οι κηπουροι τησ αυγησ

Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

"....Στον «πόλεμο αφηγημάτων» -γιατί περί αυτού πρόκειται-, εκτός από αδυναμία για αποφάσεις, μένουν μόνον ανοησίες, αξεστιά, ιδιοτέλειες, κουσούρια και εθνικό καραγκιοζιλίκι. Επιπλέον, μένουν όλοι οι αρνητικοί –ισμοί: ανορθολογισμοί, διχασμοί, κομματισμοί, δογματισμοί, μανιχαϊσμοί, εθνικισμοί… σταρχιδισμοί κ.ά. Αυτή η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Θα πρέπει να αλλάξει. Δεν την αξίζει η χώρα. Δεν την αξίζουν οι Ελληνες...."

Από τη ΣΥΡΙΖΑίϊκη "Εφ.Συν"

"Εφ,Συν", 21/02/20
Του Θανάση Βασιλείου

Στο ερώτημα, οι περισσότεροι θα απαντούσαν «όχι, δεν υπάρχει». Στο σχετικό ερώτημα, «Θα θέλαμε ένα εθνικό αφήγημα;», δεν είμαι σίγουρος για την απάντηση∙ ούτε για το αν θα μπορούσαμε να έχουμε. Τα πράγματα θα κολλούσαν στο περιεχόμενο του «εθνικού», στο τι είναι «έθνος», από πού έρχεται, ποιοι το απαρτίζουν, πού πηγαίνει κ.λπ.

Μια εύκολη οδός για εξευγενιστικές και αναγωγικές υποθέσεις εργασίας θα ήταν να συμφωνούσαμε στο ότι η δυναμική της «φυλής», της ελληνικής εν προκειμένω, θα ήταν ικανή τόσο ως ιστορικό υποκείμενο όσο και ως ταυτοτικό χαρακτηριστικό της πλειοψηφίας των κατοίκων της χώρας, να δώσει στοιχειώδεις απαντήσεις σε αφηγήματα κοινών κοινωνικών, οικονομικών, πολιτισμικών και ιστορικών εμπειριών και των μελλούμενων.

Κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Επιπλέον, η Ελλάδα δεν είναι, ας πούμε, Αγγλία. Δεν είναι, λόγου χάριν, decision maker, μεγάλη χώρα που μπορεί να αποφασίζει αγνοώντας συμφέροντα, αντιδράσεις και κινήσεις των άλλων. Η Ελλάδα είναι μια μικρή χώρα, ένας decision taker, ένας αποδέκτης αποφάσεων και εξελίξεων στη διεθνή γεωπολιτική. Είναι μια χώρα περιφερειακή∙ ενταγμένη, με δική της «εθνική επιλογή» στο συγκεκριμένο σύστημα, που όλοι το αναγνωρίζουμε ως «δυτικό».

Δεδομένης της συμμετοχής μας, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, σ’ αυτή την πλευρά του κόσμου, δεδομένης της κοινωνικοοικονομικής απόστασης που μας χωρίζει πλέον από τις άλλες μικρές ευρωπαϊκές χώρες, δεδομένων επίσης των δομικών αδυναμιών της Ε.Ε. να δώσει απαντήσεις ή να πάρει θέση στα μεγάλα ζητήματα, οφείλουμε να καταλήξουμε σε λυπηρά συμπεράσματα: ένα μεγάλο μέρος των μακρο-κοινωνικών θεμάτων είναι δικά μας∙ πως η λύση τους είναι καθαρά εσωτερική υπόθεση∙ πως σε αυτό το πεδίο ανοίγεται ο ασφαλέστερος δρόμος για τη γεωγραφία, την πολιτική και την κοινωνία.

Πώς; Σε αυτό το πεδίο, το γεωγραφικό, το κοινωνικό και το πολιτικό συντίθενται. Δηλαδή συνθέτουν τον δημόσιο χώρο, τον βαθιά δημοκρατικό και ορθολογικό χώρο, όπου όλα συζητούνται, όπου εκτελεστική και νομοθετική εξουσία αφουγκράζονται τις αντιτιθέμενες απόψεις και, από αυτές, γίνεται η επιλογή της βέλτιστης. Αυτό δεν σημαίνει ότι επειδή κάποια -ας τη βαφτίσουμε «εθνική»- είναι η βέλτιστη επιλογή σήμερα, θα πρέπει να υπηρετείται ύστερα από δέκα χρόνια. Οι υλικότητες και οι πυκνώσεις του χρόνου είναι μεγάλες. Ο κόσμος αλλάζει∙ οι γείτονες και οι σύμμαχοι αλλάζουν∙ οι προκλήσεις αλλάζουν. Οφείλουν να αλλάζουν και οι διαθέσιμες επιλογές.

Στα μεγάλα ζητήματα, είναι αλήθεια, οι πολίτες είναι απομονωμένοι. Αυτό τους αποξενώνει από τα πολιτικά, τα κοινά ή «εθνικά» εννοούμενα πράγματα. Ας δούμε παραδείγματα. Τι γίνεται με την κληρονομική δημοκρατία μας; Αντέχουμε πόλεμο; Τι γίνεται με το σχολείο που έχουμε, που οφείλουμε να θέλουμε και να έχουμε; Υπάρχει κοινωνική διαγενεακή κινητικότητα; Θέλουμε τη σχέση Εκκλησίας - Κράτους αμετάβλητη; Αντιμετωπίζουμε τα ζητήματα της υγείας του πληθυσμού όπως θα έπρεπε να τα αντιμετωπίσουμε, με ανθρωπιά, χωρίς αποκλεισμούς; Εχουμε ένα βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα, δίκαιο, που θα επιτρέπει στους απόμαχους της ζωής να ζουν με αξιοπρέπεια; Λόγου χάριν, η προχθεσινή απεργία για το ασφαλιστικό και τα εργασιακά έδειξε ομάδες συμφερόντων, κομματισμό, θεσμικό διαγκωνισμό, κόντρες ΑΔΕΔΥ - ΓΣΕΕ, ΠΑΜΕ, με κατηγορίες για «συνδικαλιστικές μαφίες»∙ έδειξε εγωισμούς και αγκυλώσεις που δεν αφήνουν χαραμάδα μελλοντικής αισιοδοξίας, εκσυγχρονισμού και λογικής σύγκλισης απόψεων πάνω στα σημαντικά.

Το ότι είμαστε η χώρα που είμαστε και ο λαός που γκρινιάζει, γυρνώντας την πλάτη στα σημαντικά, έχει εξηγήσεις. Οι αιτίες είναι πολλές. Μάλλον, κάθε μέρα, είναι μπροστά στον καθρέφτη μας. Η απουσία εθνικών αφηγήσεων, στόχων και μέσων επίτευξης των στόχων, λόγου χάριν, για το οικονομικό μοντέλο (κράτος, αγορά ή κάτι ανάμεσα), για το δημογραφικό (μετανάστες ή γηγενείς, ενσωμάτωση ή αποκλεισμός, πόσοι, ποιοι, πού και με ποια ποιοτικά κριτήρια;), για τη δικαιοσύνη, για τη δημόσια διοίκηση, για το δημοσιονομικό χρήμα, για την πολιτισμική κληρονομιά κ.λπ. κ.λπ. οδηγεί σε χρόνιες ανημπόριες, εθνικές ματαιώσεις και μαρασμό.

Επιπλέον, η απουσία εθνικών αφηγημάτων στα σημαντικά, εμπεδώνει –το χειρότερο- μια θολούρα που, με πολύ ήπιο τόνο, θα μπορούσαμε να την εντάξουμε σε μια καλλιεργημένη, θυμική τροπικότητα -προς αποφυγήν- και να τη συνοψίσουμε στον «πόλεμο αφηγημάτων». Τα πολεμικά αφηγήματα είναι αντιφατικά. Το ένα ανατρέπει το άλλο και όλα μαζί οδηγούν σε απονομιμοποιήσεις, κοινωνικούς αυτοματισμούς και παραβατικούς ανταγωνισμούς.

Στον «πόλεμο αφηγημάτων» -γιατί περί αυτού πρόκειται-, εκτός από αδυναμία για αποφάσεις, μένουν μόνον ανοησίες, αξεστιά, ιδιοτέλειες, κουσούρια και εθνικό καραγκιοζιλίκι. Επιπλέον, μένουν όλοι οι αρνητικοί –ισμοί: ανορθολογισμοί, διχασμοί, κομματισμοί, δογματισμοί, μανιχαϊσμοί, εθνικισμοί… σταρχιδισμοί κ.ά. Αυτή η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη. Θα πρέπει να αλλάξει. Δεν την αξίζει η χώρα. Δεν την αξίζουν οι Ελληνες.-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου