονομίας: Η παραγωγή για την αυτοσυντήρηση είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τα λεγόμενα αγροτικά προϊόντα ενδιαφέρουν μόνο για το εμπόριο. Ο ίδιος ο παραγωγός για τις οικιακές του ανάγκες τρέχει στο σούπερ μάρκετ. Ο Ελληνας ζει πια μόνο με ρευστό χρήμα: μισθό, επίδομα, σύνταξη, χαριστικές κομματικές παροχές. Δέκα χρόνια βυθισμένη η χώρα στην πιο ταπεινωτική, αδιέξοδη χρεοκοπία, αλλά οι «αγρότες» συνεχίζουν να εκβιάζουν αποκλείοντας το οδικό δίκτυο με πανάκριβα θηριώδη τακτέρ (στη Γαλλία κάθε τέτοιο τρακτέρ είναι συνιδιοκτησία περίπου δέκα οικογενειών). Κάποτε ο αγρότης ένιωθε (και ήταν) δημιουργός, όπως ο καλλιτέχνης, τώρα νιώθει «γεωργικός τεχνολόγος» και έμπορος. Τα «ντελίβερι» είναι ο κύριος τρόπος επισιτισμού των Ελλήνων, αλλά και το γενικευμένο «όραμα»: να μη δουλεύει κανείς για τίποτα, να μας μισθοδοτεί όλους το κράτος, όπως στη Σαουδική Αραβία, ούτε καν να μαγειρεύουμε (ή μόνο από χόμπι).
Στην Ελλάδα χάθηκαν τα χωριά, όπως χάθηκε και από τις πόλεις η γειτονιά, όχι επειδή άλλαξε η λειτουργία της Οικονομίας, οι όροι της παραγωγής και της εμπορίας των αγαθών. Χάθηκαν τα χωριά επειδή πρώτα χάθηκε το σχολειό, η παιδεία έγινε χρηστική, έγινε «εφόδιο», «χαρτί» ανταλλακτικό του διορισμού, δηλαδή της ραστώνης.
Για να ξαναφυτρώσει κοινωνία σχέσεων, κοινοτικός βίος αλλά και αστικός, να αναχαιτιστεί η γάγγραινα του ατομοκεντρισμού, η εφιαλτική μοναξιά των «δικαιωμάτων», ο σκοταδισμός του μηδενισμού, του «με κάθε θυσία εξευρωπαϊσμού», είναι ανάγκη να ξαναγεννηθεί σχολειό. Η μάθηση χαρά και η συνύπαρξη γιορτή, η γλώσσα έρωτας, η πατρίδα καύχηση, η άμιλλα άθλημα αριστείας.
Επέτειος σήμερα εορταστική ελευθερίας, βγαλμένης από κόκαλα ιερά. Και σπαταλημένης ανίερα.
1. O νέος διχασμός
Του Αλέξη Παπαχελά
Ενα από τα χειρότερα πράγματα που μπορεί να πάθει μια χώρα είναι να διχαστεί βαθιά. Η Ιστορία μας είναι γεμάτη από διχασμούς. Ακόμη και την ώρα της μεγάλης μάχης της εθνικής ανεξαρτησίας ο σπόρος του διχασμού έβγαλε τους δηλητηριώδεις καρπούς του, με ολέθρια αποτελέσματα.
Τώρα έχουμε και πάλι διχαστεί, αλλά ίσως πρώτη φορά στη μεταπολεμική μας Ιστορία τόσο πολύ και σε τόσο πολλά μέτωπα. Το πάθος και το μίσος είναι σχεδόν ανεξέλεγκτα στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που καθιστά πιο επικίνδυνους από ποτέ τους νέους διχασμούς.
Ο διχασμός αφορά την πολιτική, η οποία έχει πέσει σε πολύ χαμηλό και αγοραίο επίπεδο. Δεν θυμάμαι περίοδο, ούτε καν τη δεκαετία του 1980, που οι πολιτικοί να φέρονται και να εκφράζονται με τόσο άγριο τρόπο έναντι των αντιπάλων τους. Ούτε όρια υπάρχουν πια ούτε «κόκκινες γραμμές». Το κακό ξεκίνησε από τους κυβερνώντες την περίοδο της αντιμνημονιακής υστερίας, αλλά τώρα πια έχει γιγαντωθεί. Οι γέφυρες της όποιας συνεννόησης καίγονται, δυναμιτίζονται συστηματικά. Το επίπεδο πέφτει κάθε μέρα.
Ο διχασμός αφορά, πρώτη φορά, τα εθνικά ζητήματα. Η υπόθεση των Σκοπίων, με τον τρόπο που τη χειρίστηκε η κυβέρνηση, δίχασε τον κόσμο. Χάθηκε η λογική και μοιραστήκαμε πάλι σε «πατριώτες» και «προδότες».
Διχασμός υπάρχει και ανάμεσα σε όσους πληρώνουν παράλογους φόρους και άλλους που βολεύτηκαν με τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις του ΣΥΡΙΖΑ, είτε με τον διορισμό τους σε διάφορες θέσεις στον ευρύτερο δημόσιο τομέα είτε με τους ελάχιστους φόρους που καλούνται να καταβάλλουν.
Ποδοσφαιρικός διχασμός πάντοτε υπήρχε, αλλά αφορούσε τους οργανωμένους και τους «ταλιμπάν». Κάπως καταφέραμε και αυτόν τον διχασμό να τον διογκώσουμε και –σε συνδυασμό με πολλούς άλλους παράγοντες– να τον ανακηρύξουμε σε μείζον θέμα για τη χώρα. Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης από την Κατερίνη και πάνω κινείται σε πολύ διαφορετικό αστερισμό τον τελευταίο καιρό. Ο παραδοσιακός θυμός με την Αθήνα έχει τώρα μπει σε ένα μπλέντερ, όπου ο ΠΑΟΚ, ο Ιβάν Σαββίδης και η υπόθεση των Σκοπίων τον έχουν μεταλλάξει σε κάτι πιο βαθύ και πιο βαρύ. Μάλιστα, εφόσον βρει άμεση πολιτική έκφραση, ο κίνδυνος να χωρισθούμε σε βόρειους και νότιους δεν θα είναι ασήμαντος.
Το κακό είναι πως αυτή η κυβέρνηση ανδρώθηκε με τα εργαλεία του διχασμού και δεν ξέρει ή δεν την ενδιαφέρει η τέχνη της συνένωσης των Ελλήνων. Οταν τη συμφέρει ο διχασμός, τον χρησιμοποιεί χωρίς να νοιάζεται για το αποτέλεσμα. Ολα θυσιάζονται στη μάχη της πολιτικής επιβίωσης και του τακτικισμού.
Παραδοσιακά, οι μεγάλοι διχασμοί συνέπεσαν με εθνικές περιπέτειες. Σήμερα έχουμε μπει για τα καλά σε αυτόν τον δρόμο. Ελπίζω το ισχυρό ένστικτο αυτοσυντήρησης να μας ξυπνήσει πριν να είναι πολύ αργά. Δυστυχώς, δεν μαθαίνουμε την Ιστορία μας σε αυτόν τον τόπο και γι’ αυτό συχνά την ξαναζούμε, πιο κακόγουστη και με «μικρούς» πρωταγωνιστές.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/03/18 |
2. Ο σεβασμός δεν απαγορεύει την απορία...
Του ΄Αγγελου Στάγκου
Η δικαστική εξουσία είναι θεωρητικά μία από τις τρεις ανεξάρτητες συνιστώσες του δημοκρατικού πολιτεύματος, και αυτό είναι ένα αξίωμα που υποτίθεται ότι αποδέχονται και υπηρετούν όλοι οι πολιτικοί ηγέτες φραστικά, αλλά όχι πάντα στην ουσία. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, πληθαίνουν οι... δημοκρατικές χώρες με ηγέτες που ρέπουν προς τον αυταρχισμό, δίχως όμως να το ομολογούν ανοιχτά, αν και η συμπεριφορά τους λειτουργεί ως αδιάψευστη απόδειξη της πραγματικής βούλησής τους. Παράλληλα υπάρχουν και ηγέτες που πολύ θα ήθελαν να μιμηθούν τους πρώτους, αλλά συναντούν ισχυρές θεσμικές αντιστάσεις στο εσωτερικό της χώρας τους.
Η ανεξάρτητη δικαστική εξουσία σημαίνει ταυτόχρονα και ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, που κατά το ένα σκέλος της ελέγχει και εξασφαλίζει τον σεβασμό και τη συμμόρφωση της εκτελεστικής εξουσίας προς το Σύνταγμα και τους νόμους, ενώ κατά το άλλο εξασφαλίζει το να τηρούνται οι τυπικές –οι οποίες συχνά είναι και ουσιαστικές– διαδικασίες στις αστικές και ποινικές υποθέσεις, που αφορούν κυρίως πολίτες. Σε κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα τελευταία, οι τριβές ή και οι συγκρούσεις, μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας (ειδικά με το ένα σκέλος της δεύτερης), είναι συχνές και με έντονο πολιτικό χρώμα. Οπως και σε κάποιες χώρες, μεταξύ των οποίων πάλι η Ελλάδα, είναι φανερή η επιθυμία της εκτελεστικής εξουσίας να επηρεάζει έντονα και πολλαπλώς τη δικαστική.
Το άλλο που μαθαίνουμε ως πολίτες είναι ο σεβασμός και η συμμόρφωση προς τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης. Σωστό, για να μπορεί να λειτουργεί η κοινωνία στη βάση ότι όλοι είναι ίσοι απέναντι στον νόμο. Μακάρι να ήταν πάντα έτσι, όμως η ζωή και η εμπειρία λένε ότι κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει στην πραγματικότητα. Οχι μόνον εδώ, αλλά και παντού σε ποικίλους βαθμούς, οπότε το ζήτημα είναι να μην αλλοτριώνεται βάναυσα η αποστολή εκείνων που την υπηρετούν όσο και η ίδια η Δικαιοσύνη. Οπότε ο σεβασμός και η συμμόρφωση προς τη Δικαιοσύνη και τις αποφάσεις της δεν σημαίνουν σώνει και καλά ότι δεν επιτρέπονται η έκφραση έκπληξης, η απορία, τα ερωτήματα και ενίοτε και η κριτική για ορισμένες δυσλειτουργίες ή και κρίσεις της.
Αποφεύγοντας κατά το δυνατόν την ουσία, δεν γίνεται να περνά απαρατήρητη η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης μέχρι τελεσιδικίας, γεγονός που αποθαρρύνει και ξένους επενδυτές, κατά τους ειδικούς. Δεν μπορεί να διαιωνίζεται και δίχως να υπάρχει ορατό τέλος η δίκη των μελών της Χρυσής Αυγής για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα το 2015. Είναι δυνατόν να περιμένει οκτώ ολόκληρα χρόνια για να αθωωθεί ο Αντρίκος Παπανδρέου επειδή κάποιοι πολιτικοί αντίπαλοι προσπάθησαν να τον εμπλέξουν σε σκάνδαλο με δήθεν αγορά CDS; Δεν προκαλεί ερωτήματα η επί χρόνια ανελέητη δίωξη του Ανδρέα Γεωργίου με την κατηγορία ότι παραποίησε τα στοιχεία για το έλλειμμα, όταν όλος ο κόσμος ήξερε την οικονομική πραγματικότητα της Ελλάδας το 2009; Ή μήπως δεν δημιουργεί απορία η αθώωση ατόμων, μετά τουλάχιστον δύο δεκαετίες, από το Χρηματιστήριο; Για να μην αναφέρουμε άλλες υποθέσεις που προκάλεσαν θόρυβο και εκκρεμούν χωρίς να ερευνώνται ή να δικάζονται επί χρόνια.
Και μετά υπάρχουν οι ετυμηγορίες, που ασφαλώς προκαλούν έκπληξη, αλλά και σκέψεις για την ποιότητα λειτουργών της Θέμιδος, για τον Σώρρα, τον Αμβρόσιο, τον Καμμένο (πρωτότυπη όντως η πολιτική ερμηνεία «λιντσάρετέ τον», δημιουργεί προηγούμενο για επόμενες ανάλογες δίκες). Στα «περίεργα» δικαιούται αναμφισβήτητα να προστεθεί η όλη δικαστική διαδικασία της υπόθεσης Novartis, όπως και πολλές αυτεπάγγελτες παρεμβάσεις ή απουσία παρεμβάσεων εισαγγελέων σε διάφορα θέματα. Είπαμε, σεβασμός στη Δικαιοσύνη και στις αποφάσεις της, ωστόσο η απορία, η έκπληξη, τα ερωτήματα των πολιτών δεν απαγορεύονται.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/03/18 |
3. Όπως τότε, και τώρα
Του Κώστα Ιορδανίδη
Οταν πριν από εκατόν ενενήντα επτά χρόνια οι Ελληνες εξεγείρονταν κατά της οθωμανικής κυριαρχίας, στόχος τους ήταν η δημιουργία προτύπου βασιλείου της Δύσεως στην Ανατολή. Παρά την κακοδαιμονία εμφύλιων συγκρούσεων, την οικτρά κακοδιοίκηση, την εγκληματική σπατάλη και τη διαφθορά, κάτι πετύχαμε.3. Όπως τότε, και τώρα
Υπήρξαν στιγμές μεγαλείου αλλά και εξαχρειώσεως στην Ιστορία μας, και θεωρήσαμε πως με την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ και στη συνέχεια στην ΕΟΚ και εντέλει στην Ευρωζώνη πετύχαμε τη λύση του υπαρξιακού προβλήματός μας. Η Ιστορία όμως επιφυλάσσει εκπλήξεις. Διότι ζούμε σε περίοδο μοναδικών αναταράξεων και αναπροσαρμογών, και όχι απλώς λόγω συνεπειών της εθνικής μας αφροσύνης.
Οταν πριν από εκατόν ενενήντα επτά χρόνια οι Ελληνες εξεγείρονταν κατά της οθωμανικής κυριαρχίας, στόχος τους ήταν η δημιουργία προτύπου βασιλείου της Δύσεως στην Ανατολή. Παρά την κακοδαιμονία εμφύλιων συγκρούσεων, την οικτρά κακοδιοίκηση, την εγκληματική σπατάλη και τη διαφθορά, κάτι πετύχαμε.3. Όπως τότε, και τώρα
Υπήρξαν στιγμές μεγαλείου αλλά και εξαχρειώσεως στην Ιστορία μας, και θεωρήσαμε πως με την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ και στη συνέχεια στην ΕΟΚ και εντέλει στην Ευρωζώνη πετύχαμε τη λύση του υπαρξιακού προβλήματός μας. Η Ιστορία όμως επιφυλάσσει εκπλήξεις. Διότι ζούμε σε περίοδο μοναδικών αναταράξεων και αναπροσαρμογών, και όχι απλώς λόγω συνεπειών της εθνικής μας αφροσύνης.
Η παλαιά τάξη πραγμάτων, το «σύστημα» συνεννοήσεως των Μπιλ Κλίντον, Τόνι Μπλερ και λοιπών Ευρωπαίων ηγετών, περιλαμβανομένου και του Μπορίς Γέλτσιν της Ρωσίας, βρίσκεται αντιμέτωπο με μια καταστροφική ροπή. Εκφραστές της είναι οι ηγέτες των δύο Μεγάλων Δυνάμεων –πλην όμως άνισης ισχύος– και ένας τρίτος περιφερειακός. Πρόκειται για τους προέδρους των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, και της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Οι μεταξύ τους διαφορές –πολιτικές, οικονομικές και ιδεολογικές– είναι τεράστιες. Υπάρχει, ωστόσο, ένα κοινό σημείο, πέραν των αντιθέσεων που προαναφέρθηκαν. Και οι τρεις φαίνεται να πιστεύουν πως εάν υπάρχει λόγος να σκέφτεται πολιτικά ένας ηγέτης, θα πρέπει να σκέφτεται μεγαλεπήβολα. Και αν κάποιος σκέφτεται μεγαλεπήβολα, οφείλει να ενεργεί με τρόπο καταστροφικό, συντρίβοντας την παλαιά τάξη πραγμάτων που οδήγησε τις καταστάσεις σε τέλμα, επί ζημία του έθνους του οποίου ηγείται.
Το όλο θέμα θα είχε μόνον θεωρητική αξία εάν δεν υπονόμευε το πλαίσιο σταθερότητος, που διαρκώς αναζητούσε η Ελλάς και πίστευσε πως είχε εξασφαλίσει. Οι σχέσεις του κ. Τραμπ με τους εταίρους των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ και τους ηγέτες της Ε.Ε. –ιδιαίτερα με τη Γερμανία– ουδέποτε υπήρξαν τόσο προβληματικές.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση έχει απολέσει, ως φαίνεται, την πολιτική της δυναμική, ιδιαίτερα μετά την αποδυνάμωση της καγκελαρίου Αγκελα Μέρκελ, τα διαρκή συμπτώματα «πολιτικής ανυπακοής» κάποιων κρατών-μελών, αλλά και τις εσωτερικές πολιτικές στρεβλώσεις που ανέκυψαν σε πολλές χώρες, λόγω εσφαλμένων επιλογών.
Αντίθετα, η Ρωσία επεκτείνει διαρκώς την επιρροή της προς Νότο, και η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που έθεσε στο στόχαστρο τον κ. Πούτιν είναι η Βρετανία, λόγω εκνόμων εγκληματικών ενεργειών πρακτόρων του Κρεμλίνου εναντίον Pώσων αντιφρονούντων, διαβιούντων στο Λονδίνο. Αλλά είναι αμφίβολο εάν επιτύχει την πλήρη αποξένωση της Μόσχας από την υπόλοιπη Ευρώπη, όπως επιδιώκει.
Τέλος, ο κ. Ερντογάν, εξ ιδιοσυγκρασίας, αλλά και προκλήσεων που αφορούν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας του, υιοθετεί πολιτικές που απειλούν την ασφάλεια των γειτονικών κρατών, διαφοροποιούμενος σαφώς από την πολιτική της Δύσεως. Δοθέντων όλων αυτών, λοιπόν, θα εορτάσουμε φέτος την επέτειο της εθνεγερσίας σε περιβάλλον ευρύτερης και άκρως επικίνδυνης ρευστότητος. Εχει τροπές δυσάρεστες η Ιστορία κάποτε. Θα τις αντιμετωπίσουμε, έστω και μη ομονοούντες, όπως συνέβη άλλωστε και άλλες φορές στη διάρκεια του εθνικού μας βίου.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24-25/03/18
4. Σπαταλημένη ελευθερία
Του Χρήστου Γιανναρά
Εθνική επέτειος σήμερα και ο εορτασμός ρουτίνα. Μια αλλαγή στην εόρτια συμπεριφορά μας θα μπορούσε άραγε να γεννήσει κάτι γονιμότερο από πανηγυρισμούς της βιτρίνας, εμβατήρια, παρελάσεις και φτηνά ρητορεύματα; Το τι συνέβη στο ιστορικό παρελθόν να γινόταν αφορμή ή πρόκληση για σχεδιασμό του μέλλοντός μας.
Να λειτουργεί η επέτειος σαν ημέρα συλλογικής περισυλλογής, αργία από συνήθεις περισπάσεις, φλυαρίες και τον μονότονο αναμηρυκασμό της ανημπόριας μας. Συνάξεις παντού, στα σχολειά, στα πανεπιστήμια, στους δήμους, στα υπουργεία, στις εκκλησιές, σε κάθε χώρο συλλογικής δουλειάς και, οπωσδήποτε, σε όλα τα κανάλια και τα ραδιόφωνα. Οργανωμένες συζητήσεις για τα προβλήματα που κρίνουν την επιβίωση της ελληνώνυμης κοινωνικής και κρατικής μας υπόστασης.
Μοιάζει κάπως πουριτανική η ιδέα, θυμίζει πρακτικές των πρώτων «σοβιέτ», όπου η «λαϊκή βάση» όφειλε, «κατά παραγγελίαν» να προβληματιστεί σε συγκεκριμένα θέματα. Ομως η διαφορά είναι ότι στην εδώ πρόταση δεν υπάρχει δεοντολογία ιδεολογική. Σε μια εόρτια επέτειο, η σπουδή των κατορθωμάτων ή αποτυχιών του παρελθόντος να υπηρετεί τον προβληματισμό και τον σχεδιασμό για το μέλλον – δίχως νάρθηκες η πρόταση.
Τι είδους μπορεί να είναι ο προβληματισμός που θα συνδέει τις εορταζόμενες μνήμες με τις μελλοντικές στοχεύσεις; Η προϋπόθεση που μπορεί ξεκάθαρα να τεθεί, είναι ο αποκλεισμός της κομματικής (ψυχοπαθολογικής) μονομανίας, η υπαγωγή κάθε μορφής δημόσιου λόγου σε κομματική προπαγάνδα. Επίσης, η εγκατάλειψη της περιπτωσιολογίας, η επικέντρωση σε θεμελιώδεις άξονες λειτουργίας της συλλογικότητας.
Ενα παράδειγμα, απλώς ενδεικτικό: Η Ελλάδα, σήμερα πια, δεν έχει χωριά, όπως δεν έχει και σχολειά. Οπου ακόμα σώζονται χωριά από 30 κατοίκους και πάνω, ο τρόπος της συμβίωσης δεν είναι πια κοινοτικός, είναι απομίμηση του αστικού: Τα χρειώδη εξασφαλίζονται με ψώνια από το σούπερ μάρκετ της κοντινής πόλης ή κωμόπολης και η χρεία των χρειωδών υπαγορεύεται από τις διαφημίσεις της τηλεόρασης. Η τηλεόραση έχει υποκαταστήσει και το καφενείο, οι γνώμες δεν κοινωνούνται, προσλαμβάνονται από το «κουτί», ασυνείδητα ή συνειδητά, και παπαγαλίζονται.
Δάσκαλος δεν υπάρχει πια στο χωριό ούτε παπάς: Ερχονται με το Ι.Χ. τους, όπως κάθε δημόσιος υπάλληλος, κάνουν το ωράριό τους και φεύγουν. Ο ένας ικανοποιεί τις «θρησκευτικές ανάγκες του λαού», ο άλλος τις χρηστικές ανάγκες της «εκπαίδευσης» – η σχολική εκπαίδευση δεν διαφέρει σε στόχους από το φροντιστήριο. Χωρίς καφενείο, χωρίς παπά, χωρίς δάσκαλο, το χωριό δεν είναι πια χωριό, δεν συνιστά κοινότητα, δεν λειτουργούν άξονες κοινωνικής συνοχής. Τα δύο καταστροφικότερα πολιτικά εγκλήματα μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών έχουν, και τα δυο, ιερά ονόματα: «Καποδίστριας» και «Καλλικράτης» – θανάτωσαν το κύτταρο της ιστορικής επιβίωσης του Ελληνισμού, τη μικρή αυτοδιαχειριζόμενη κοινότητα. Από τη μετοχή στην κοινότητα ξεκινούσε, αιώνες ολόκληρους, η δυναμική της κοινωνικής συνοχής, η αίσθηση ότι ανήκει το άτομο σε κοινή «πατρίδα». Στο χωριό «φτιάξαμε» πλατεία, «φτιάξαμε» σχολείο, έλεγε ο Ελληνας. Σήμερα, ακόμα και για το χαλάζι, διαμαρτύρεται επικαλούμενος δικαιώματα: «Πού είναι το κράτος»!
Εφιάλτης και η εξάλειψη της οικιακής οικονομίας: Η παραγωγή για την αυτοσυντήρηση είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τα λεγόμενα αγροτικά προϊόντα ενδιαφέρουν μόνο για το εμπόριο. Ο ίδιος ο παραγωγός για τις οικιακές του ανάγκες τρέχει στο σούπερ μάρκετ. Ο Ελληνας ζει πια μόνο με ρευστό χρήμα: μισθό, επίδομα, σύνταξη, χαριστικές κομματικές παροχές. Δέκα χρόνια βυθισμένη η χώρα στην πιο ταπεινωτική, αδιέξοδη χρεοκοπία, αλλά οι «αγρότες» συνεχίζουν να εκβιάζουν αποκλείοντας το οδικό δίκτυο με πανάκριβα θηριώδη τακτέρ (στη Γαλλία κάθε τέτοιο τρακτέρ είναι συνιδιοκτησία περίπου δέκα οικογενειών). Κάποτε ο αγρότης ένιωθε (και ήταν) δημιουργός, όπως ο καλλιτέχνης, τώρα νιώθει «γεωργικός τεχνολόγος» και έμπορος. Τα «ντελίβερι» είναι ο κύριος τρόπος επισιτισμού των Ελλήνων, αλλά και το γενικευμένο «όραμα»: να μη δουλεύει κανείς για τίποτα, να μας μισθοδοτεί όλους το κράτος, όπως στη Σαουδική Αραβία, ούτε καν να μαγειρεύουμε (ή μόνο από χόμπι).
Στην Ελλάδα χάθηκαν τα χωριά, όπως χάθηκε και από τις πόλεις η γειτονιά, όχι επειδή άλλαξε η λειτουργία της Οικονομίας, οι όροι της παραγωγής και της εμπορίας των αγαθών. Χάθηκαν τα χωριά επειδή πρώτα χάθηκε το σχολειό, η παιδεία έγινε χρηστική, έγινε «εφόδιο», «χαρτί» ανταλλακτικό του διορισμού, δηλαδή της ραστώνης.
Για να ξαναφυτρώσει κοινωνία σχέσεων, κοινοτικός βίος αλλά και αστικός, να αναχαιτιστεί η γάγγραινα του ατομοκεντρισμού, η εφιαλτική μοναξιά των «δικαιωμάτων», ο σκοταδισμός του μηδενισμού, του «με κάθε θυσία εξευρωπαϊσμού», είναι ανάγκη να ξαναγεννηθεί σχολειό. Η μάθηση χαρά και η συνύπαρξη γιορτή, η γλώσσα έρωτας, η πατρίδα καύχηση, η άμιλλα άθλημα αριστείας.
Επέτειος σήμερα εορταστική ελευθερίας, βγαλμένης από κόκαλα ιερά. Και σπαταλημένης ανίερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου