οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 23 Μαΐου 2023

Το 16% των κομμάτων που δεν κατάφεραν να εκπροσωπηθούν ήταν μάλλον μεταξύ των πιο ευνοϊκών, για το πρώτο κόμμα, σεναρίων, όταν κάποιοι έφτιαχναν τον νόμο του 2020. Αν στη μετά την 25η Ιουνίου Βουλή εισέλθει ένα επιπλέον κόμμα, το έκτο δηλαδή, το ποσοστό της αυτοδυναμίας μπορεί να ξεπεράσει αισθητά το 37% και με επτακομματική να πρέπει να φτάσει το 38%. Αρα, καθόλου δύσκολα, η λεγόμενη επαναληπτική αναμέτρηση μπορεί να εξελιχθεί σε θρίλερ και οι θρίαμβοι και οι καταστροφές να αλλάξουν κατόχους....




Οσοι νομίζουν ότι οι εκλογές τελείωσαν, ότι «ο πρώτος γύρος κρίθηκε» ή ότι η ενισχυμένη αναλογική θα κάνει τα πράγματα πιο ξεκάθαρα από ό,τι σήμερα, προφανώς πρέπει να στρωθούν στο διάβασμα, γιατί απλώς οι εκλογές της περασμένης Κυριακής ουδόλως συνδέονται με εκείνες που θα έρθουν την 25η Ιουνίου. Σαφώς και οι εκλογές της 21ης Μαΐου έστειλαν διάφορα –αναγκαία και ηχηρά– πολιτικά μηνύματα, ήταν ένα δημοψήφισμα για το πρόσωπο του Πρωθυπουργού, αλλά σχετικά με το ποια κυβέρνηση θα μας κυβερνήσει είναι σαν να μην έχουν γίνει.

Και αυτό γιατί ο εκλογικός νόμος της ΝΔ του 2020, με τον οποίο διόρθωσε την απλή αναλογική της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, κατάργησε μεν την απλή αναλογική, δεν την έκανε όμως όσο ενισχυμένη ήταν όταν εξελέγη ο ΣΥΡΙΖΑ, το 2015, καθώς περιόρισε το μπόνους από 50 σε 40 έδρες, και μόνο αν το πρώτο κόμμα φτάσει το 25%.

Ας πάρουμε, λοιπόν, το υποθετικό σενάριο ότι στην αναμέτρηση της Κυριακής 25 Ιουνίου είχαμε ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα της περασμένης Κυριακής. Τότε η ΝΔ θα είχε 171 έδρες, αντί 146 που έχει σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ 61 από 71, ενώ το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής θα εξέλεγε 34 βουλευτές, αντί 41 που εξέλεξε από την κάλπης της περασμένης Κυριακής.

Η εκτίναξη του αριθμού των βουλευτών της ΝΔ, σε αυτό το σενάριο, θα οφειλόταν στο γεγονός ότι η ΝΔ την περασμένη Κυριακή ξεπέρασε το κατώφλι του 40%, που δίνει το δικαίωμα στο πρώτο κόμμα να πάρει όχι 40, αλλά 50 έδρες του μπόνους. Τότε, δηλαδή, που ο νόμος του 2020 γίνεται «νόμος Παυλόπουλου». Διότι εκείνο που προβλέπει ο ισχύων νόμος είναι πως, όταν το πρώτο κόμμα φτάσει το 25%, παίρνει 20 έδρες, ενώ για κάθε μισή ποσοστιαία μονάδα πάνω από το 25% το πρώτο κόμμα εκλέγει έναν βουλευτή.

Στις εκλογές της περασμένης Κυριακής έμεινε εκτός Βουλής το 16% των ψήφων. Σενάριο σχεδόν ιδανικό για το πρώτο κόμμα. Ας δούμε όμως τι θα συνέβαινε αν η Βουλή είχε περισσότερα από πέντε κόμματα που έχει σήμερα, ενδεχόμενο διόλου απίθανο, καθώς κυρίως η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου και δευτερευόντως η «Νίκη» και το ΜέΡΑ25 βρίσκονται μεταξύ 2,6% και 2,8%. Θεωρητικά, δηλαδή, μπορούν να διεκδικήσουν την είσοδό τους στη Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές της 25ης Ιουνίου.

Σε μια υπόθεση εργασίας, αν το ποσοστό της ΝΔ διατηρούνταν στο 40,8% αλλά η Βουλή δεν ήταν πεντακομματική αλλά εξακομματική, τότε ο αριθμός των βουλευτών της θα μειωνόταν από τους 171 σε 167, ενώ αν την είσοδό του επιτύγχανε και έβδομο κόμμα, τότε η ΝΔ θα εξέλεγε 164 βουλευτές. Αντιστοίχως, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, με έξι κόμματα εντός, θα περιορίζονταν από 61 σε 58 και θα έπεφταν σε 56 στην περίπτωση της επτακομματικής Βουλής. Επομένως, από το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής ναι μεν πλήττονται όλα τα μικρότερα κόμματα, αλλά κυρίως το δεύτερο κόμμα.

Τα παραπάνω σενάρια είχαν, όμως, ως δεδομένο ότι η ΝΔ, το πρώτο κόμμα εν προκειμένω, θα πετύχει να έχει στην αναμέτρηση του Ιουνίου τα ποσοστά που κατέκτησε την περασμένη Κυριακή. Τι θα συμβεί όμως αν η ΝΔ πέσει κάτω από το 40% και χάσει τις 10 επιπλέον έδρες του μπόνους; Εκεί τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σύνθετα και εξαρτώνται από το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός.

Το 16% των κομμάτων που δεν κατάφεραν να εκπροσωπηθούν ήταν μάλλον μεταξύ των πιο ευνοϊκών, για το πρώτο κόμμα, σεναρίων, όταν κάποιοι έφτιαχναν τον νόμο του 2020. Αν στη μετά την 25η Ιουνίου Βουλή εισέλθει ένα επιπλέον κόμμα, το έκτο δηλαδή, το ποσοστό της αυτοδυναμίας μπορεί να ξεπεράσει αισθητά το 37% και με επτακομματική να πρέπει να φτάσει το 38%. Αρα, καθόλου δύσκολα, η λεγόμενη επαναληπτική αναμέτρηση μπορεί να εξελιχθεί σε θρίλερ και οι θρίαμβοι και οι καταστροφές να αλλάξουν κατόχους.

Γιατί την Κυριακή 25 Ιουνίου, όπως και σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, όταν ανοίξουν τα εκλογικά τμήματα, οι κάλπες θα είναι άδειες.

Πηγή: Protagon.gr



Το βράδυ των εκλογών της 21ης Μαΐου, ανάμεσα στις 19.00 που βγήκε το exit poll και στις 21.00 που ακολούθησε η πρώτη ασφαλής εκτίμηση από το υπουργείο Εσωτερικών, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε από τους δύο στενότερους συνεργάτες του, τον Γιώργο Γεραπετρίτη και τον Ακη Σκέρτσο, να σταθούν μπροστά στις κάμερες και τα μικρόφωνα των τηλεοπτικών σταθμών.


Οι δύο υπουργοί Επικρατείας πέρασαν το μήνυμα της εργατικότητας «χωρίς καμία έπαρση και αλαζονεία» καθώς και αυτό της «ταπεινοφροσύνης». Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, όταν πια είχε 21 μονάδες διαφορά υπέρ του –μια επική νίκη που θα μείνει στην Ιστορία της Μεταπολίτευσης–, δεν παρεξέκλινε. Στη δήλωσή του επέμεινε στην ανάγκη η ΝΔ να κινηθεί «χωρίς αλαζονεία και χωρίς έπαρση που προσωπικά δεν πρόκειται να ανεχθώ».

 Κάπου όμως ανάμεσα στις σέλφι, τους πανηγυρισμούς και τα άβαταρ κάποιοι ίσως να μην άκουσαν ή να μην κατάλαβαν. Ο Αδωνις Γεωργιάδης βγήκε στον ΣΚΑΪ τη βραδιά των εκλογών και είπε το εξής: «Θυμίζω ότι ένας διακηρυγμένος στόχος της Νέας Δημοκρατίας είναι η αλλαγή του Συντάγματος σε ένα χρόνο, θέλει 180 (βουλευτές)». Πρόσθεσε, αμέσως μετά: «Και ίσως θα είχε αξία να δώσουμε τη μάχη της δεύτερης εκλογικής αναμέτρησης για να πιάσουμε το 180. Δηλαδή, να πούμε τώρα στον κόσμο, στις δεύτερες εκλογές, ότι παιδιά τώρα το στοίχημα δεν είναι να πάρει η ΝΔ την κυβέρνηση, είναι να πάρουμε 180 μόνοι μας και να πάμε να αλλάξουμε το Σύνταγμα».

Τόσο το ύφος, όσο και το περιεχόμενο της δήλωσης του κ. Γεωργιάδη δεν είχε προφανώς καμία σχέση με το μήνυμα που έστελνε το ίδιο βράδυ η Πειραιώς. Οχι γιατί οι πολίτες, αν θέλουν, δεν μπορούν να δώσουν 180 βουλευτές σε οποιοδήποτε κόμμα (εκείνοι αποφασίζουν), αλλά για δύο πολύ απλούς λόγους: Πρώτον, γιατί οι επόμενες εκλογές είναι προφανώς νέες εκλογές και όχι δεύτερο ημίχρονο και, δεύτερον, διότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ποτέ δεν έδινε έμφαση στο «μόνοι μας». Ακόμη κι όταν ζητούσε την αυτοδυναμία άνοιγε το κόμμα στην Κεντροαριστερά και σε πρόσωπα από άλλους χώρους.

Αλλωστε το «μόνοι μας», όπως το διατύπωσε ο κ. Γεωργιάδης το έχει δει η ΝΔ στην κάλπη την προηγούμενη δεκαετία και το αποτέλεσμα ήταν πολύ πικρό. Ενώ το «μόνοι μας» με τους όρους τη προσωπικής του ιδεολογικής «καθαρότητας» (δικαίωμά του προφανώς) είναι βαριά μειοψηφικό σε σύγκριση με την πλατιά συμμαχία των κεντρώων και προοδευτικών δυνάμεων που στήριξε τη ΝΔ από το 2019 ανεβάζοντάς την από το 30% και το 32%, στο 40% σε δύο εθνικές εκλογές.

Στον κ. Γεωργιάδη απάντησε εμμέσως πλην σαφώς (σαφέστατα) ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας μιλώντας το πρωί της Τρίτης στον ΑΝΤ1. «Υπάρχει μια αντίληψη που λέει να φτάσουμε στο 180 και από εκεί και πέρα να μπορούμε να αλλάξουμε και το Σύνταγμα, να αλλάξουμε συνολικά το γίγνεσθαι στη χώρα. Εγώ θα προσυπέγραφα μια πολύ πιο σεμνή αντίληψη. Να κρατήσουμε ένα πολύ καλό ποσοστό, να έχουμε μια δεύτερη τετραετία, συνέχιση της πρώτης και να μπορέσουμε να οδηγήσουμε τη χώρα σε ένα καλύτερο ευρωπαϊκό αύριο», ανέφερε.

«Για εμάς», τόνισε ο κ. Δένδιας, «η πρόκληση είναι να μην επιδειχτεί η παραμικρή αλαζονεία»…

Σε μια εκλογική αναμέτρηση που ο ΣΥΡΙΖΑ πήγε καλά μόνο στη Ροδόπη και στις φυλακές, χάνοντας τους νέους, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες και τους κεντρώους, το «έλα με φόρα» πνεύμα που εξέφρασε ο κ. Γεωργιάδης (και έκοψε εγκαίρως ο κ. Δένδιας) πριμοδοτεί ευθέως τον κ. Τσίπρα.

Πριμοδοτεί επίσης το νέο απίθανο έργο που ανεβάζει ο μηχανισμός προπαγάνδας του ΣΥΡΙΖΑ (ακούραστος και τυφλωμένος από μισαλλοδοξία, παρά τη συντριπτική ήττα του) και το οποίο μέσες άκρες λέει τα εξής: αν η επιλογή του λαού είναι να δώσει υψηλά ποσοστά σε ένα κόμμα (όπως έχει συμβεί πάμπολλες φορές στη Μεταπολίτευση) αλλά το κόμμα αυτό ΔΕΝ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, τότε είναι αντιδημοκρατική. Και η χώρα μετατρέπεται αυτομάτως σε Ουγγαρία, γιατί όχι και σε Βόρεια Κορέα.

Αυτό είναι το νέο αφήγημα της Κουμουνδούρου. Τα υψηλά ποσοστά είναι δημοκρατικά μόνο αν φέρνουν στην εξουσία Τσίπρα, Φλαμπουράρη, Παππά, Θεανώ Φωτίου κλπ. Και… όποιος μας πιστέψει, μας πίστεψε. Αλλιώς, θα έχουμε πάντα τη Ροδόπη. Και τις φυλακές.

Πηγή: Protagon.gr















 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου