Από "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 08-09/04/23 |
ΤΟΥ Ι.Κ.ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗ
Τέσσερις δημοσκοπήσεις του τελευταίου δεκαημέρου φαίνεται να πιστοποιούν ότι η γενική πολιτική εικόνα αποκαθίσταται μετά τη διαταραχή που προκάλεσε η τραγωδία των Τεμπών (κατά σειρά GPO, Metron, Marc, Pulse).
Το προβάδισμα της ΝΔ επιστρέφει πάνω από 5 μονάδες ή γύρω από αυτές ενώ κυρίαρχη παραμένει η εικόνα του Πρωθυπουργού σε σχέση με τους αντιπάλους του.
Η ηγεμονία του κυβερνητικού μπλοκ ανασυγκροτήθηκε με μεγάλη ταχύτητα. Ενδεικτικά, το κυβερνητικό επιτελείο προσδοκούσε ότι αυτή η εκτόνωση θα μπορούσε να συντελεστεί κατά τη διάρκεια του Πάσχα ώστε να μείνουν πέντε εβδομάδες κάπως αποφορτισμένες έως τις εκλογές της 21ης Μαΐου.
Στην πραγματικότητα καταγράφηκε περίπου τρεις εβδομάδες νωρίτερα, ουσιαστικά από την τελευταία εβδομάδα του Μαρτίου.
Κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει αν η αποκατάσταση αυτή θα είναι πλήρης ή μερική. Προς το παρόν πάντως οι πληγές που (αναμφισβήτητα) αφήνει πίσω της η τραγωδία των Τεμπών δεν μοιάζουν ανεπούλωτες.
Ο καθένας μπορεί φυσικά να ερμηνεύσει ή να αξιολογήσει όπως νομίζει το γεγονός, δεν είναι αυτό το ζήτημά μου.
Θέλω απλώς να σημειώσω πως δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει κάτι τέτοιο και συνεπώς κάτι σημαίνει.
Σε όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη (2019 - 2023) είχαμε αλλεπάλληλες περιπτώσεις κρίσεων που, αν και χωρίς τα ίδια χαρακτηριστικά ούτε το ίδιο περιεχόμενο, αντιμετωπίστηκαν με τον ίδιο τρόπο από την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση.
Και είχαν το ίδιο αποτέλεσμα: δεν κατάφεραν να κλονίσουν την κυβέρνηση.
Σημειώνω με χρονολογική σειρά κι ελπίζω να μην παραλείπω κάτι σοβαρό.
* Την εισβολή στον Εβρο (2020).
* Τα ελληνοτουρκικά (2020 και 2022).
* Τα υποχρεωτικά μέτρα για την Covid (2020 και 2021).
* Τις πυρκαγιές στη Βόρεια Εύβοια και την Αττική (2021).
* Την κακοκαιρία στην Αττική (2022).
* Τις υποκλοπές (2022).
* Τώρα το δυστύχημα στα Τέμπη.
Το σενάριο ήταν σχεδόν πανομοιότυπο.
Κάθε φορά είχαμε την καταγγελτική ολομέτωπη επίθεση στην κυβέρνηση είτε προέκυπτε είτε δεν προέκυπτε άμεση εμπλοκή της στην υπόθεση.
Κάθε φορά είχαμε μια προσπάθεια της αντιπολίτευσης και φίλων της να δημιουργήσουν γενική εικόνα κατακραυγής, απαξίας και «ηθικού πανικού».
Κάθε φορά εξελίχθηκε μια απόπειρα απονομιμοποίησης της κυβέρνησης με στόχο την ανατροπή ή την αποσταθεροποίησή της.
Και κάθε φορά οι προσπάθειες αυτές απέτυχαν ή εκφυλίστηκαν. Τόμπολα.
Μπορούμε φυσικά να αποδώσουμε την τελικά πανομοιότυπη έκβαση σε διάφορους παράγοντες. Από την ικανότητα που επέδειξε η κυβέρνηση στη διαχείριση κρίσεων, την ταχύτητα που είχε στο ριμπάουντ έως την ηγεμονία της στο κυρίαρχο επικοινωνιακό πεδίο.
Μπορούμε να μιλήσουμε για την ενδημική ανεπάρκεια των μέσων ενημέρωσης και την αδυναμία τους να ξεφύγουν από τη συνωμοσιολογία ή την «καταγγελιολογία» ή ακόμη και να καταλάβουν στοιχειωδώς τι συμβαίνει.
Στο μυαλό πολλών δημοσιογράφων πάντα υπάρχει κάτι «πίσω» από αυτό που βλέπουν και κάτι «άλλο» από εκείνο που χρειάζεται να καταλάβουν και δεν καταλαβαίνουν.
Μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για πάγια χαρακτηριστικά της πολιτικής μας κουλτούρας, μια κουλτούρα κατεξοχήν ανερμάτιστη και συγκινησιακή. Της οποίας όμως η οργή, η αγανάκτηση ή ο θυμός εξανεμίζονται με την ίδια ταχύτητα και ευκολία που εκδηλώθηκαν.
Η περίπτωση των Τεμπών είναι χαρακτηριστική του ορυμαγδού ηλιθιοτήτων που ακούστηκαν πριν εξαερωθούν και ξεχαστούν.
Ολα αυτά φυσικά λειτούργησαν τελικά υπέρ της κυβέρνησης και βοήθησαν τη διαχείριση των κρίσεων.
Δεν θα ήταν όμως αρκετά αν δεν ορθωνόταν σε κάθε περίπτωση και απέναντι στο πρόβλημα το πρόσωπο μιας αντιπολίτευσης που αποδείκνυε πεισματικά ότι ο σοβαρός δεν ήταν ο πιο φωνακλάς αλλά εκείνος που προσπαθούσε να διαχειριστεί την κατάσταση.
Νομίζω δηλαδή ότι αυτή η παρατεταμένη κυριαρχία της κυβέρνησης μπορεί να οφείλεται σε ικανότητές της (καλόπιστα δεν το αμφισβητώ...) αλλά κυρίως προκύπτει από την αδυναμία της άλλης πλευράς.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε «δικομματισμό» με την τυπική έννοια του όρου όπου το ένα κόμμα καθίσταται σχεδόν αυτόματα υποδοχέας της δυσαρέσκειας που προκαλεί το άλλο.
Αλλά (όπως σημειώσαμε πολλές φορές) έχουμε ένα σύστημα «ενάμισι κόμματος» όπου προφανώς το «ολόκληρο» κόμμα βρίσκεται σχεδόν δομικά σε θέση ισχύος απέναντι στο «μισό» και τα μικρότερα.
Αυτό το δομικό δεδομένο δεν γίνεται κατανοητό ή αποδίδεται από την αντιπολίτευση σε βλακώδεις αιτίες, όπως η «λίστα Πέτσα» ή ο «έλεγχος της ενημέρωσης σε βαθμό που σου προκαλεί αναγούλα» (Ν. Μαραντζίδης, «Η Αυγή», 2/4)
Στην πραγματικότητα όμως ήταν παρόν σε όλη τη διάρκεια της διακυβέρνησης Μητσοτάκη και λειτούργησε πολλές φορές και εκ των πραγμάτων σαν «μέσο έσχατης καταφυγής».
Συνέβη για παράδειγμα στην περίπτωση των υποκλοπών.
Διότι όταν ένα σύστημα εξουσίας είναι ουσιαστικά το μοναδικό ή έστω το μόνο ρεαλιστικό σε συνθήκες δημοκρατίας, η αποσταθεροποίησή του έχει μεγάλο κόστος για τον τόπο ώστε να την επιχειρήσει κάποιος με ελαφριά καρδιά.
Αυτό το κόστος αντιμετώπισαν οι διάφοροι συνταγματολόγοι, πανεπιστημιακοί, ακαδημαϊκοί κ.λπ. που πρόταξαν τις (όποιες) «ανησυχίες» ή τους (όποιους) «λογαριασμούς» τους έναντι της ομαλότητας.
Η κυβέρνηση από την πλευρά της δεν έχει δυσκολία να εκπροσωπεί τη δημοκρατική σταθερότητα ακόμη και στα δύσκολα, κυρίως όταν είναι η μόνη που ενδιαφέρεται να την εκπροσωπήσει.
Νομίζω όμως ότι είμαι σαφής. Η ευκολία της κυβέρνησης να υπερβαίνει τις κρίσεις που αντιμετωπίζει δεν είναι άσχετη με την πολιτική ανισορροπία που χαρακτηρίζει το κομματικό μας σύστημα.
Και η οποία δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα ανατραπεί στις προσεχείς εκλογές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου