οι κηπουροι τησ αυγησ

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΕΚΛΕΚΤΟΣ ΤΩΝ ΕΚΛΕΚΤΩΝ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, ΠΟΥ ΜΑΣ ΑΦΗΣΕ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ 77 ΕΤΩΝ....



Είναι βαρειά η απώλεια από το θάνατο του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου: Μάς άφησε ο εκλεκτός δημοσιογράφος με την ανεξάρτητη και διεισδυτική του γραφή, ο διανοητής που έβλεπε πέρα από τα επιφαινόμενα και το φαίνεσθαι των πραγμάτων, ο άνθρωπος της γλυκύτητας στην έκφραση, του ήρεμου, αλλά και περιεκτικού λόγου.Πολύπειρος, όσο ελάχιστοι δημοσιογράφοι, δεν σκέφθηκε ποτέ να ανταλλάξει την ευρύτατη γνώση του περί κοινά με αξιώματα.

Τον ήξερα τον Κωνσταντίνο, είχαμε επικοινωνία από χρόνια και τελικώς συνεργασθήκαμε τον Νοέμβριο του 2021, με την ιδιότητα του ως συνεπιμελητή και μετέχοντος αρθρογράφου, στην προετοιμασία και κυκλοφορία του συλλογικού βιβλίου “Έντεκα κείμενα γιά το ΄21-200 χρόνια μετά” που κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις “Κασταλία”.

Τιμώντας την μνήμη Του, παραθέτω αμέσως παρακάτω τρία κύρια σημεία από τη συμβολή του Αγγελόπουλου στην έκδοση αυτή, υπό τον τίτλο “Η νεώτερη Ελλάδα στους προβολείς της Ιστορίας”:

“…To 2021, το εθνικό κλίμα στην Ελλάδα είναι τέτοιο ώστε να προκαλεί στους χώρους της ελληνικής κοινωνίας έως και καυστικά σχόλια η ιδέα για τη διοργάνωση επίσημων εορταστικών εκδηλώσεων, που όμως θα ήταν δύσκολο, αν όχι και εντελώς άτοπο βεβαίως, να  απουσιάσουν απ’ τη δημόσια σκηνή. Δεν θα ήταν δυνατόν να περάσει εν σιωπή ή με μουρμουρητά η 200ετία. Η αλήθεια είναι ότι οι κατά συνθήκη πολιτικές «ελίτ» της χώρας μας, έχοντας συνείδηση της κατάστασης της κοινωνίας των κουρασμένων πολιτών της δεκαετίας 2010-2020, προσπαθούν να προσανατολίσουν -μάλλον να περιορίσουν- τον εορτασμό της εν λόγω επετείου πρωτίστως στην επιλεκτική προβολή των πιο λαμπρών ηρωϊκών αποσπασμάτων από την Επανάσταση του 1821.     Το τέχνασμα μπορεί να αποδώσει καρπούς στους διαχειριστές του, που επιθυμούν να εκτραπεί, κατά το δυνατόν εντελώς, η σκέψη των Ελλήνων πολιτών από τα ουσιώδη ζητήματα της 200ετίας, που βγήκε απ’ τη μήτρα της Επανάστασης και από τη σχέση της με τα πολιτικά και πολιτισμικά πράγματα του παρόντος. 
Εμείς, όμως, σκεπτόμαστε πως δεν αμφισβητείται στην Ελλάδα από πουθενά η μεγαλοσύνη της Εθνεγερσίας και τα εκπληκτικά κατορθώματα των αγωνιστών. Και δεύτερον, η Επανάσταση του 1821 συνοδεύεται από μια σημαντική και διαρκώς εμπλουτιζόμενη βιβλιογραφία Ελλήνων και ξένων ιστορικών και επιπλέον γιορτάζεται έτσι κι αλλιώς με λαμπρότητα κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου. Η Επέτειος δίνει, λοιπόν, σήμερα μια σπουδαία ευκαιρία για κάτι ευρύτερο και πιο βαθύ, για γόνιμη αξιολόγηση και αποτίμηση της συναρπαστικής ιστορικής διαδρομής της νεώτερης Ελλάδας, που μετέφερε το φως εκείνης της αστραπής του Εικοσιένα από τον ουρανό της Ιεράς Συμμαχίας στην ομίχλη του 2021, μέσα απ’ τη διαδρομή δύο αιώνων συναρπαστικών εξελίξεων.
……
Η Επανάσταση του 1821 είναι μία υπόθεση πολύ ισχυρότερη από όσο τη μετρούν πρόχειρα και βιαστικά στη δημόσια εκπαίδευση και στον καθημερινό πολιτισμό τους οι Έλληνες σήμερα. Δεν είναι υπόθεση ηρωϊκής «φουστανέλας», ούτε συνιστά πρωτοβάθμιο ιστορικό υλικό προσφερόμενο για εθνικό «μνημόσυνο» των ηρώων του Αγώνα και ρητορείες πατριωτικής ρουτίνας, που προκαλούν πλήξη και χασμουρητά στους μαθητές των ελληνικών σχολείων. Αυτό που ξεκίνησαν οι πρωταγωνιστές της Εθνεγερσίας, αυτό που αρχικά έμοιαζε να βγαίνει μέσα από μία τρελή εθνική φαντασίωση, από τα οράματα του Ρήγα και από τα έργα μίας φωτισμένης παρέας Φιλικών, μπήκε εκτός ορθολογισμού στο δρόμο μίας συναρπαστικής περιπέτειας και κατέληξε να γίνει υπόθεση μείζονος ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, για να θεμελιώσει τελικά από το «πουθενά», θα έλεγε κανείς, ένα ανεξάρτητο εθνικό Κράτος, που ανέστησε τον ελληνικό κόσμο. Οι Ευρωπαίοι κατανόησαν μέσα από πολεμικά γεγονότα και τα συνταγματικά κείμενα του 1822, ότι ο Ξεσηκωμός δεν ήταν άλλη μια τοπική εξέγερση στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά μία επανάσταση εθνική, που έφερνε πάλι τους Έλληνες στο προσκήνιο της Ιστορίας.
….
Γιορτάζοντας τα 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, ας κοιτάξουμε καλά το παρελθόν μας, για να οδηγηθούμε στην αρχή μίας συλλογικής προσπάθειας, που θα έσπαγε το πέτρωμα της παρακμής, αυτής που βιώνεται σήμερα και -ας μην γελιόμαστε- ξεκινά μέσα από τα σπίτια μας και από τα σχολεία μας, πριν φτάσει στα πρωτόγονα εργαστήρια πολιτικής «γλυπτικής» των ελληνικών κομμάτων. Αν δεν μπορεί να συμβεί αυτό, τότε υπό τις παρούσες συνθήκες, καμία πολιτική δεν πρόκειται τίποτε να «αναπτύξει» σε μία Ελλάδα με πλειοψηφικά αμόρφωτη κοινωνία, που προσκυνάει δουλοπρεπώς τον Τουρισμό, περιμένει αγωνιωδώς ξένους επενδυτές και κυνηγάει τις νέες τεχνολογίες.
…….
Ο Αγώνας των επαναστατών του 1821 και τα όσα δίδαξαν οι καλύτεροι από αυτούς και άφησαν κληρονομιά στους Έλληνες, αν προκαλούν μόνο το θαυμασμό μας και δεν αποτελούν και πηγή δύναμης στον παρόντα χρόνο, τότε προς τι η σπατάλη λόγων και χρήματος για λαμπρό και θορυβώδη Εορτασμό των 200 χρόνων εθνικού Κράτους των Ελλήνων; Πόση αξία έχει η Επέτειος, αν οι πολιτικοί και οι πνευματικοί ταγοί της χώρας αρκούνται στο να τιμούν το Μεγάλο «’21» αποδεχόμενοι παθητικά την πραγματικότητα μίας ελληνικής κοινωνίας βυθισμένης σε πνευματική άπνοια, με απαξιωμένο το αγαθό της μόρφωσης στη Δημόσια Εκπαίδευση, θεσμικά αποδυναμωμένη. παραγωγικά αποξηραμένη, παραδομένη στο διχαστικό λαϊκισμό των πολιτικών κομμάτων και χωρίς γερό εθνικό κεφάλαιο για μάχες εναντίον της διαλυτικής παρακμής που βιώνουν οι Έλληνες;…»

Στον αξέχαστο Κωνσταντίνο Αγγελόπουλο, που κηδεύεται σήμερα Τετάρτη, 21 Σεπτεμβρίου, στο Ηράκλειο Κρήτης, τόπο καταγωγής της συζύγου του ΄Ασπας Κυρίμη, εύχομαι καλό ταξίδι στην αιωνιότητα. Η τιμή μου προς το πρόσωπό Του θα Τον συνοδεύει πάντα, θα ανατρέχω στα κείμενά Του, αντλώντας πηγές προτυ΄πων και αξιών.

Χαίρε, αγαπητέ μου Κωνσταντίνε…

Σεραφείμ Χ. Μηχιώτης

Βιογραφικό

Ο Κωνσταντίνος Ι. Αγγελόπουλος είχε γεννηθεί στην Αθήνα το 1945. Σπούδασε σχέδιο στο Παρίσι (1964-1967). Πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εργαζόταν από το 1976 ως δημοσιογράφος ενώ εργάστηκε ως πολιτικός συντάκτης των εφημερίδων «Ελευθεροτυπία», «Πρώτη» και «Καθημερινή», όπου διετέλεσε αρχισυντάκτης αλλά και διευθυντής (2004-2006).

Υπήρξε συνεκδότης της εφημερίδας «Το Ποντίκι» (1980-1990) και δίδαξε (1992-1996) ανάγνωση της πολιτικής επικαιρότητας στο εργαστήριο του θεατρικού Οργανισμού «Εστία».

Από το 2003 έως το 2004 ήταν ραδιοφωνικός σχολιαστής στον σταθμό «Σκάι» ενώ υπήρξε αρθρογράφος στον «Κόσμο του Επενδυτή» και είχε συνεργαστεί με το ραδιόφωνο της ΝΕΤ.

Υπήρξε τέλος συνεργάτης της εφημερίδας «Παραπολιτικά», κυρίως σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής ενώ έχει συγγράψει το βιβλίο «Οι άρχοντες της παρακμής» στο οποίο προσπαθεί να εξηγήσει με απλά λόγια στον αναγνώστη πως λειτουργεί το πολιτικοοικονομικό σύστημα των «μεγάλων συμφερόντων» στην Ελλάδα καθώς και γιατί τα κόμματα εξουσίας παραμένουν γαντζωμένα στις γερασμένες πελατειακές πολιτικές τους.

Οικονόμου: Υπήρξε ένας άξιος 
και σεμνός λειτουργός του Τύπου

Δήλωση για την απώλεια του Κωνσταντίνου Αγγελόπουλου εξέδωσε ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου:

Ο Κωνσταντίνος Ι. Αγγελόπουλος υπήρξε ένας άξιος και σεμνός λειτουργός του Τύπου. Ένας δημοσιογράφος που στήριξε την μαχητική και ψύχραιμη δημοσιογραφία του στη βαθιά παιδεία του. Επιπλέον, ανέλαβε για πολλά χρόνια θέσεις ευθύνης, από τις οποίες προήγαγε τη δημοσιογραφία. Αιωνία η μνήμη του.

Ο αποχαιρετισμός της “ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ” 
από την Μαργαρία Πουρνάρα

Ο αυτοσαρκασμός τον χαρακτήριζε. Ηταν το κλειδί που άνοιγε την πόρτα της προσωπικότητάς του. Το θυμάμαι σαν τώρα. Αρχές της δεκαετίας του 2000, μόλις είχα πρωτοπάει να δουλέψω στην «Κ», και ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος είχε γίνει τότε διευθυντής. 

Ενα πρωινό μού διηγήθηκε όλο κέφι μια ιστορία στο ασανσέρ: «Χθες βράδυ καθόμουν δίπλα σε έναν άγνωστο κύριο σ’ ένα επαγγελματικό γεύμα και η κουβέντα έφτασε τυχαία στην εφημερίδα “Το Ποντίκι”. Κάποια στιγμή ο συνδαιτυμόνας μου είπε: “Είναι πολύ καλή, τη διάβαζα κάποτε, αλλά είχε μέσα κάτι απαίσια σκίτσα. Αναρωτιέμαι ποιος να έκανε αυτές τις αηδίες”. “Εγώ, βέβαια!” του απάντησα με ενθουσιώδη ειλικρίνεια και τον άφησα άναυδο. Δεν είχε ιδέα ότι είχα συνιδρύσει το “Ποντίκι” και ότι ενίοτε έφτιαχνα και κανένα σκίτσο. Το υπόλοιπο βράδυ διασκέδαζα μέσα μου με τη δυσφορία του διπλανού μου, που αισθάνθηκε άσχημα για το σχόλιό του. Ηταν τρομερά αστείο».

Τρυφερός και σοφός, διευθυντής με ανεπτυγμένο αίσθημα δικαίου, διδακτικός με το παράδειγμά του, χαρισματικός αφηγητής με ολόκληρη «δεξαμενή» περιστατικών από το πολιτικό ρεπορτάζ, ήταν μια εκπληκτική περίπτωση ανθρώπου. Η απώλειά του σε ηλικία 77 ετών γέμισε με θλίψη όλους εμάς που εργαστήκαμε κοντά του, κυρίως όμως όσους είχαν συνοδοιπορήσει μαζί του για πολλά έτη. Οπως ο δημοσιογράφος Αγγελος Στάγκος και ο θεατρικός σκηνοθέτης Βασίλης Παπαβασιλείου.

«Με τον Κωνσταντίνο συμπορευθήκαμε για αρκετά χρόνια στη διαδρομή μας στη δημοσιογραφία», τονίζει ο Αγγελος Στάγκος. «Μαζί ξεκινήσαμε στην “Κ”, μαζί συνεχίσαμε στο “Ποντίκι”, μαζί σταδιοδρομήσαμε στο πολιτικό ρεπορτάζ ως μέλη της ένδοξης γενιάς των γεννηθέντων τα σωτήρια έτη 1945-46 (Γ. Καρτάλης, Ν. Σίμος, Κ. Ιορδανίδης, Γ. Κοντογιάννης, Γ. Δαράτος, Κ. Κέκης, Ν. Ρίζος και άλλοι) που έχουν αφήσει θετικό αποτύπωμα στο επάγγελμα.

»Πολυτάλαντος και άνθρωπος ευρείας μόρφωσης, ο Κωνσταντίνος συνδύαζε τα χαρίσματά του με ένα εκπληκτικό χιούμορ στις αφηγήσεις πραγματικών γεγονότων και εξελίξεων, είτε αυτά είχαν να κάνουν με προσωπικές εμπειρίες, είτε με την επαγγελματική ζωή, είτε με την πολιτική. Αυτό το χιούμορ, διανθισμένο με έμφυτη θεατρικότητα (νομίζω ότι στο βάθος θα ήθελε να είχε ακολουθήσει καριέρα ηθοποιού), σκλάβωνε τα ακροατήριά του και πολύ συχνά τα έκανε να κυλιούνται κάτω από τα γέλια. Κυριολεκτικά, όπως αβίαστα μπορούν να μαρτυρήσουν όλοι οι φίλοι του.

Ακριβώς επειδή είχε μόρφωση, κρίση, χιούμορ στον υπερθετικό βαθμό, άρα και αίσθηση της αφθονίας του γελοίου που επικρατεί στη χώρα, ο Κωνσταντίνος ποτέ δεν προσπάθησε να εκτεθεί σε κοινά και οφίκια που δεν συμβάδιζαν με τη φιλοσοφία του για τη ζωή. Αλλωστε, ούτε η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του ούτε οι αρχές του επέτρεπαν συμβιβασμούς που τον ξεπερνούσαν. Προτιμούσε να διαλέγει ο ίδιος τις παρέες του και τους ανθρώπους με τους οποίους διατηρούσε αγαθές σχέσεις, ασχέτως της συχνότητας των επαφών τους. Με αυτή την έννοια απολάμβανε τον σεβασμό των ομοτέχνων του και την καλή διάθεση των φίλων του απέναντί του, ακόμη και σε περιπτώσεις διαφωνίας. Γιατί ο Κωνσταντίνος Αγγελόπουλος ήταν ένας σπάνιος και πολύτιμος άνθρωπος!»

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου μιλάει για τη φιλία τους: «Εκείνος αγαπούσε το θέατρο κι εγώ τη δημοσιογραφία. Σε κάποια θεατρική σκηνή δεν πρέπει να ανέβηκε ποτέ, όμως κουβαλούσε το χάρισμα, κληρονομιά από τον πατέρα του, Ιωάννη, καθηγητή στο ΕΜΠ, πολιτικό μηχανικό, ο οποίος διέθετε το εκτόπισμα ενός σοβαρού κλόουν. Ενώ η μητέρα του η κ. Βιβίκα είχε συμβάλει στην ολοκλήρωση της προσωπογραφίας του χάρη στο κερκυραϊκό touch και στη σχέση της με τη μουσική (ήταν πιανίστρια).

»Πέρασα τα μισά χρόνια της ζωής μου μαζί του. Ηταν ο φίλος μου. Γιατί; Γιατί, όπως είπε ο Μονταίνιος για τη σχέση του με τον Λαμποασί, “ήταν αυτός και ήμουν εγώ”».



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου