Από την "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ"
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/17
1. Γιατί (δεν) χαίρεται ο κόσμος...
Του Παντελή Μπουκάλα
«Κάθε αρχή και δύσκολη»; Για τους λεγόμενους απλούς ανθρώπους αυτού του κόσμου, αλλά και για όσους ηγέτες του είναι επαρκώς καλλιεργημένοι ώστε να διδαχθούν μετριοφροσύνη από την Ιστορία, το ξεκίνημα κάθε σοβαρής προσπάθειας είναι εξαιρετικά δύσκολο: νέο πεδίο, σχετικά άγνωστο, νέος ρόλος, νέοι άνθρωποι δίπλα σου, αλλά και απέναντί σου. Για τον 45ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών όμως, τον κ. Ντόναλντ Τραμπ, και την αυτοπεποίθησή του, που έχει εξαλλαγεί προ πολλού σε εριστικά επιδεικνυόμενη φιλαυτία, τίποτε δεν φαίνεται δύσκολο. Ούτε καν το υψηλότερο και πολυπλοκότερο επί γης αξίωμα: του πλανητάρχη.
Οταν πάντως διαβεβαιώνει πως όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, μια και έχει τον Θεό μαζί του, δεν το κάνει επειδή τον οδηγεί σε αυτό η πίστη του στα θεία, άλλωστε η πεποίθηση πως «ο Θεός ευλογεί την Αμερική» είναι τόσο άδεια θεολογικά και θρησκειολογικά όσο και η δική μας σιγουριά πως «ο Θεός είναι Ελληνας». Τον εμπνέει η απόλυτη εμπιστοσύνη του στον θαυματουργό ή καπάτσο εαυτό του κατ’ αρχάς, και κατά δεύτερο λόγο στην κυβέρνηση μεγιστάνων που συγκρότησε, προφανώς καλών χριστιανών, οι οποίοι, σαν απολύτως ταυτισμένοι με τη διαπλοκή, μπορούν να την πατάξουν μια ώρα αρχύτερα, για να βοηθήσουν τους πληβείους της πατρίδας τους. Οι μόνοι που φαίνεται πως υπολήπτονται τον θεατρικό χριστιανισμό του νέου προέδρου των ΗΠΑ είναι οι εξ ακροδεξιών Ελληνες θρήσκοι, που τον οραματίζονται ήδη στα πρωτοσέλιδά τους να λειτουργείται (ή μήπως να λειτουργεί ο ίδιος, καισαιροπαπικά;) στην Αγια-Σοφιά και, περίπου, να αποκαθιστά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, από κοινού εννοείται με τον κ. Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο φιλοτραμπικός ενθουσιασμός τους συναγωνίζεται τον ενθουσιασμό που εκδηλώθηκε κατά τη χειμερινή σύναξη ακροδεξιών «εθνοφυλάκων» (Γάλλων, Γερμανών, Ιταλών, Ολλανδών, Αυστριακών) στη γερμανική πόλη Κόμπλεντς, όπου η κ. Μαρίν Λεπέν έδωσε διαστάσεις τρόμου στο μήνυμα βαθιάς ανησυχίας που συνιστά η προεδρία Τραμπ, κηρύσσοντας ότι «ζούμε τη γέννηση του νέου κόσμου».
Στις διχαστικές δηλώσεις του, ο κ. Τραμπ δεν παραλείπει να διαβεβαιώνει ότι με τη δική του ηγεμονία «η εξουσία επιστρέφει στον λαό». Πρέπει να είναι η μοναδική φορά που το κλισέ αυτό έχει κάποια αλήθεια, εντελώς διαφορετική φυσικά από εκείνη που φαντάζεται ο Αμερικανός πρόεδρος: οι κινητοποιήσεις που ακολούθησαν την ορκωμοσία του, πρωτοφανώς μαζικές και μαχητικές, όπου όλες οι απειλούμενες κοινωνικές ομάδες διαδήλωσαν τον φόβο τους αλλά και την αποφασιστικότητά τους, δεν συνιστούν φυσικά επιστροφή της εξουσίας στον λαό. Πιστοποιούν ωστόσο ότι οι εκ προοιμίου απόβλητοι του κατά Τραμπ «νέου κόσμου», αυτής της «ξανά μεγάλης» λευκής, αρσενικής, μισαλλόδοξης, «πατριωτικής» Αμερικής, έχουν και αυτοί λόγο και δικαιώματα – και βούληση να τα διεκδικήσουν. Κάποια στιγμή, δεν μπορεί, ακόμα και ο κ. Τραμπ θα αντιληφθεί ότι άλλο ριάλιτι και άλλο κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/17
2. Ο Τραμπ ως χειρονομία
Του Ηλία Μαγκλίνη
Η τέχνη με προετοίμασε για να γίνω πατέρας. Και αυτό είναι ένα πολιτικό σχόλιο. Εξηγούμαι: εννοείται ότι η μύηση στην τέχνη και στην ιστορία των ιδεών δεν αποτελεί προϋπόθεση για να γίνει κάποιος πατέρας. Δηλώνω απλώς πώς λειτούργησε σε εμένα προσωπικά. Ετσι κι αλλιώς, στο βάθος, όλοι είμαστε λίγο - πολύ μυημένοι στην τέχνη. Δεν χρειάζεται να είσαι ούτε ειδικός ούτε «κουλτουριάρης». Ο καθένας από εμάς έχει αγαπήσει ένα τραγούδι, έχει συγκινηθεί με μια ταινία, έχει ενθουσιαστεί με ένα βιβλίο, λογοτεχνικό ή μη. Χωρίς να το αντιληφθούμε, κάθε μικρή, ελάχιστη επίδραση από ένα έργο τέχνης και σκέψης, μεγάλο ή μικρό, διαχρονικό ή εφήμερο, «υψηλό» ή ποπ, είναι ένα αποτύπωμα πάνω στον εσωτερικό χάρτη της ευαισθησίας μας· σμιλεύει τη σκέψη μας, την αντίληψή μας για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Βεβαίως, η τέχνη και ο στοχασμός δεν αρκούν για να σε κάνουν άνθρωπο: οι ναζί άκουγαν Σούμπερτ αλλά έκαιγαν ανθρώπους.
Ας μην πιάσουμε όμως ψυχοπαθολογίες, συλλογικές ή ατομικές· ας αφήσουμε για λίγο τις ειδικές εκείνες περιπτώσεις όπου ακόμα και ένας φιλήσυχος φαινομενικά άνθρωπος μπορεί να γίνει τέρας. Ούτε η τέχνη θα τον σταματήσει έναν τέτοιο άνθρωπο. Οταν όμως κάποιος που δεν κινδυνεύει από μετάλλαξη, νανουρίζει το παιδί του με ένα τραγούδι ή με ένα παραμύθι (ή και το παιδί κάποιου άλλου), ακόμα και παντελώς άσχετος να είναι με τα λεγόμενα «πολιτιστικά», έστω και για λίγο, περνάει σε μιαν άλλη σφαίρα ύπαρξης, κι ας μην το καταλαβαίνει.
Η προσωπική μου εμπειρία υπαγορεύει πώς ένα τραγούδι του Ντέιβιντ Μπόουι, μια ταινία του Κιούμπρικ, η Μεγάλη Λειτουργία του Μότσαρτ, ο Οιδίπους και ο Πρόσπερο, το «Danny Boy» του Μπιλ Εβανς, ένα διήγημα του Βιζυηνού, ένα χειμαρρώδες ποίημα του Ουίτμαν, μια θαλασσογραφία του Τέρνερ ή ένα κερί του Μποκόρου, ένα γυμνό του Ρόρρη, μια χορογραφία του Τζιν Κέλι, τα «Σημειωματάρια» του Καμί, «Η ιστορία των δύο πόλεων» του Ντίκενς, ο «Χορός με τη σκιά μου» του Χατζιδάκι, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόζεφ Κόνραντ, ο Γκράχαμ Γκριν και ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, η «Κίχλη» του Σεφέρη, οι συμφωνίες του Μπραμς, η «Απασιονάτα» του Μπετόβεν, ο Κουπρέν και ο Σκαρλάτι, οι χελώνες του Δαρβίνου, τα τηλεσκόπια του Γαλιλαίου, οι απορίες του Νεύτωνα, οι θεωρίες του Αϊνστάιν κι ένα σωρό ακόμα μείζονα και ελάσσονα ίχνη της ανθρώπινης ευφυΐας, όλα με μύησαν σταδιακά σε αυτή την αίσθηση –φευγαλέα μα διαπεραστική, οριστική–, ότι το θαύμα δεν έχει ανάγκη από καμία υπερφυσική δύναμη για να συντελεστεί, ότι ο χρόνος δεν είναι μόνον συντελεστής φθοράς αλλά παράγοντας διάρκειας. Είναι αυτή η μοναδική εμπειρία ενός θαύματος, καθ’ όλα πραγματικού, που είναι η γέννηση και το μεγάλωμα ενός παιδιού –κάθε παιδιού, κάθε χρώματος και φυλής–, και που εν σπέρματι είχα ψυλλιαστεί χάρη στις αφηγήσεις, στον στοχασμό, στο παιχνίδι της επινόησης και της μνήμης.
Είπα στην αρχή πως αυτό είναι ένα πολιτικό σχόλιο. Γιατί; Διότι έχω την αίσθηση πως όλο αυτό είναι κάτι που ένας οπαδός του Ντόναλντ Τραμπ δεν θα καταλάβει ποτέ. Ή απλώς δεν θα παραδεχθεί ποτέ· δεν θα καταδεχθεί να περιπέσει σε τέτοιες περιττές, ανούσιες ευαισθησίες. Και, λέγοντας «Τραμπ» εδώ, δεν εννοώ κατ’ ανάγκην το συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά και άλλα παρόμοια, εκτός Αμερικής. Σκέφτομαι τους «συγγενείς του»: έξαλλους Ελληνες υπουργούς, Γάλλους εθνικιστές, πληθωρικούς Ιταλούς, Αγγλους αντιευρωπαϊστές, άξεστους Ρώσους. Ο Τραμπ είναι παντού, έχει σουξέ. Τον σκέφτομαι λοιπόν ως τρόπο σκέψης, χειρονομία. Αν ένας Ομπάμα είναι «λίγος» και θέλουμε κάποιον «πολύ» γι’ αυτό τον κόσμο, τότε ο κόσμος έχει πρόβλημα. Οταν δεν έχει ανάγκη από τέχνες και πατέρες αλλά από λυσσασμένα σκυλιά που αφρίζουν, we are in a world of shit. Το αφήνω αμετάφραστο κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
3. Γκροτέσκο
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Οταν είδα γυναίκες με μαντίλα ανάμεσα στο πλήθος των περίπου διακοσίων ατόμων που διαδήλωσαν στην Αθήνα κατά του «σεξιστή» Τραμπ, σκέφτηκα τον στίχο του Σαββόπουλου: «Δεν υπάρχει ελπίς. Στην Ελλάδα ζεις». Και παρότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μόνο συμπαθής δεν μου είναι, είπα πως άνθρωπος είναι και γι’ αυτό δεν αξίζει τόση και τέτοια σκληρότητα. Δεν τον άφησαν να χαρεί ούτε μια μέρα την ενθρόνισή του. Υπέθεσα, δε, πως οι επιτελείς του δεν θα τόλμησαν να του δείξουν τις εικόνες από την Αθήνα. Η δύναμη των φεμινιστριών με τις μαντίλες είναι ικανή να καταβάλει το σθένος ακόμη και ενός προέδρου των ΗΠΑ. Δεν ξέρω τι να πρωτοθαυμάσω: τον παραλογισμό της μαντίλας που φωνάζει κατά του σεξισμού και του πολέμου ή τις απέλπιδες προσπάθειες που καταβάλλουν οι καρατερίστες των κοινωνικών αγώνων για να μας πείσουν ότι υπάρχουν;
Πλην όμως. Ακόμη και του παραλογισμού την ΠΟΠ μάς έκλεψαν οι λαίμαργοι. Διότι διεπίστωσα ότι οι μαντίλες ήσαν παρούσες και στη διαδήλωση κατά του Τραμπ που έγινε στην Ουάσιγκτον. Εκεί οι διαδηλωτές ήσαν λίγο περισσότεροι από την Αθήνα, γύρω στις 500.000, όμως οι αριθμοί δεν έχουν σημασία. Οι άνθρωποι μετρούν. Εκεί, ανάμεσα στους διοργανωτές της διαμαρτυρίας φιγουράρει η κ. Λίντα Σαρσούρ, μουσουλμάνα ακτιβίστρια κατά της ισλαμοφοβίας, Παλαιστίνια, με συγγενείς που έχουν διωχθεί στο Ισραήλ λόγω συνεργασίας με τη Χαμάς, ενώ η ίδια πρόσκειται στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, οργάνωση που ενδέχεται να κηρύξει ο Τραμπ τρομοκρατική. Κατά τα άλλα, προπαγανδίζει τη σαρία και φορώντας τη μαντίλα της διαδήλωσε δίπλα σε άλλες γυναίκες, μεταμφιεσμένες σε τεράστια αιδοία.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων. Θεωρώ ότι ο Τραμπ αντιπροσωπεύει αυτήν την αμερικανική βλαχιά που πολλοί φοβούνται και ακόμη περισσότεροι αντιπαθούν. Το ζήτημα είναι εν μέρει αισθητικό. Οφείλει ένα μεγάλο μέρος της δημοτικότητάς του στην ξεδιαντροπιά και στο θράσος του μεγάλου χρήματος που επιδεικνύει απροκάλυπτα. Το ζήτημα είναι κατεξοχήν πολιτικό. Με την πρώτη του κιόλας εμφάνιση ως προέδρου έδωσε το στίγμα του. Θα είναι ο πρόεδρος αυτών που ο ίδιος θεωρεί «ριγμένους» από το σύστημα, των γνήσιων Αμερικανών που αγοράζουν αμερικανικά και δίνουν δουλειά σε Αμερικανούς. Κοινώς η Αμερική ανήκει στους Αμερικανούς, όπως και η Ελλάδα ανήκε στους Eλληνες, για να μην παριστάνουμε τις αθώες περιστερές.
Η εκλογή του είναι σύμπτωμα της κόπωσης που έχει καταλάβει τον δυτικό κόσμο, κυρίως από την καταχρηστική εξουσία των ηθικολόγων της πολιτικής ορθότητας που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τα κοινωνικά κεκτημένα; Κινδυνεύει όμως να μετατρέψει τον αγώνα της απελευθέρωσης από τον ολοκληρωτισμό της ενιαίας σκέψης σε μια γκροτέσκα αντίδραση, της οποίας το μόνο έρμα είναι η πρόκληση.
Το αντίδοτο όμως στο γκροτέσκο δεν είναι το γκροτέσκο. Η απάντηση στον Τραμπ δεν είναι ούτε η Μαντόνα ούτε η μαντίλα που διαδηλώνει κατά του σεξισμού. Μου θυμίζουν τους δικούς μας συνδικαλιστές, που υπερασπίζονταν τα κεκτημένα τους. Η κρίση της Δύσης, που ανέδειξε η εκλογή Τραμπ, σηματοδοτεί την ανάγκη της επανεξέτασης των αξιών που στήριξαν ώς εδώ το οικοδόμημα. Ο Τραμπ προτείνει μια επανάσταση του γκροτέσκου. Και ο κόσμος κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια γκροτέσκα σύγκρουση.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/17
1. Γιατί (δεν) χαίρεται ο κόσμος...
Του Παντελή Μπουκάλα
«Κάθε αρχή και δύσκολη»; Για τους λεγόμενους απλούς ανθρώπους αυτού του κόσμου, αλλά και για όσους ηγέτες του είναι επαρκώς καλλιεργημένοι ώστε να διδαχθούν μετριοφροσύνη από την Ιστορία, το ξεκίνημα κάθε σοβαρής προσπάθειας είναι εξαιρετικά δύσκολο: νέο πεδίο, σχετικά άγνωστο, νέος ρόλος, νέοι άνθρωποι δίπλα σου, αλλά και απέναντί σου. Για τον 45ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών όμως, τον κ. Ντόναλντ Τραμπ, και την αυτοπεποίθησή του, που έχει εξαλλαγεί προ πολλού σε εριστικά επιδεικνυόμενη φιλαυτία, τίποτε δεν φαίνεται δύσκολο. Ούτε καν το υψηλότερο και πολυπλοκότερο επί γης αξίωμα: του πλανητάρχη.
Οταν πάντως διαβεβαιώνει πως όλα θα πάνε κατ’ ευχήν, μια και έχει τον Θεό μαζί του, δεν το κάνει επειδή τον οδηγεί σε αυτό η πίστη του στα θεία, άλλωστε η πεποίθηση πως «ο Θεός ευλογεί την Αμερική» είναι τόσο άδεια θεολογικά και θρησκειολογικά όσο και η δική μας σιγουριά πως «ο Θεός είναι Ελληνας». Τον εμπνέει η απόλυτη εμπιστοσύνη του στον θαυματουργό ή καπάτσο εαυτό του κατ’ αρχάς, και κατά δεύτερο λόγο στην κυβέρνηση μεγιστάνων που συγκρότησε, προφανώς καλών χριστιανών, οι οποίοι, σαν απολύτως ταυτισμένοι με τη διαπλοκή, μπορούν να την πατάξουν μια ώρα αρχύτερα, για να βοηθήσουν τους πληβείους της πατρίδας τους. Οι μόνοι που φαίνεται πως υπολήπτονται τον θεατρικό χριστιανισμό του νέου προέδρου των ΗΠΑ είναι οι εξ ακροδεξιών Ελληνες θρήσκοι, που τον οραματίζονται ήδη στα πρωτοσέλιδά τους να λειτουργείται (ή μήπως να λειτουργεί ο ίδιος, καισαιροπαπικά;) στην Αγια-Σοφιά και, περίπου, να αποκαθιστά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, από κοινού εννοείται με τον κ. Βλαντιμίρ Πούτιν. Ο φιλοτραμπικός ενθουσιασμός τους συναγωνίζεται τον ενθουσιασμό που εκδηλώθηκε κατά τη χειμερινή σύναξη ακροδεξιών «εθνοφυλάκων» (Γάλλων, Γερμανών, Ιταλών, Ολλανδών, Αυστριακών) στη γερμανική πόλη Κόμπλεντς, όπου η κ. Μαρίν Λεπέν έδωσε διαστάσεις τρόμου στο μήνυμα βαθιάς ανησυχίας που συνιστά η προεδρία Τραμπ, κηρύσσοντας ότι «ζούμε τη γέννηση του νέου κόσμου».
Στις διχαστικές δηλώσεις του, ο κ. Τραμπ δεν παραλείπει να διαβεβαιώνει ότι με τη δική του ηγεμονία «η εξουσία επιστρέφει στον λαό». Πρέπει να είναι η μοναδική φορά που το κλισέ αυτό έχει κάποια αλήθεια, εντελώς διαφορετική φυσικά από εκείνη που φαντάζεται ο Αμερικανός πρόεδρος: οι κινητοποιήσεις που ακολούθησαν την ορκωμοσία του, πρωτοφανώς μαζικές και μαχητικές, όπου όλες οι απειλούμενες κοινωνικές ομάδες διαδήλωσαν τον φόβο τους αλλά και την αποφασιστικότητά τους, δεν συνιστούν φυσικά επιστροφή της εξουσίας στον λαό. Πιστοποιούν ωστόσο ότι οι εκ προοιμίου απόβλητοι του κατά Τραμπ «νέου κόσμου», αυτής της «ξανά μεγάλης» λευκής, αρσενικής, μισαλλόδοξης, «πατριωτικής» Αμερικής, έχουν και αυτοί λόγο και δικαιώματα – και βούληση να τα διεκδικήσουν. Κάποια στιγμή, δεν μπορεί, ακόμα και ο κ. Τραμπ θα αντιληφθεί ότι άλλο ριάλιτι και άλλο κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/17
2. Ο Τραμπ ως χειρονομία
Του Ηλία Μαγκλίνη
Η τέχνη με προετοίμασε για να γίνω πατέρας. Και αυτό είναι ένα πολιτικό σχόλιο. Εξηγούμαι: εννοείται ότι η μύηση στην τέχνη και στην ιστορία των ιδεών δεν αποτελεί προϋπόθεση για να γίνει κάποιος πατέρας. Δηλώνω απλώς πώς λειτούργησε σε εμένα προσωπικά. Ετσι κι αλλιώς, στο βάθος, όλοι είμαστε λίγο - πολύ μυημένοι στην τέχνη. Δεν χρειάζεται να είσαι ούτε ειδικός ούτε «κουλτουριάρης». Ο καθένας από εμάς έχει αγαπήσει ένα τραγούδι, έχει συγκινηθεί με μια ταινία, έχει ενθουσιαστεί με ένα βιβλίο, λογοτεχνικό ή μη. Χωρίς να το αντιληφθούμε, κάθε μικρή, ελάχιστη επίδραση από ένα έργο τέχνης και σκέψης, μεγάλο ή μικρό, διαχρονικό ή εφήμερο, «υψηλό» ή ποπ, είναι ένα αποτύπωμα πάνω στον εσωτερικό χάρτη της ευαισθησίας μας· σμιλεύει τη σκέψη μας, την αντίληψή μας για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Βεβαίως, η τέχνη και ο στοχασμός δεν αρκούν για να σε κάνουν άνθρωπο: οι ναζί άκουγαν Σούμπερτ αλλά έκαιγαν ανθρώπους.
Ας μην πιάσουμε όμως ψυχοπαθολογίες, συλλογικές ή ατομικές· ας αφήσουμε για λίγο τις ειδικές εκείνες περιπτώσεις όπου ακόμα και ένας φιλήσυχος φαινομενικά άνθρωπος μπορεί να γίνει τέρας. Ούτε η τέχνη θα τον σταματήσει έναν τέτοιο άνθρωπο. Οταν όμως κάποιος που δεν κινδυνεύει από μετάλλαξη, νανουρίζει το παιδί του με ένα τραγούδι ή με ένα παραμύθι (ή και το παιδί κάποιου άλλου), ακόμα και παντελώς άσχετος να είναι με τα λεγόμενα «πολιτιστικά», έστω και για λίγο, περνάει σε μιαν άλλη σφαίρα ύπαρξης, κι ας μην το καταλαβαίνει.
Η προσωπική μου εμπειρία υπαγορεύει πώς ένα τραγούδι του Ντέιβιντ Μπόουι, μια ταινία του Κιούμπρικ, η Μεγάλη Λειτουργία του Μότσαρτ, ο Οιδίπους και ο Πρόσπερο, το «Danny Boy» του Μπιλ Εβανς, ένα διήγημα του Βιζυηνού, ένα χειμαρρώδες ποίημα του Ουίτμαν, μια θαλασσογραφία του Τέρνερ ή ένα κερί του Μποκόρου, ένα γυμνό του Ρόρρη, μια χορογραφία του Τζιν Κέλι, τα «Σημειωματάρια» του Καμί, «Η ιστορία των δύο πόλεων» του Ντίκενς, ο «Χορός με τη σκιά μου» του Χατζιδάκι, ο Ιούλιος Βερν και ο Τζόζεφ Κόνραντ, ο Γκράχαμ Γκριν και ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ, η «Κίχλη» του Σεφέρη, οι συμφωνίες του Μπραμς, η «Απασιονάτα» του Μπετόβεν, ο Κουπρέν και ο Σκαρλάτι, οι χελώνες του Δαρβίνου, τα τηλεσκόπια του Γαλιλαίου, οι απορίες του Νεύτωνα, οι θεωρίες του Αϊνστάιν κι ένα σωρό ακόμα μείζονα και ελάσσονα ίχνη της ανθρώπινης ευφυΐας, όλα με μύησαν σταδιακά σε αυτή την αίσθηση –φευγαλέα μα διαπεραστική, οριστική–, ότι το θαύμα δεν έχει ανάγκη από καμία υπερφυσική δύναμη για να συντελεστεί, ότι ο χρόνος δεν είναι μόνον συντελεστής φθοράς αλλά παράγοντας διάρκειας. Είναι αυτή η μοναδική εμπειρία ενός θαύματος, καθ’ όλα πραγματικού, που είναι η γέννηση και το μεγάλωμα ενός παιδιού –κάθε παιδιού, κάθε χρώματος και φυλής–, και που εν σπέρματι είχα ψυλλιαστεί χάρη στις αφηγήσεις, στον στοχασμό, στο παιχνίδι της επινόησης και της μνήμης.
Είπα στην αρχή πως αυτό είναι ένα πολιτικό σχόλιο. Γιατί; Διότι έχω την αίσθηση πως όλο αυτό είναι κάτι που ένας οπαδός του Ντόναλντ Τραμπ δεν θα καταλάβει ποτέ. Ή απλώς δεν θα παραδεχθεί ποτέ· δεν θα καταδεχθεί να περιπέσει σε τέτοιες περιττές, ανούσιες ευαισθησίες. Και, λέγοντας «Τραμπ» εδώ, δεν εννοώ κατ’ ανάγκην το συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά και άλλα παρόμοια, εκτός Αμερικής. Σκέφτομαι τους «συγγενείς του»: έξαλλους Ελληνες υπουργούς, Γάλλους εθνικιστές, πληθωρικούς Ιταλούς, Αγγλους αντιευρωπαϊστές, άξεστους Ρώσους. Ο Τραμπ είναι παντού, έχει σουξέ. Τον σκέφτομαι λοιπόν ως τρόπο σκέψης, χειρονομία. Αν ένας Ομπάμα είναι «λίγος» και θέλουμε κάποιον «πολύ» γι’ αυτό τον κόσμο, τότε ο κόσμος έχει πρόβλημα. Οταν δεν έχει ανάγκη από τέχνες και πατέρες αλλά από λυσσασμένα σκυλιά που αφρίζουν, we are in a world of shit. Το αφήνω αμετάφραστο κι όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
"Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ", 24/01/17 |
εναντίον
γκροτέσκου
Του Τάκη Θεοδωρόπουλου
Οταν είδα γυναίκες με μαντίλα ανάμεσα στο πλήθος των περίπου διακοσίων ατόμων που διαδήλωσαν στην Αθήνα κατά του «σεξιστή» Τραμπ, σκέφτηκα τον στίχο του Σαββόπουλου: «Δεν υπάρχει ελπίς. Στην Ελλάδα ζεις». Και παρότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μόνο συμπαθής δεν μου είναι, είπα πως άνθρωπος είναι και γι’ αυτό δεν αξίζει τόση και τέτοια σκληρότητα. Δεν τον άφησαν να χαρεί ούτε μια μέρα την ενθρόνισή του. Υπέθεσα, δε, πως οι επιτελείς του δεν θα τόλμησαν να του δείξουν τις εικόνες από την Αθήνα. Η δύναμη των φεμινιστριών με τις μαντίλες είναι ικανή να καταβάλει το σθένος ακόμη και ενός προέδρου των ΗΠΑ. Δεν ξέρω τι να πρωτοθαυμάσω: τον παραλογισμό της μαντίλας που φωνάζει κατά του σεξισμού και του πολέμου ή τις απέλπιδες προσπάθειες που καταβάλλουν οι καρατερίστες των κοινωνικών αγώνων για να μας πείσουν ότι υπάρχουν;
Πλην όμως. Ακόμη και του παραλογισμού την ΠΟΠ μάς έκλεψαν οι λαίμαργοι. Διότι διεπίστωσα ότι οι μαντίλες ήσαν παρούσες και στη διαδήλωση κατά του Τραμπ που έγινε στην Ουάσιγκτον. Εκεί οι διαδηλωτές ήσαν λίγο περισσότεροι από την Αθήνα, γύρω στις 500.000, όμως οι αριθμοί δεν έχουν σημασία. Οι άνθρωποι μετρούν. Εκεί, ανάμεσα στους διοργανωτές της διαμαρτυρίας φιγουράρει η κ. Λίντα Σαρσούρ, μουσουλμάνα ακτιβίστρια κατά της ισλαμοφοβίας, Παλαιστίνια, με συγγενείς που έχουν διωχθεί στο Ισραήλ λόγω συνεργασίας με τη Χαμάς, ενώ η ίδια πρόσκειται στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, οργάνωση που ενδέχεται να κηρύξει ο Τραμπ τρομοκρατική. Κατά τα άλλα, προπαγανδίζει τη σαρία και φορώντας τη μαντίλα της διαδήλωσε δίπλα σε άλλες γυναίκες, μεταμφιεσμένες σε τεράστια αιδοία.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων. Θεωρώ ότι ο Τραμπ αντιπροσωπεύει αυτήν την αμερικανική βλαχιά που πολλοί φοβούνται και ακόμη περισσότεροι αντιπαθούν. Το ζήτημα είναι εν μέρει αισθητικό. Οφείλει ένα μεγάλο μέρος της δημοτικότητάς του στην ξεδιαντροπιά και στο θράσος του μεγάλου χρήματος που επιδεικνύει απροκάλυπτα. Το ζήτημα είναι κατεξοχήν πολιτικό. Με την πρώτη του κιόλας εμφάνιση ως προέδρου έδωσε το στίγμα του. Θα είναι ο πρόεδρος αυτών που ο ίδιος θεωρεί «ριγμένους» από το σύστημα, των γνήσιων Αμερικανών που αγοράζουν αμερικανικά και δίνουν δουλειά σε Αμερικανούς. Κοινώς η Αμερική ανήκει στους Αμερικανούς, όπως και η Ελλάδα ανήκε στους Eλληνες, για να μην παριστάνουμε τις αθώες περιστερές.
Η εκλογή του είναι σύμπτωμα της κόπωσης που έχει καταλάβει τον δυτικό κόσμο, κυρίως από την καταχρηστική εξουσία των ηθικολόγων της πολιτικής ορθότητας που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τα κοινωνικά κεκτημένα; Κινδυνεύει όμως να μετατρέψει τον αγώνα της απελευθέρωσης από τον ολοκληρωτισμό της ενιαίας σκέψης σε μια γκροτέσκα αντίδραση, της οποίας το μόνο έρμα είναι η πρόκληση.
Το αντίδοτο όμως στο γκροτέσκο δεν είναι το γκροτέσκο. Η απάντηση στον Τραμπ δεν είναι ούτε η Μαντόνα ούτε η μαντίλα που διαδηλώνει κατά του σεξισμού. Μου θυμίζουν τους δικούς μας συνδικαλιστές, που υπερασπίζονταν τα κεκτημένα τους. Η κρίση της Δύσης, που ανέδειξε η εκλογή Τραμπ, σηματοδοτεί την ανάγκη της επανεξέτασης των αξιών που στήριξαν ώς εδώ το οικοδόμημα. Ο Τραμπ προτείνει μια επανάσταση του γκροτέσκου. Και ο κόσμος κινδυνεύει να βυθιστεί σε μια γκροτέσκα σύγκρουση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου