οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 9 Μαΐου 2023

Δύο είναι οι στόχοι του Μητσοτάκη, ο οποίος επιμένει να πορεύεται με τη σημαία της αυτοδυναμίας με αφήγημα «σταθερότητας» και με δεσμεύσεις για «τόλμη» στις αναγκαίες για τη χώρα μεταρρυθμίσεις. Πρώτον θέλει να ρίχνει γέφυρες στους κεντρώους ψηφοφόρους που ενδεχομένως να ζυγίζουν ως επιλογή το ΠΑΣΟΚ αλλά επικροτούν πολιτικές του Μητσοτάκη φέρνοντας στο προσκήνιο τον κίνδυνο για δυσάρεστες συνέπειες στην προσπάθεια εφαρμογής σημαντικών αποφάσεων. Δεύτερον ο Μητσοτάκης, αντιμετωπίζοντας τον χώρο του ΠΑΣΟΚ ως κρίσιμη δεξαμενή για τη διεύρυνση της εκλογικής βάσης του, προβάλλει μια ταύτιση του Ανδρουλάκη περισσότερο με θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να συντηρούνται σενάρια περί «παράλυσης» και «περιπετειών» απέναντι στην «καθαρή πρόταση» διακυβέρνησης της ΝΔ.

Από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ", 08/05/23









ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΕΥΑΓΓΕΛΟΔΗΜΟΥ

Ρυθμούς σκληρού ροκ έχει αποφασίσει η κυβέρνηση να υιοθετήσει έναντι του Νίκου Ανδρουλάκη έως τη στιγμή της εκλογικής αναμέτρησης, καθώς προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης πλέον δίνει με σαφήνεια αυτό τον τόνο των πιέσεων προς το τρίτο κόμμα, φροντίζοντας ο ίδιος να παίρνει αποστάσεις από τον πολιτικό αντίπαλό του - προοδευτικά και με το βλέμμα στο… προοδευτικό Κέντρο. Τα σενάρια περί μετεκλογικών συνεργασιών έσερναν έτσι κι αλλιώς τον χορό της πολιτικής αντιπαράθεσης, εξού και όλες οι πλευρές προετοιμάζονται στρατηγικά για τις εξελίξεις. Ακριβέστερα, το κάθε στρατόπεδο σπεύδει ενόψει της 21ης Μαΐου να διαμορφώσει το πλαίσιο των πολιτικών απαντήσεών του στο ενδεχόμενο τα «κουκιά» της πρώτης κάλπης να βγάζουν μια κοινοβουλευτική πλειοψηφία με κυβερνητική συνεργασία.

Με εντάσεις ήδη μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, ο Μητσοτάκης κλιμακώνει την κριτική του στοχευμένα προς την ηγεσία της Χαριλάου Τρικούπη, καλλιεργώντας ουσιαστικά την εικόνα μιας ανέφικτης σύμπλευσης μετεκλογικά, όσο κι αν αυτή θα έστεκε αριθμητικά. Το παιχνίδι των ευθυνών για την πιθανότητα αποτυχίας συνεννοήσεων στο πλαίσιο των διερευνητικών εντολών, και συνεπώς το βάρος της προσφυγής σε δεύτερες εκλογές, δείχνει να έχει ξεκινήσει, με δεδομένο ότι η κυβέρνηση χρεώνει στον Ανδρουλάκη ότι είναι εκείνος που «ούτε πυξίδα επόμενης ημέρας έχει» - κατά τα λεγόμενα πρωθυπουργικών συνεργατών - «ούτε κρατά ανοιχτές επιλογές, αντίθετα έχει κλείσει την πόρτα της συνεργασίας». 

Μέχρι πρότινος ήταν μόνο η «απαράδεκτη», κατά το Μαξίμου, κόκκινη γραμμή του Ανδρουλάκη «ούτε Μητσοτάκης ούτε Τσίπρας» για πρωθυπουργός. Τώρα τονίζονται επιπλέον ευρύτερα οι πολιτικές και η κατεύθυνση του «ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη» προκειμένου να φωτίζονται οι «κρίσιμες διαφορές» με τη ΝΔ του Μητσοτάκη. «Σε ένα σενάριο συνεργασίας ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, θα μαλώνουμε μεταξύ μας για τα αυτονόητα», σύμφωνα με πρόσφατη αποστροφή του υπουργού Επικρατείας και κυβερνητικού εκπροσώπου Ακη Σκέρτσου.

Οι δύο στόχοι

Δύο είναι οι στόχοι του Μητσοτάκη, ο οποίος επιμένει να πορεύεται με τη σημαία της αυτοδυναμίας με αφήγημα «σταθερότητας» και με δεσμεύσεις για «τόλμη» στις αναγκαίες για τη χώρα μεταρρυθμίσεις. 

Πρώτον θέλει να ρίχνει γέφυρες στους κεντρώους ψηφοφόρους που ενδεχομένως να ζυγίζουν ως επιλογή το ΠΑΣΟΚ αλλά επικροτούν πολιτικές του Μητσοτάκη φέρνοντας στο προσκήνιο τον κίνδυνο για δυσάρεστες συνέπειες στην προσπάθεια εφαρμογής σημαντικών αποφάσεων. Εξού και τα παραδείγματα που επικαλείται ο Πρωθυπουργός για τη στάση του Ανδρουλάκη, η οποία, σύμφωνα με κυβερνητικό παράγοντα, παραπέμπει σε «παλαιολιθικό ΠΑΣΟΚ», σε σημαντικές ατζέντες, όπως η αλλαγή του άρθρου 16 στο πλαίσιο της συνταγματικής αναθεώρησης, η αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων κ.λπ. Δεύτερον ο Μητσοτάκης, αντιμετωπίζοντας τον χώρο του ΠΑΣΟΚ ως κρίσιμη δεξαμενή για τη διεύρυνση της εκλογικής βάσης του, προβάλλει μια ταύτιση του Ανδρουλάκη περισσότερο με θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ ώστε να συντηρούνται σενάρια περί «παράλυσης» και «περιπετειών» απέναντι στην «καθαρή πρόταση» διακυβέρνησης της ΝΔ.

Οι στρατηγικές των πολιτικών αρχηγών θα ξεδιπλωθούν προφανώς σε συνάρτηση και με το εκλογικό αποτέλεσμα την 21η Μαΐου. Οι αναπροσαρμογές της τακτικής σε επικοινωνιακό ή και σε ουσιαστικό επίπεδο θα πρέπει να θεωρούνται δεδομένες εφόσον οι αρχηγοί δεν πετύχουν ούτε το μίνιμουμ των στόχων τους, χάνοντας άρα την ευχέρεια κινήσεων. Η ΝΔ, επιμένοντας να χαρακτηρίζει «βόμβα» αστάθειας την απλή αναλογική και τις κυβερνήσεις συνεργασίας, τα δίνει όλα για ένα «καθαρό αποτέλεσμα» στις 21 Μαΐου, δηλαδή ένα υψηλό ποσοστό (της τάξης του 35%+) που θα την έθετε σε τροχιά αυτοδυναμίας στις δεύτερες κάλπες και μια «καλή» ψαλίδα (4+ μονάδες) από τον δεύτερο.

Ο Μητσοτάκης επισείει άλλωστε σε κάθε περιοδεία του την απειλή των «ασταθών κυβερνήσεων», απευθυνόμενος στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους, όπως έκανε τελευταία φορά από τη Χαλκίδα το Σάββατο. Αντίστοιχα μηνύματα του Πρωθυπουργού προδιαγράφονται και σήμερα από την Αρτα. «Οι αντίπαλοί μας τσακώνονται "σαν τα κοκόρια" για την πολιτική παρακαταθήκη του Ανδρέα Παπανδρέου και τι έγινε το 1981», είπε από την Εύβοια, σχολιάζοντας ότι «δεν μας αφορά αυτή η συζήτηση, εμείς συζητάμε για την Ελλάδα του 2023, του 2027».

ΤΗΣ ΜΥΡΤΟΥΣ ΛΙΑΛΙΟΥΤΗ

«Είμαστε ένα μεγάλο εμπόδιο για τον κ. Μητσοτάκη, γιατί πολύ απλά δεν είμαστε ΣΥΡΙΖΑ», είπε χθες στην Κοζάνη ο Νίκος Ανδρουλάκης - και η φράση, με την οποία ο πρόεδρος τ,ου ΠΑΣΟΚ επιχείρησε να περιγράψει την αυξημένη ένταση των τελευταίων εκλογικών ημερών, είναι ενδεικτική των σχέσεων που επικρατούν ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.

Η έντονη γαλάζια κριτική προς τη Χαριλάου Τρικούπη, όπως ξεδιπλώνεται τις τελευταίες μέρες από ανώτατα κυβερνητικά στελέχη, ερμηνεύεται με δύο τρόπους στο ΠΑΣΟΚ: η ΝΔ βλέποντας τη διαφορά να αυξάνεται στις δημοσκοπήσεις και το ποσοστό της να ξεπερνάει το ψυχολογικό όριο που έχει τεθεί για την επίτευξη της αυτοδυναμίας σε μια επαναληπτική εκλογική αναμέτρηση με το νέο, πλειοψηφικό σύστημα, «κλείνει» από τώρα τη συζήτηση περί συνεργασιών. Ακόμα όμως κι αν το γαλάζιο επιτελείο δεν αισθάνεται τόσο άνετα, σ' αυτή τη φάση η πιο μεγάλη δεξαμενή εισροής ψηφοφόρων είναι ο χώρος του προοδευτικού Κέντρου.

 Οι οξυμμένοι τόνοι βασίζονται και στη συζήτηση για τον «άγνωστο Χ»: «Το ΠΑΣΟΚ δεν θα συμφωνήσει ποτέ σε πρωθυπουργό Μητσοτάκη ή Τσίπρα», επανέλαβε ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας, Παναγιώτης Δουδωνής, θέτοντας εκ νέου τις «κόκκινες γραμμές» που θέτει η Χαριλάου Τρικούπη για το πρόσωπο του επόμενου πρωθυπουργού - και τις οποίες έχουν απορρίψει τόσο από τη ΝΔ όσο και από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Από την πλευρά τους, τα επιτελικά στελέχη του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ επιλέγουν αυτές τις τελευταίες μέρες να «χτυπήσουν» το φιλελεύθερο προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενίοτε συγκρίνοντας την πορεία της διακυβέρνησης της ΝΔ με αυτή του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τη νοοτροπία - δίνοντας έμφαση στην αποτυχία του επιτελικού κράτους, τόσο στην υπόθεση των υποκλοπών όσο και στα Τέμπη. Με αυτόν τον τρόπο, από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ προσπαθούν να διεκδικήσουν και τους ψηφοφόρους του χώρου ενδιαμέσως των δύο κομμάτων, κυρίως αυτών που αυτοπροσδιορίζονται ως κεντρώοι, υπενθυμίζοντας τα αδύναμα γαλάζια σημεία των τελευταίων τεσσάρων ετών και προβάλλοντας τις θέσεις τους ως μια ρεαλιστική εναλλακτική - ζητήματα που αφορούν τη διαφάνεια και την αξιοκρατία θεωρείται πως μετρούν ιδιαίτερα γι' αυτό το ακροατήριο.

Το αφήγημα της σταθερότητας

Η έμφαση της γαλαζοπράσινης κόντρας, ωστόσο, έχει κατά κύριο λόγο να κάνει με το αφήγημα της σταθερότητας, την οποία η ΝΔ επιχειρεί να συνδέσει με την αυτοδυναμία - ρίχνοντας, σε ένα προεκλογικό blame game, το βάρος αδυναμίας συνεννόησης στους όρους που έχει θέσει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ. 

«Εχει θράσος να λέει ο κ. Μητσοτάκης ότι το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα που δεν θέλει τη συνεννόηση. Εμείς δεν είμαστε που σε όλα τα νομοσχέδια που δίνουν λύση στα προβλήματα είχαμε τη φωνή της λογικής; Δεν μπορούν να κάνουν μαθήματα συνέπειας σε εμάς», σχολίασε ο Ανδρουλάκης, επιχειρώντας να αντιστρέψει την κατηγορία, επιρρίπτοντας επί της ουσίας στον Πρωθυπουργό πως δεν θέλει να εγκαταλείψει τη θέση του. «Δεν έχουν προεδρικό σύστημα», σχολιάζουν χαρακτηριστικά από το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, επιμένοντας πως το πρόσωπο που θα ηγηθεί της επόμενης κυβέρνησης θα πρέπει να συναποφασιστεί από τα κόμματα που θα κάτσουν στο τραπέζι της συζήτησης για μια ενδεχόμενη μετεκλογική συνεργασία. Κλείνοντας, παράλληλα, την όποια κουβέντα για σχηματισμό κυβέρνησης ηττημένων προτού καν αυτή ξεκινήσει, αποδίδοντας fake news στο Μέγαρο Μαξίμου, καθώς έχουν απόλυτη επίγνωση πως κάτι τέτοιο θα αποτελούσε κόκκινο πανί για το κοινό που διεκδικούν παράλληλα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, στρέφοντάς το προς την πρώτη.

Τι θεωρείται πως λειτουργεί υπέρ του Ανδρουλάκη σ' αυτή τη διαμάχη; Πως αφενός το κόμμα δεν έχει «στρίψει» προς τη μεριά του ΣΥΡΙΖΑ, συνεχίζοντας τον διμέτωπο που αναγνωρίζεται με κάποια δυσφορία και από την πλευρά της Κουμουνδούρου και αφετέρου πως το ενδιάμεσο κοινό έχει κατά κύριο λόγο πασοκικές καταβολές, πράγμα που το καθιστά πολιτικά προσεγγίσιμο.


"ΤΑ ΝΕΑ", 08/05/23


ΤΗΣ ΚΑΡΟΛΙΝΑΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ

Το 40,7% των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ είναι ικανοποιημένο από τη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας - όταν εκείνοι των υπόλοιπων αντιπολιτευόμενων κομμάτων που λένε το ίδιο κυμαίνονται από 6,5% ως 11,6%. Το 56,3% ταυτίζεται ιδεολογικά με τη σοσιαλδημοκρατία. Το 84,7% θεωρεί την ανταγωνιστικότητα καλή. Το 67,6% τον καπιταλισμό κακό. Το 64,1% την οικονομία της αγοράς καλή. Το 50,7% αντιμετωπίζει τις ιδιωτικοποιήσεις αρνητικά. Το 82,6% τις ξένες επενδύσεις θετικά. Για το 55,6% η θρησκεία είναι σημαντική στη ζωή τους. Το 61,4% τάσσεται υπέρ της αποποινικοποίησης της κάνναβης για προσωπική χρήση. Το 60,6% στηρίζει τον γάμο μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών. Το 44,2% δεν θέλει να τους αναγνωριστεί το δικαίωμα της τεκνοθεσίας. Το 52% πιστεύει πως οι διαδηλώσεις πρέπει να περιορίζονται όταν απειλείται η δημόσια τάξη. Μόλις 37% κρίνει σημαντική τη διάκριση Δεξιά - Αριστερά. Το 84,5% είναι ευρωπαϊστές. Ολα τα παραπάνω ποσοστά - από έρευνα του Eteron, η οποία δημοσιεύθηκε πριν από λίγο καιρό - μαρτυρούν αυτό που κεντροαριστερά στελέχη παραδέχονται οφ δε ρέκορντ: είναι δύσκολο για το κόμμα να ψυχογραφήσει την εκλογική του βάση.

Ενδεχομένως είναι τόσο δύσκολο ώστε εκείνο να υιοθετεί προεκλογικές στρατηγικές που μοιάζουν να αγνοούν τα βασικά στοιχεία του ψυχισμού των υποστηρικτών του. Οπως, ας πούμε, το μότο «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας», το οποίο επαναλαμβάνει σχεδόν μονότονα ο αρχηγός του. Σε δημοσκόπηση της GPO στις αρχές Απριλίου, οι ψηφοφόροι του άλλοτε κραταιού Κινήματος δήλωσαν σε ποσοστό 70,1% ότι συμφωνούν και μάλλον συμφωνούν με την άποψη ότι ο αρχηγός του κόμματος που συγκεντρώνει το μεγαλύτερο ποσοστό στις εκλογές πρέπει να είναι ο πρωθυπουργός.

Για έναν έμπειρο αναλυτή, η ομοθυμία τους - αν και πιστεύουν κάτι διαμετρικά αντίθετο από την κομματική γραμμή - είναι απόλυτα εξηγήσιμη. «Πρώτον, στην Ελλάδα είναι παγιωμένη η αντίληψη πως ο επικεφαλής του πρώτου κόμματος παίρνει την εντολή να ηγηθεί μιας κυβέρνησης ασχέτως της μορφής του κυβερνητικού σχήματος. Και δεύτερον, αυτή η θέση είναι εντυπωμένη στο πασοκικό DNA. Θα μπορούσε πριν από 23 χρόνια να πει κανείς σε έναν πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος έχει κερδίσει εκλογές, ότι δεν θα είναι πρωθυπουργός;».

Βέβαια, δημοσκόποι και στελεχιακό δυναμικό του κόμματος αναγνωρίζουν ότι η πασοκική βάση είναι τριχοτομημένη. Το 1/3 της ακούει ευχάριστα το αφήγημα της Χαριλάου Τρικούπη για αυτόνομη πορεία. Το άλλο 1/3 εμφανίζεται στα γκάλοπ θετικό σε μια μετεκλογική συμπόρευση με τη ΝΔ. Το τελευταίο 1/3 είναι αριστερόστροφο και εξαιτίας των αντιδεξιών ανακλαστικών του θα προτιμούσε μια συνεργασία του ΠΑΣΟΚ με τον ΣΥΡΙΖΑ την επομένη των εκλογών.

Οι μελετητές των μετρήσεων επισημαίνουν ότι διαχρονικά - από τότε που καλούνται να απαντήσουν σε ερωτήματα για το ποιον κορμό θα ήθελαν να έχει μια κυβέρνηση συνεργασίας - το ποσοστό των πράσινων ψηφοφόρων που προκρίνει τη συμμαχία με τη ΝΔ είναι πάντα μεγαλύτερο εκείνων που επιλέγουν την προτεινόμενη από τον ΣΥΡΙΖΑ προοδευτική διακυβέρνηση. «Τα νούμερα πηγαινοέρχονται αλλά η ισορροπία δυνάμεων δεν αλλάζει», αναφέρει χαρακτηριστικά ένας.

Ο «νούμερο ένα» αντίπαλος

Η εξήγηση γι' αυτό κρύβεται σε άλλες μπάρες και πίτες των δημοσκοπήσεων. Κατά τα λεγόμενά του, «το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο παραμένει ακόμη πολύ ισχυρό στη βάση του ΠΑΣΟΚ. Ισως είναι το ισχυρότερο που συναντάμε πλέον». Ταυτόχρονα, οι ψηφοφόροι άνω των 60, εκείνοι που έχουν ζήσει το ένδοξο παρελθόν του κόμματος, δεν έχουν πάψει να οραματίζονται την επιστροφή του στην εξουσία, προσθέτει. «Ετσι, ο ΣΥΡΙΖΑ εκλαμβάνεται ως ο νούμερο ένα αντίπαλος, αυτός που πρέπει να νικηθεί ώστε το κόμμα να επανακαταλάβει τη θέση του στον δικομματισμό».Στην ανάγνωσή του, λοιπόν, η πλειονότητα όσων ψηφίζουν ΠΑΣΟΚ δεν ψηφίζουν κόμμα διαμαρτυρίας. Το αντίθετο. «Παραπάνω από το 1/3 προσδοκούν να γίνει δεύτερο κόμμα». Οι πολέμιοι του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στους κόλπους του επιμένουν επίσης ότι πολλοί - οι αποκαλούμενοι δεξιόστροφοι - το επιλέγουν διαλέγοντας μια πολιτική δύναμη η οποία θέλουν να αναλάβει κυβερνητικές ευθύνες άμεσα, σαν μικρός κυβερνητικός εταίρος, δηλαδή.

Ακόμη κι ο πιο καχύποπτος απέναντι στον ηγετικό πυρήνα του Κινήματος, άρα, οφείλει να αναγνωρίσει πως η εξίσωση που έχουν να λύσουν όσοι χαράσσουν την κομματική γραμμή δεν έχει προφανή ρίζα. Βέβαια, ούτε οι δημοσκόποι, οι οποίοι παρατηρούν προσεκτικά τις τάσεις των πράσινων δειγμάτων τους, έχουν καταλάβει τι ακριβώς θέλουν οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ.

«Ο κόσμος μπορεί να είναι μπερδεμένος. Η ηγεσία, όμως, είναι εκείνη που θέτει τους στρατηγικούς στόχους ενός κόμματος», επισημαίνει ένας γνωστός πολιτικός αναλυτής όταν του ζητείται να σχολιάσει την πολυπλοκότητα των προβλημάτων του τρίτου κόμματος. Οι ρεαλιστές υπενθυμίζουν ότι αυτά προϋπάρχουν του σημερινού του προέδρου - τα αντιμετώπιζε το ΠΑΣΟΚ από τη στιγμή που συρρικνώθηκε σε μικρομεσαία πολιτική δύναμη. Οντως. Εξάλλου, το κόμμα, σαν τον άνθρωπο, είναι οι επιλογές του.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου