οι κηπουροι τησ αυγησ

Τετάρτη 27 Μαρτίου 2019

"...Η απόφαση αυτή αποτέλεσε το χρονικό ενός «προαναγγελθέντος θανάτου» της συμφωνίας του Αρχιεπισκόπου με τον Πρωθυπουργό, γεγονός που έγινε κατανοητό από τα πρώτα λεπτά που έσβησαν τα φλας των φωτορεπόρτερ. Από την ώρα εκείνη όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνώριζαν ότι η συμφωνία αυτή δεν θα γινόταν αποδεκτή από το σύνολο της Ιεραρχίας αλλά και τους κληρικούς. Κανένας όμως δεν ήθελε να εμφανιστεί ότι «αποπέμπει» τις θέσεις του Αρχιεπισκόπου και τις αποφάσεις του. Ετσι όλα έγιναν σταδιακά και το θέμα της μισθοδοσίας κλείνει οριστικά και αμετάκλητα από την Ιεραρχία. Ο ίδιος ο κ. Ιερώνυμος δεν αμφισβητείται από κανέναν και όλοι μαζί οι αρχιερείς στήριξαν τις απόψεις του για τις εκλογές νέων μητροπολιτών, άσχετα εάν αρχικά και με μία ψήφο χάθηκε η ψηφοφορία για τη Μητρόπολη Γλυφάδας, η οποία όμως βρέθηκε στη συνέχεια και τελικά ο στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου και «υπουργός των Οικονομικών του» κ. Αντώνιος από βοηθός Επίσκοπος προήχθη σε επαρχιούχο Μητροπολίτη..."

Από "ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ"

"ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ", 24/03/19


ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΟΥ

Πύρρειος χαρακτηρίζεται από πολλούς ιεράρχες η νίκη που κατήγαγε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στη διάρκεια της έκτακτης Συνόδου της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφού εξέλεξε μεν τους κληρικούς που στήριξε για τις Μητροπόλεις Περιστερίου, Γλυφάδας και Σιατίστης, «έχασε» όμως τη συμφωνία που εξασφάλισε με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα για τα οικονομικά της Εκκλησίας, και δη την αποδέσμευση της μισθοδοσίας των κληρικών από το Δημόσιο. Ταυτόχρονα φάνηκε ξεκάθαρα πλέον σε όλους τους αρχιερείς η διάσταση απόψεων που κυριαρχεί μεταξύ των στενών συνεργατών του Αρχιεπισκόπου σε μείζονος σημασίας ζητήματα.

Σε χαμηλούς τόνους και χωρίς τις εντάσεις της συνεδρίασης της ιεραρχίας του Νοεμβρίου, όπου για πρώτη φορά συζητήθηκαν τα ζητήματα, οι αρχιερείς-μέλη της επιτροπής που διεξήγαγε τον διάλογο με τον υπουργό Παιδείας Κωνσταντίνο Γαβρόγλου υπό τον Μητροπολίτη Ναυπάκτου Ιερόθεο ήταν ξεκάθαροι στις τοποθετήσεις τους. Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου ανέλαβε επί μήνες ένα δύσκολο έργο και όπως εκτιμά σχεδόν το σύνολο των μελών της Ιεραρχίας με νηφάλιο τρόπο ξεκαθάρισε από την πρώτη στιγμή ότι το θέμα της μισθοδοσίας δεν τίθεται σε διαπραγμάτευση. Μετά από πολύωρες συζητήσεις η έκτακτη Σύνοδος της Ιεραρχίας παρέπεμψε το θέμα, ακριβώς όπως έπραξε και τον περασμένο Νοέμβριο, στις ελληνικές καλένδες. Και όπως επισημαίνεται σε σχετικό ανακοινωθέν «η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος εμμένει στην απόφαση της (…) 16ης Νοεμβρίου 2018, ήτοι να συνεχισθεί ο διάλογος με την πολιτεία», αλλά «να εμμείνει στο υφιστάμενο καθεστώς μισθοδοσίας των Κληρικών και των Εκκλησιαστικών Υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος».

Επί της ουσίας η απόφαση αυτή αποτέλεσε το χρονικό ενός «προαναγγελθέντος θανάτου» της συμφωνίας του Αρχιεπισκόπου με τον Πρωθυπουργό, γεγονός που έγινε κατανοητό από τα πρώτα λεπτά που έσβησαν τα φλας των φωτορεπόρτερ. Από την ώρα εκείνη όλοι οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ γνώριζαν ότι η συμφωνία αυτή δεν θα γινόταν αποδεκτή από το σύνολο της Ιεραρχίας αλλά και τους κληρικούς. Κανένας όμως δεν ήθελε να εμφανιστεί ότι «αποπέμπει» τις θέσεις του Αρχιεπισκόπου και τις αποφάσεις του. Ετσι όλα έγιναν σταδιακά και το θέμα της μισθοδοσίας κλείνει οριστικά και αμετάκλητα από την Ιεραρχία. Ο ίδιος ο κ. Ιερώνυμος δεν αμφισβητείται από κανέναν και όλοι μαζί οι αρχιερείς στήριξαν τις απόψεις του για τις εκλογές νέων μητροπολιτών, άσχετα εάν αρχικά και με μία ψήφο χάθηκε η ψηφοφορία για τη Μητρόπολη Γλυφάδας, η οποία όμως βρέθηκε στη συνέχεια και τελικά ο στενός συνεργάτης του Αρχιεπισκόπου και «υπουργός των Οικονομικών του» κ. Αντώνιος από βοηθός Επίσκοπος προήχθη σε επαρχιούχο Μητροπολίτη. Τα πνευματικά παιδιά του κ. Ιερωνύμου, Μητροπολίτες Ιωαννίνων Μάξιμος και Νέας Ιωνίας Γαβριήλ, δεν ύψωσαν τους τόνους αλλά είναι πλέον φανερό ότι οι σχέσεις τους βρίσκονται σε διάσταση με το επί δεκαετίες παιδί και άνθρωπο του Αρχιεπισκόπου στα καλά και στα δύσκολα, Μητροπολίτη Ιλίου Αθηναγόρα.

Οσο για τους Μητροπολίτες Δημητριάδος Ιγνάτιο και Μεσσηνίας Χρυσόστομοπου πρώτοι διαμαρτυρήθηκαν για την «ιερή συμφωνία του Μαξίμου», παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις για την περίπτωση που χρειαστεί να παρέμβουν εκ νέου…

Δύο ξένοι Βαρθολομαίος και Ιερώνυμος

Σε βαθιά κατάψυξη βρίσκονται επί πολλούς μήνες οι σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με την Εκκλησία της Ελλάδος με αφορμή την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος περίμενε ότι λίγες ημέρες μετά την παραχώρηση του Πατριαρχικού Τόμου στον Ναό του Αγίου Γεωργίου στο Φανάρι την ημέρα του εορτασμού των Θεοφανίων ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος θα προχωρούσε στη μνημόνευση του νέου προκαθημένου. Τα 24ωρα περνούσαν το ένα μετά το άλλο και ο Αρχιεπίσκοπος κρατούσε την υπόθεση στο συρτάρι του. Οταν φάνηκε ότι ο κ. Ιερώνυμος δεν σκόπευε να προχωρήσει σε μια άμεση κίνηση, οι στενοί συνεργάτες του Οικουμενικού Πατριάρχη εκτιμούσαν ότι η αναγνώριση της νεοσύστατης αυτοκέφαλης εκκλησίας και του νέου προκαθημένου της θα γινόταν κατά τη διάρκεια της έκτακτης σύγκλησης της Συνόδου της Ιεραρχίας, όποτε και αν συνεδρίαζε.

Τελικά η έκτακτη Σύνοδος της Ιεραρχίας ξεκίνησε τις εργασίες της την περασμένη Τρίτη και ολοκληρώθηκε μόλις προχθές, αλλά το ζήτημα της Ουκρανίας απουσίαζε παντελώς από την ημερησία διάταξη αφού μερικές ημέρες πριν από τη σύγκλησή της με εισήγηση του Αρχιεπισκόπου και απόφαση της 12μελούς Ιεράς Συνόδου το θέμα παραπέμφθηκε προς μελέτη σε δύο επιτροπές: Διορθοδόξων και Διαχριστιανικών Σχέσεων και Νομοκανονικών.

Σύμφωνα με πληροφορίες, τα μέλη των επιτροπών θα συνεδριάσουν ξεχωριστά στις 22 Μαΐου και στις 23 του ίδιου μήνα θα διεξαχθεί από κοινού συνεδρίαση προκειμένου να συνταχθεί πόρισμα το οποίο θα αποστείλουν στην Ιερά Σύνοδο και οι σχετικές αποφάσεις αναμένεται να ληφθούν τον ερχόμενο Οκτώβριο, δηλαδή δέκα μήνες μετά την παραχώρηση της αυτοκεφαλίας.

Ολοι εκτιμούν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος θα προχωρήσει στην αναγνώριση της Εκκλησίας της Ουκρανίας αλλά φαίνεται ότι τα στελέχη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Μητέρας Εκκλησίας, δεν περίμεναν ποτέ ότι η Ιεραρχία της θυγατέρας Εκκλησίας, της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα καθυστερούσε μια τόσο μείζονος σημασίας απόφαση. Και όσο αυτή καθυστερεί τόσο το κλίμα στις σχέσεις των δύο πλευρών θυμίζει τους πάγους του Ψυχρού Πολέμου.

ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΚΟΝΙΔΑΡΗ*

Την παρελθούσα Τρίτη, Τετάρτη και Πέμπτη συνήλθε σε έκτακτη συνεδρίαση η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή, η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, το σύνολο δηλαδή των εν ενεργεία μητροπολιτών της.

Η έκτακτη Σύνοδος της Ιεραρχίας έχει την πρόσθετη ιδιαιτερότητα ότι, σύμφωνα με την ισχύουσα καταστατική νομοθεσία, σε αντίθεση με την τακτική, μπορεί να συζητήσει μόνο τα θέματα που τίθενται στην ημερησία διάταξη και συνεπώς τα μέλη της δεν μπορούν να προτείνουν και άλλα, ακόμη και κατεπείγοντα, προς συζήτηση.

Τα θέματα της έκτακτης Συνόδου της Ιεραρχίας ήταν την πρώτη ημέρα η συζήτηση επί των τελικών θέσεων της Εκκλησίας στο προσχέδιο συμφωνίας που πρότεινε η κυβέρνηση σε αυτήν, τη δεύτερη η εκλογή τριών μητροπολιτών σε αντίστοιχες κενές θέσεις και την τελευταία η εκλογή νέων, τριών τελικώς, βοηθών επισκόπων.

Αντιθέτως, το κατεπείγον θέμα της αναγνωρίσεως της Αυτοκεφαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, που είχε παραπεμφθεί από τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο, λόγω σπουδαιότητας, στη Σύνοδο της Ιεραρχίας, παραπέμφθηκε ad calendas graecas, διότι, τάχα μου, δεν είχε ακόμη γνωμοδοτήσει σχετικώς η αρμόδια Συνοδική Επιτροπή…

Είναι, όμως, προφανές ότι οι πραγματικοί λόγοι δεν είναι αυτοί, πολλώ δε μάλλον καθώς οι Συνοδικές Επιτροπές έχουν γνωμοδοτική μόνο αρμοδιότητα και η Ιεραρχία, ως η ανώτατη εκκλησιαστική αρχή, έχει το τεκμήριο της αρμοδιότητας και δεν έχει λόγο να περιμένει τη γνωμοδότηση ουδενός.

Συνεπώς, το θέμα δεν συζητήθηκε επειδή δεν περιελήφθη στην ημερησία διάταξη για δυσκόλως αποκρυπτόμενους λόγους μικροψυχίας έναντι του Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικώς του οιακοστρόφου του.

Δεν επιθυμώ να γίνω μάντης κακών. Αλλά οφείλω να επισημάνω, για άλλη μια φορά, ότι η σχέση της Εκκλησίας της Ελλάδος με τη Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι όλως ιδιόμορφη. Διότι περιλαμβάνει στους κόλπους της, πέραν των μητροπόλεων της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδος, που φθάνει μέχρι τη Λάρισα, και τις μητροπόλεις του Οικουμενικού Πατριαρχείουσε Ηπειρο, Μακεδονία, Θράκη και στα νησιά του Αιγαίου, που της έχουν παραχωρηθεί, σε δίσεκτους χρόνους, «επιτροπικώς» και «εν τοις επί μέρους»,προς διοίκηση με την Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη του 1928, τηρουμένου του ανωτάτου κανονικού δικαιώματος επί των επαρχιών αυτών στον Πατριαρχικό Οικουμενικό Θρόνο.

Συνεπώς, παρελκυστική τακτική για τόσο σοβαρά θέματα, που αφορούν την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία στο σύνολό της, όχι μόνο συνιστά, όλως επιεικώς, ασυγχώρητη αβελτηρία, αλλά είναι και επικίνδυνη για τις γενικότερες εξελίξεις στη χώρα μας και στην περιοχή μας.

Αλλά και διότι το γεροντικό πείσμα δεν αναιρεί τη λαϊκή σοφία πως «το γινάτι βγάζει μάτι». Και ο νοών νοείτω…

*Ομότιμος καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου