οι κηπουροι τησ αυγησ

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

"...Για να μην ξεχνάμε το αυτονόητο: ότι η Ουχάν δεν είναι μόνο επιδημία, κρούσματα, φόβος, θάνατος· βρομιά, νυχτερίδες, μυρμηγκοφάγοι και περίεργες διατροφικές συνήθειες. Ουχάν σημαίνει και ομορφιά, φύση, άνθρωπος· ιστορία, θέατρο, τέχνες και γράμματα· αγάπη, έρωτας και ανθρωπιά..."

Από την "Εφ.Συν"

"Εφ.Συν", 20/02/20


Της Ελενας Αβραμίδου*

Μια περιδιάβαση στην ιστορία της πόλης που τελευταία δοκιμάζεται σκληρά είναι αυτό το κείμενο· της πόλης που έχει πληγεί από τον κορονοϊό και δίνει τη μάχη της για την προστασία των κατοίκων της και την αντιμετώπιση της νόσου.

Είναι μια σύντομη αναφορά, διανθισμένη με προσωπικές μνήμες, στο άλλο πρόσωπο της πόλης, για να μην ξεχνάμε το αυτονόητο: ότι η Ουχάν δεν είναι μόνο επιδημία, κρούσματα, φόβος, θάνατος· βρομιά, νυχτερίδες, μυρμηγκοφάγοι και περίεργες διατροφικές συνήθειες. Ουχάν σημαίνει και ομορφιά, φύση, άνθρωπος· ιστορία, θέατρο, τέχνες και γράμματα· αγάπη, έρωτας και ανθρωπιά.

Η πόλη-φάντασμα των τελευταίων εβδομάδων, με τα 11 εκατ. κατοίκους, είναι πρωτεύουσα της επαρχίας Χουμπέι, με πληθυσμό περίπου 60 εκατ. Πόλη με πλούσια ιστορία, έσφυζε από ζωή καθότι εμπορικό, βιομηχανικό και πολιτιστικό κέντρο της κεντρικής Κίνας, έδρα προξενείων, πανεπιστημίων και μιας ονομαστής Σχολής Καλών Τεχνών. Χτισμένη στην όχθη του Γιανγκτσέ, προήλθε από τη συνένωση τριών πόλεων -Ουτζάνγκ, Χανκόου και Χανγιάνγκ-, το δε όνομά της αποτελεί σύνθεση των αρχικών συλλαβών των ονομάτων των τριών πόλεων.

Ο Γιανγκτσέ ή Γαλάζιος ποταμός, που τη διασχίζει, είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Ασίας και τρίτος στον κόσμο. Πηγάζει από το Θιβέτ και, κυλώντας μέσα από τοπία απαράμιλλης φυσικής ομορφιάς, εκβάλλει στη Θάλασσα της Ανατολικής Κίνας, κοντά στη Σανγκάη.

Εξυπηρετεί τη διακίνηση μεγάλης ποσότητας εμπορευμάτων, τον διαπλέουν όμως και κρουαζιερόπλοια με τουρίστες που επισκέπτονται το γνωστό, και αμφισβητούμενο για τις περιβαλλοντικές του συνέπειες, Φράγμα των Τριών Φαραγγιών.

Αυτό το τεράστιο υδροηλεκτρικό φράγμα είναι το μεγαλύτερο στον κόσμο και σχεδιάστηκε για να διασφαλίσει, πέρα από την ηλεκτρική ενέργεια, την προστασία των κατοίκων από τις καταστροφικές πλημμύρες, αιτία θανάτου εκατομμυρίων ανθρώπων στην περιοχή.

Σε ένα χωριό κοντά στον ποταμό Γιανγκτσέ, στις αρχές του 20ού αιώνα, τοποθετεί ο Νίκος Καζαντζάκης την πλοκή του θεατρικού του «Βούδα». Σε αυτό το άκρως φιλοσοφικό έργο με την πολυεπίπεδη γραφή το ποτάμι και ο Βούδας ταυτίζονται ως εκδηλώσεις μιας απόλυτης δύναμης, του Ενός.

Τα νερά του θυμωμένου ποταμού, που ορμούν μουγκρίζοντας στο αρχοντικό του γερο-Τσαγκ παρασύροντας τα πάντα, δεν είναι παρά έκφραση της ζωικής δύναμης που μας καλεί να ενωθούμε πάλι μαζί της. Και αυτός, υποδεχόμενος το ποτάμι, καλωσορίζει τον Βούδα.

Στη συνοικία Ουτσάνγκ, τον Οκτώβριο του 1911, ξέσπασε εξέγερση που οδήγησε στην πτώση της δυναστείας Τσινγκ. Μετά την επιτυχία στην επαρχία Χουμπέι, 18 ακόμη επαρχίες της κεντρικής και νότιας Κίνας αποσχίστηκαν και, τον Ιανουάριο του 1912, διακήρυξαν την ίδρυση της Κινεζικής Δημοκρατίας με πρόεδρο τον Σουν Γιατ Σεν. Εναν μήνα αργότερα, ακολούθησε η παραίτηση από τον θρόνο του τελευταίου αυτοκράτορα σηματοδοτώντας το τέλος της δυναστείας, αλλά και της αυτοκρατορίας έπειτα από εξουσία δύο χιλιάδων ετών.

Το πανεπιστήμιο της πόλης, στον λόφο Λουοτζά, με επιβλητικά κτίρια κινεζικού και δυτικού ρυθμού, ιδρύθηκε το 1893 και είναι από τα αρχαιότερα και καλύτερα της χώρας. Εδώ δίδαξε τη δεκαετία του ’30 ο ποιητής Τζούλιαν Μπελ, ανιψιός της Βιρτζίνια Γουλφ, και έζησε έναν παθιασμένο έρωτα με την ποιήτρια Λινγκ Σουχουά, η οποία αργότερα συνδέθηκε με τον κύκλο του Μπλούμσμπερι.

Η σχέση τους προκάλεσε μεγάλο σκάνδαλο τόσο όταν αποκαλύφθηκε όσο και έπειτα από δεκαετίες, όταν η συγγραφέας Χονγκ Γινγκ αποφάσισε να αφηγηθεί σε βιβλίο τον απαγορευμένο έρωτά τους. Η κόρη της ποιήτριας έκανε μήνυση στην Κινέζα συγγραφέα για δυσφήμηση της νεκρής μητέρας της. Ο Μπελ, μετά την αναχώρησή του από την Κίνα, πήγε στην Ισπανία, όπου σκοτώθηκε πολεμώντας στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο στο πλευρό των Δημοκρατικών.

Στην πόλη αυτή με τους όμορφους κήπους και τα σκιερά δρομάκια της Ανατολικής Λίμνης παρουσιάστηκε πρώτη φορά αρχαία ελληνική κωμωδία από κινεζικό θίασο. Ηταν οι «Θεσμοφοριάζουσες», σε σκηνοθεσία Λούο Τζινλίν, και είχα την τύχη να τη δω.

Η τόση αργοπορία οφείλεται, σύμφωνα με τον Κινέζο σκηνοθέτη που πρώτος δίδαξε αρχαιοελληνικό δράμα στους συμπατριώτες του, στο ότι η κωμωδία δεν αναπτύχθηκε στην Κίνα ως ξεχωριστό θεατρικό είδος. Σήμερα, οι πρώην φοιτητές του διδάσκουν στις διάφορες κινεζικές ακαδημίες θεάτρου, συμπεριλαμβανομένης εκείνης της Ουχάν.

Τις δύσκολες αυτές στιγμές η σκέψη μου τρέχει στον καθηγητή Σου Σιαοσoύ που βρίσκεται εγκλωβισμένος στην πόλη. Λάτρης των αρχαίων ελληνικών και της αρχαίας μας ιστορίας, κάποια στιγμή θέλησε να μάθει νέα ελληνικά· έτσι, ευτύχησα να τον έχω στην τάξη μου. Σοβαρός ερευνητής και άνθρωπος μεγάλης ευαισθησίας, δεν έχασε το χαμόγελό του ούτε στις δραματικές αυτές συνθήκες που, κλεισμένος στο σπίτι, προσπαθεί να αφοσιωθεί στο διάβασμα και το γράψιμο.

*αναπληρώτρια καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Ελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πεκίνου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου