οι κηπουροι τησ αυγησ

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2019

"...Η κοινωνική μοχθηρότητα κι η πολιτική μνησικακία των δημίων της Παπαδάκη στοιχειώνει την Ελλάδα εδώ και εβδομήντα πέντε χρόνια. Είναι οι Ραγκούσηδες κι οι Κούλογλου κάθε εποχής, στην τραγική ή την ελαφριά εκδοχή τους. Τότε κατασκεύαζαν θύματα, τώρα ψάχνουν εχθρούς. Παίζουν όμως το ίδιο παιχνίδι. Δεν ξέρω αν το κάνουν για τις ιδέες τους, δεν ξέρω καν αν έχουν ιδέες. Δεν ξέρω αν είναι θέμα μνήμης, δεν ξέρω καν αν έχουν μνήμη. Το πιθανότερο είναι οτι, όπως οι συνάδελφοι της Παπαδάκη, κουβαλούν τον φθόνο για τους άλλους και την εμμονή με τον αντίπαλο. Οποιος κι αν είναι ο αντίπαλος, όπου κι αν βρίσκεται, για όποιο λόγο κι αν βρέθηκε απέναντί τους. Οχι απαραιτήτως τον αντίθετο, αλλά εκείνον που μπαίνει εμπόδιο στη δίψα για έναν μισθό ή μια καρέκλα ή έναν ρόλο. Αρρωστημένα πράγματα..."

Από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 26-27/10/19





Συγκρούσεις,
του Ι.Κ.Πρετεντέρη

Συχωρέστε μου την προσωπική εισαγωγή. Μεγάλωσα σε μια αθηναϊκή οικογένεια που έως τη δεκαετία του '60 κουβαλούσε την ανάμνηση των Δεκεμβριανών.

Ανθρωποι φιλήσυχοι και νοικοκυραίοι είχαν ζήσει με δέος τη σύγκρουση από τα σπίτια τους. Ευτυχώς χωρίς απώλειες. Αλλά φέροντας για πολλά χρόνια αργότερα τον τρόμο που τα Δεκεμβριανά προκάλεσαν στην αστική Αθήνα. Το αίμα είχε φτάσει στην πόρτα τους.

Στο σπίτι μας δεν κουβέντιαζαν πολλά πολιτικά πέρα από τα τρέχοντα. Ακόμη κι ο Εμφύλιος του 1946-1949 ήταν ένας πόλεμος μακρινός κι ακαταλαβίστικος, παρόλο που ο πατέρας μου είχε πολεμήσει στον Γράμμο με τα ΛΟΚ. Οι εμφυλιοπολεμικές αφηγήσεις στις οικογενειακές συνάξεις εξαντλούνταν στον διχασμό Βασιλιάς - Βενιζέλος και τα Δεκεμβριανά.


Λίγο πριν από τη δικτατορία του 1967 άκουσα πρώτη φορά για την Ελένη Παπαδάκη.

- «Την Παπαδάκη την ηθοποιό τη βασάνισαν και τη σκότωσαν οι κομμουνιστές στα Δεκεμβριανά», είπε η νόνα Ολγα. «Το πτώμα της βρέθηκε τόσο παραμορφωμένο που αναγνωρίστηκε μόνο από την καλτσοδέτα!».

Η περιγραφή ήταν φρικιαστική. Ρώτησα τον πατέρα μου (που ήταν ο θεατράνθρωπος της οικογένειας) για την Παπαδάκη. Δεν είχε πολλά να πει, ουσιαστικά δεν την πρόλαβε.

- «Ηταν καλύτερη από την Παξινού», φώναξε η γιαγιά μου που ήταν η θεατρόφιλη της οικογένειας. «Την είχα δει στο Εθνικό. Κλυταιμνήστρα. Εξαιρετική!».

Νομίζω ότι η κουβέντα σταμάτησε κάπου εκεί. Με τα χρόνια το τραγικό τέλος της είχε ξεχαστεί. Δεν αποτελούσε αντικείμενο συζήτησης. Δεν είχε μείνει ούτε η μνήμη της στους νεότερους που ζούσαν πλέον στην εποχή των σταρ του κινηματογράφου.


Δεκαετίες αργότερα όμως η Παπαδάκη ξαναπήρε μορφή ως υπόδειγμα άδικου και τραγικού θανάτου σε μια αιμοβόρα εποχή. Θύμα μια υποθετικής σχέσης με τον κατοχικό πρωθυπουργό Ι. Ράλλη, θύμα του ταλέντου της, θύμα του φθόνου των συναδέλφων της, θύμα μιας αριστερής κτηνωδίας, θύμα ίσως κι ενός ελαφρώς ανέμελου χαρακτήρα σε καιρούς ανείπωτης βαρβαρότητας.

Μια Ελένη που χάθηκε «για ένα πουκάμισο αδειανό...».

Αργότερα διάβασα το έξοχο βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου. Ακουσα ότι ήταν η οικογένεια Μυράτ στην οποία η Παπαδάκη είχε καταφύγει που την παρέδωσε στους δημίους της - ο Δημήτρης Μυράτ ήταν επικεφαλής του ΕΑΜ Ηθοποιών… Κι ότι ο Ζαχαριάδης αποκήρυξε αργότερα τη δολοφονία της. Τι να το κάνεις;

Πρόσφατα, λοιπόν, χειροκρότησα την απόφαση του Δημήτρη Λιγνάδη να δώσει το όνομά της σε μια αίθουσα του Εθνικού Θεάτρου - επάξια δίπλα στην αίθουσα «Μαρίκα Κοτοπούλη» και την αίθουσα «Κατίνα Παξινού»…

Και φυσικά με εξόργισε η μικρόψυχη ανακοίνωση του «αριστερού» ΣΕΗ. Αναρωτήθηκα: αν αυτοί οι άνθρωποι θεωρούνται καλλιτέχνες, ποια τέχνη άραγε υπηρετούν;


Η μεγάλη γαλλίδα ηθοποιός Αρλετί, η «Γκάρμπο της Γαλλίας», κατηγορήθηκε πως την Κατοχή διατηρούσε σχέσεις με έναν γερμανό αξιωματικό της Λουφτβάφε. Παραπέμφθηκε σε δίκη για εθνική ατιμία.

- «Η καρδιά μου ανήκει στη Γαλλία αλλά ο κώλος μου είναι διεθνής», απάντησε στο κατηγορητήριο με το προκλητικό ύφος της.

Καταδικάστηκε σε δεκαοκτώ μήνες φυλακή και εξέτισε την ποινή της σε ιδιωτικό πύργο. Πέθανε το 1992 δοξασμένη από όλη τη Γαλλία για την τέχνη της και για κανένα άλλο σημείο του σώματός της.


Αλλος ένας πόλεμος της μνήμης, λοιπόν. Μόνο που παραδόξως στην Ελλάδα τον χορό της μνήμης σέρνουν οι ηττημένοι κι όχι οι νικητές.

Κατά παρανοϊκό τρόπο όταν οι νικητές γιορτάζουν τη νίκη τους θεωρείται «γιορτή μίσους». Οταν δοξάζουν την ήττα τους οι ηττημένοι «τιμούμε τους ηρωικούς μαχητές». Ο ελληνικός είναι ίσως ο μοναδικός εμφύλιος παγκοσμίως όπου οι ηττημένοι αποφάσισαν μόνοι τους ότι είχαν όλα τα δίκια κι όλη τη λεβεντιά με το μέρος τους.

Πώς θα λυτρωθούμε από τέτοιους πολέμους της μνήμης; Δεν θα λυτρωθούμε όσο οι μισοί δεν το θέλουν.


Αυτήν την εβδομάδα ζήσαμε την απόλυτη γελοιότητα με τον «Τζόκερ».

Ο Ραγκούσης παρόλο που έχει συνυπογράψει σχετικό νόμο το 2010 εμφανίστηκε να καταγγέλλει ότι «η κυβέρνηση μπούκαρε στους κινηματογράφους». Ολη η κυβέρνηση και σε όλους τους κινηματογράφους; Δύσκολο. Αν μπούκαρε σε όλους τους κινηματογράφους μάλλον δεν θα έφτανε όλη η κυβέρνηση.

Το επιστέγασμα της φαρσοκωμωδίας ήταν ότι ο ευρωβουλευτής Κούλογλου έκανε ερώτηση… στην Κομισιόν για το περιστατικό με τίτλο «Πολλαπλασιάζονται τα φαινόμενα σκοταδισμού στην Ελλάδα».

Κατέληγε: «Ερωτάται η Επιτροπή τι μέτρα σκοπεύει να πάρει για την αντιμετώπισή τους» (21/10). Μια ιδέα είναι να αρχίσει η Επιτροπή να συλλαμβάνει όσους θεωρεί σκοταδιστές ο Κούλογλου. Με πρώτη την Παπαδάκη.


Κακά τα ψέματα, η κοινωνική μοχθηρότητα κι η πολιτική μνησικακία των δημίων της Παπαδάκη στοιχειώνει την Ελλάδα εδώ και εβδομήντα πέντε χρόνια. Είναι οι Ραγκούσηδες κι οι Κούλογλου κάθε εποχής, στην τραγική ή την ελαφριά εκδοχή τους. Τότε κατασκεύαζαν θύματα, τώρα ψάχνουν εχθρούς. Παίζουν όμως το ίδιο παιχνίδι.

Δεν ξέρω αν το κάνουν για τις ιδέες τους, δεν ξέρω καν αν έχουν ιδέες. Δεν ξέρω αν είναι θέμα μνήμης, δεν ξέρω καν αν έχουν μνήμη.


Το πιθανότερο είναι οτι, όπως οι συνάδελφοι της Παπαδάκη, κουβαλούν τον φθόνο για τους άλλους και την εμμονή με τον αντίπαλο. Οποιος κι αν είναι ο αντίπαλος, όπου κι αν βρίσκεται, για όποιο λόγο κι αν βρέθηκε απέναντί τους.

Οχι απαραιτήτως τον αντίθετο, αλλά εκείνον που μπαίνει εμπόδιο στη δίψα για έναν μισθό ή μια καρέκλα ή έναν ρόλο.

Αρρωστημένα πράγματα.

Που προβάλλουν όμως την κανονικότητα, την καταλλαγή, την ηπιότητα των ηθών και το ήθος των ανθρώπων. Πόσο βλαμμένος μπορεί να είναι κάποιος όταν μιλάει σήμερα για σκοταδισμό ή όταν διαμαρτύρεται επειδή κάποια θεατρική αίθουσα πήρε το όνομα μιας γυναίκας που δολοφονήθηκε πριν από 75 χρόνια;

Παραβλέποντας ίσως ότι (όπως θα έλεγε κι η Αρλετί) «η καρδιά μας ανήκει στην Ελλάδα αλλά πάντα πονάει για μια Ελένη».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου