οι κηπουροι τησ αυγησ

Τρίτη 23 Ιουλίου 2019

"...Οι Αλκυονίδες αποτελούν ένα νησιωτικό σύμπλεγμα στο ανατολικό τμήμα του Κορινθιακού Κόλπου, του λεγόμενου κόλπου του Λειβαδάστρου, απέναντι από το ακρωτήριο Ολμιών στον Νομό Κορινθίας. Το νησιωτικό αυτό σύμπλεγμα αποτελούν τέσσερα νησιά: η Ζωοδόχος Πηγή (νησίδα), το Δασκαλειό, το Γλαρονήσι και το Πρασονήσι. Και είναι γνωστό πως ο Κορινθιακός είναι η περιοχή με την υψηλότερη παραμόρφωση του φλοιού της Γης σε όλη την Ελλάδα. Επίσης είναι γνωστό πως η βόρεια και η νότια ακτή του Κορινθιακού απομακρύνονται μεταξύ τους με ετήσιο ρυθμό έως 15 χιλιοστών...."

Από "ΤΑ ΝΕΑ"

"ΤΑ ΝΕΑ", 22/07/19


Το διπλό θέμα του Προκόπη Γιόγιακα

ΟΙ ΣΕΙΣΜΟΛΟΓΟΙ ΑΝΗΣΥΧΟΥΝ ΤΩΡΑ 
ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟ

Μόλις βεβαιώθηκε πως ο σεισμός της περασμένης Παρασκευής προκλήθηκε από ένα κομμάτι στο δυτικό άκρο του ρήγματος της Πάρνηθας το όποιο δεν έσπασε στον σεισμό του '99, τα βλέμματα των ειδικών έπαψαν να είναι στραμμένα στον εθνικό δρυμό και πλέον στρέφονται προς τον Κορινθιακό Κόλπο….

Πριν δημιουργηθεί η οποιαδήποτε ανησυχία, οι σεισμολόγοι είναι ξεκάθαροι (και καθησυχαστικοί): ο σεισμός της Παρασκευής δεν ενεργοποίησε τα γειτονικά ρήγματα, ούτε, όπως προαναφέρθηκε, βορειοδυτικά του Θριασίου, είτε βορειότερα προς τη Βόρεια Πάρνηθα αλλά και ούτε δυτικά προς τον Κορινθιακό.

Τίθεται έτσι εύκολα το ερώτημα: τότε γιατί οι ειδικοί έχουν τα βλέμματά τους στραμμένα στον Κορινθιακό; Αν και οι απαντήσεις στο ερώτημα αυτό είναι φειδωλές (και έχοντας υπόψη μας ότι οι σεισμολόγοι είναι υποχρεωμένοι να βλέπουν πολλά χρόνια μπροστά ακόμη και στην περίπτωση που δεν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ότι επίκειται μεγάλος σεισμός), η κατάσταση έχει ως εξής: οι σεισμολόγοι γνωρίζουν ότι για περιοχές που είναι σεισμικά ήσυχες για μεγάλο διάστημα, προβλέπεται θεωρητικά η διέγερση περιφερειακών ζωνών αρκετά πριν από τους μεγάλους σεισμούς. Αυτός είναι και ο λόγος που το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο έχει εγκαταστήσει ειδικούς μετρητικούς σταθμούς και εκτελεί σειρά ερευνητικών προγραμμάτων στην περιοχή. Το «στοίχημα» για τους σεισμολόγους είναι να μην τους πιάσει στον ύπνο ένας μεγάλος σεισμός, όποτε κι αν γίνει αυτός.

Μέσα σε όλο αυτό το πλαίσιο υπάρχουν και τα ντόνατς. Οχι, δεν πρόκειται για τα πιο γνωστά και ευρέως διαδεδομένα γλυκίσματα παγκοσμίως (είναι στρογγυλά και γεμιστά με μαρμελάδα ή κρέμες), αλλά για μια θεωρία (!). Ναι, για μια θεωρία (που λέει μέσες - άκρες) πως πριν αρχίσει να διεγείρεται σεισμικά μια περιοχή διεγείρονται οι γύρω από αυτήν. Και σε αυτό το πλαίσιο σκέψης, από τη μνήμη των ειδικών δεν έχουν σβήσει ο σεισμός μεγέθους 5,3 βαθμών που σημειώθηκε στις 7 Ιανουαρίου 2018 στο Γαλαξίδι, ούτε αυτός με μέγεθος 4,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που σημειώθηκε στον Κορινθιακό Κόλπο τα ξημερώματα της τελευταίας ημέρας του 2017.

Κακή γειτονιά. Για πολλούς επιστήμονες - ιδίως - ο ανατολικός δεν είναι μια καλή γειτονιά (από σεισμολογικής άποψης) επειδή έχει μεγάλα ρήγματα. Και εκεί ας μην ξεχνάμε βρίσκονται οι Αλκυονίδες που έδωσαν τους τρεις καταστροφικούς σεισμούς του 1981. Πρόκειται για τη λεγόμενη ζώνη των Αλκυονίδων, και έχουν περάσει 38 χρόνια χωρίς να δώσει σοβαρό (σοβαρούς) σεισμό (σεισμούς).

Οι Αλκυονίδες αποτελούν ένα νησιωτικό σύμπλεγμα στο ανατολικό τμήμα του Κορινθιακού Κόλπου, του λεγόμενου κόλπου του Λειβαδάστρου, απέναντι από το ακρωτήριο Ολμιών στον Νομό Κορινθίας. Το νησιωτικό αυτό σύμπλεγμα αποτελούν τέσσερα νησιά: η Ζωοδόχος Πηγή (νησίδα), το Δασκαλειό, το Γλαρονήσι και το Πρασονήσι. Και είναι γνωστό πως ο Κορινθιακός είναι η περιοχή με την υψηλότερη παραμόρφωση του φλοιού της Γης σε όλη την Ελλάδα. Επίσης είναι γνωστό πως η βόρεια και η νότια ακτή του Κορινθιακού απομακρύνονται μεταξύ τους με ετήσιο ρυθμό έως 15 χιλιοστών.

Ο καθηγητής Σεισμολογίας και διευθυντής στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Ακης Τσελέντης το λέει ξεκάθαρα απαντώντας σε σχετική ερώτηση των «ΝΕΩΝ». «Υπάρχει πιθανός κίνδυνος στις Αλκυονίδες» επισημαίνει. Οπως ο ίδιος αναφέρει, ο φόβος του έγκειται στο γεγονός πως αν γίνει ένας ανάλογος σεισμός με αυτούς του 1981, πολλά σπίτια δεν θα αντέξουν. «Από το 2000 έπρεπε να εξεταστούν από μηχανικούς 80.000 δημόσια κτίρια. Μέχρι σήμερα είναι ζήτημα αν έχουν εξεταστεί 17.000» υποστηρίζει.

Στο παρελθόν. Κατά τους ειδικούς, οι σεισμοί στις Αλκυονίδες το 1981 ήταν μια ακολουθία, αποτελούμενη από τρεις κύριους σεισμούς, οι όποιοι προκλήθηκαν το χρονικό διάστημα από τις 24 Φεβρουαρίου μέχρι τις 4 Μαρτίου του προαναφερόμενου έτους. Ενα λεπτό πριν από τις έντεκα το βράδυ της Τρίτης 24 Φεβρουαρίου σημειώθηκε ο πρώτος σεισμός, ο οποίος είχε μέγεθος 6,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και προκάλεσε μεγάλες καταστροφές σε Λουτράκι, Περαχώρα, Αγ. Θεοδώρους, Κινέτα, Μέγαρα, Νέα Πέραμο, Ελευσίνα, Μάνδρα και Ασπρόπυργο.

Στη συνέχεια, μισή ώρα μετά τα μεσάνυχτα της Τέταρτης 25/2 ακολούθησε δεύτερος σεισμός, ο οποίος είχε μέγεθος 6,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ και προκάλεσε ζημιές σε κτίσματα που είχαν πληγεί από τον πρώτο σεισμό. Το πρωί φάνηκαν οι τραγικές συνέπειες του σεισμού: το 10% των σπιτιών στα Μέγαρα δεν ήταν κατοικήσιμο, ενώ τεράστιες ήταν οι ζημιές σε Κόρινθο και Λουτράκι (όπου κατέρρευσαν δύο ξενοδοχεία που λόγω εποχής ήταν - ευτυχώς - άδεια από κόσμο).

Την Τετάρτη 4 Μαρτίου, ένα λεπτό μετά τις τέσσερις το απόγευμα σημειώθηκε και τρίτος σεισμός μεγέθους 6,3 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ. Από αυτόν τον σεισμό, οι μεγαλύτερες ζημιές προκλήθηκαν στην Ανθούπολη Περιστερίου. Αξίζει να σημειωθεί πως οι μετασεισμοί συνεχίστηκαν για πολύ μεγάλο διάστημα, έως και τα μέσα του Σεπτεμβρίου 1981 (!).

Από αυτήν την ιδιαίτερα έντονη σεισμική ακολουθία, 20 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους και γύρω στους 500 τραυματίστηκαν. Οι ζημιές ανυπολόγιστες: 22.500 (πάνω - κάτω) οικοδομές καταστράφηκαν ή υπέστησαν μη επισκευάσιμες βλάβες, πάνω από 11.000 οικοδομές έπαθαν σοβαρές βλάβες και άλλες 50.222 ελαφρότερες. Η εκτίμηση που υπάρχει είναι ότι έως τις 31 Δεκεμβρίου 1983 δόθηκαν 60 δισ. δραχμές για την αποκατάσταση των σεισμόπληκτων.

Ζημιές σε πάνω από 700 σπίτια στη Φυλή

Περισσότερα από 700 σπίτια στον Δήμο Φυλής έχουν υποστεί μικροζημιές από τη σεισμική δόνηση της περασμένης Παρασκευής. Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ» ο δήμαρχος της πόλης, πρόκειται για ζημιές στην τοιχοποιία των σπιτιών. «Μιλάμε κυρίως για ραγίσματα και ρωγμές στους τοίχους. Οπως με έχουν ενημερώσει και οι αντιδήμαρχοι, υπολογίζεται πως η επισκευή των μικροζημιών αυτών κυμαίνεται από 2.000 - 3.000 ευρώ για κάθε σπίτι. Είναι ένα επιπλέον βάρος στον οικογενειακό προϋπολογισμό, αλλά θα πρέπει να φτιαχτούν. Πάλι καλά, όμως, που δεν είχαμε ανθρώπινες απώλειες και μεγαλύτερες ζημιές».

Η ΠΑΡΝΗΘΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΔΩΣΕΙ
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΣΕΙΣΜΟ

Εβδομήντα μετασεισμοί προκλήθηκαν τα δύο πρώτα 24ωρα μετά τον σεισμό της περασμένης Παρασκευής μεγέθους 5,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ που προκάλεσε ιδιαίτερη ανησυχία στους κατοίκους του Λεκανοπέδιου αλλά και των γύρω περιοχών. Οι σεισμολόγοι κάνουν λόγο για ομαλή μετασεισμική ακολουθία, ωστόσο, θα ήταν ακόμη πιο ήσυχοι αν σημειώνονταν περισσότεροι σεισμοί μεσαίου μεγέθους. Στο προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, ο μεγαλύτερος σεισμός που προκλήθηκε είχε μέγεθος 4,3 βαθμών, ενώ σημειώθηκαν δυο σεισμοί με μέγεθος πάνω από τρεις βαθμούς (3,2 και 3,6). Συνολικά οι 20 είχαν μέγεθος πάνω από δύο βαθμούς της κλίμακας Ρίχτερ.

Τρία είναι μέχρι στιγμής τα στοιχεία, σύμφωνα με τον γεωλόγο/σεισμολόγο διευθυντή ερευνών στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο Αθηνών Θανάση Γκανά:

1) Ο σεισμός είναι πιθανό να προκλήθηκε από το δυτικό άκρο του ρήγματος της Πάρνηθας (που έδωσε τον σεισμό του '99 μεγέθους 5,9 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ) ή από ένα γειτονικό ρήγμα μήκους πέντε χιλιομέτρων σε κοντινή απόσταση, βορειοδυτικά της εστίας του '99. Αυτό ακόμη είναι υπό εξέταση και αναμένεται να διευκρινιστεί με βάση τα νεωτέρα δεδομένα.

2) Τυπικά είναι πολύ δύσκολο αυτό το ρήγμα να δώσει μεγαλύτερο σεισμό.

3) Η μετασεισμική ακολουθία εξελίσσεται ομαλά και δεν έχουν ενεργοποιηθεί τα γύρω ρήγματα βορειοδυτικά του Θριασίου (όπως αυτό στα βόρεια του όρους Πατέρα), βορειότερα προς τη Βόρεια Πάρνηθα και δυτικά προς τον Κορινθιακό. «Ενα κομμάτι 4-5 χιλιόμετρα ενός μεγάλου ρήγματος μήκους 20 -25 χιλιομέτρων μπορεί να σπάσει ύστερα από 20 χρόνια και να δώσει νέο σεισμό», συμπληρώνει ο Θανάσης Γκανάς. «Και αυτό διότι κατά τον πρώτο σεισμό δεν έχει απελευθερωθεί από την πρώτη στιγμή όλη η ενέργεια που συγκεντρώνεται».

Οπως προαναφέρθηκε, το ρήγμα της Πάρνηθας δεν αναμένεται (τυπικά τουλάχιστον) να δώσει μεγαλύτερο σεισμό. Αυτό το επιβεβαιώνει και ο καθηγητής σεισμολογίας Νίκος Βούλγαρης. «Πρόκειται για μικρό ρήγμα όχι μεγάλης δυναμικότητας», αναφέρει. Ομως ούτε το '99 περίμεναν σεισμό από αυτό το ρήγμα οι σεισμολόγοι. Αυτός είναι και ο λόγος που ο πρόεδρος του ΟΑΣΠ Ευθύμιος Λέκκας επισημαίνει χαρακτηριστικά πως «το ρήγμα της Πάρνηθας μας εκπλήσσει συνεχώς».

Κατεδαφίσεις - καταφύγια. Η κυκλοφοριακή συμφόρηση στους δρόμους της Αθήνας αμέσως μετά την εκδήλωση του σεισμού της περασμένης Παρασκευής αλλά και ο πανικός που προκλήθηκε το πρώτο διάστημα εξαιτίας στα προβλήματα των δικτύων κινητής τηλεφωνίας οδηγεί τον ακαδημαϊκό και καθηγητή αντισεισμικών κατασκευών στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ) Παναγιώτη Καρύδη στο συμπέρασμα ότι από την πρωτεύουσα λείπουν χώροι ασφαλούς συγκέντρωσης κατοίκων σε περίπτωση σεισμών ή άλλων καταστροφών.

Για τον λόγο αυτό, ο ίδιος, μιλώντας στα «ΝΕΑ» προτείνει στην κατεδάφιση υπό προϋποθέσεις μέρους των περίπου 1.500 εγκαταλελειμμένων σπιτιών και ανάλογα με τη θέση και την έκταση να δημιουργηθούν χώροι πρασίνου και καταφυγής. Επιπλέον, σε ό,τι αφορά τα υπάρχοντα καταφύγια, η κατασκευή των οποίων ήταν υποχρεωτική την εποχή του μεσοπολέμου να αξιοποιηθούν με σωστό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. «Τα καταφύγια αυτά είναι πανίσχυρα και θα μπορούσαν να ενταθούν σε κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης προκειμένου να αξιοποιηθούν για την ασφάλεια του κόσμου ώστε να μην τρέχουν στους δρόμους με ό,τι κινδύνους αυτό συνεπάγεται», επισημαίνει χαρακτηριστικά.

ΟΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΕΠΙΒΑΡΥΝΣΕΙΣ ΣΕ ΚΤΗΡΙΑ

Της Κατερίνας Ροββά

Τα μέγιστα όρια των προδιαγραφών τους άγγιξαν τα κτίρια σε κάποιες περιοχές του Λεκανοπεδίου την ώρα που ο Εγκέλαδος χτυπούσε την Αθήνα. Σύμφωνα με τις καταγραφές του δικτύου επιταχυνσιογράφων, τη μεγαλύτερη επιβάρυνση δέχτηκαν οι κατασκευές στην περιοχή του Μοσχάτου όπου εντοπίστηκε εδαφική επιτάχυνση ίση με 0,16g, δηλαδή ίση με την επιτάχυνση που λαμβάνουν υπόψη τους οι μηχανικοί για να σχεδιάσουν τα κτίρια στην Αττική... Παρότι η τιμή της επιτάχυνσης υπερέβη για λίγα δευτερόλεπτα τον Αντισεισμικό Κανονισμό, δεν υπήρξαν επιπτώσεις· το κτιριακό απόθεμα του Λεκανοπεδίου ανταποκρίθηκε, όπως φάνηκε, ικανοποιητικά στη δοκιμασία των 5,3 ρίχτερ.

Υψηλές τιμές σημειώθηκαν επίσης στο Περιστέρι, όπου η επιτάχυνση υπερέβη το 0,13g ενώ, όπως λέει στα «ΝΕΑ» ο Βασίλης Μάργαρης, τεχνικός σεισμολόγος, ερευνητής α' στο Ινστιτούτο Τεχνικής Σεισμολογίας και Αντισεισμικών Κατασκευών (ΙΤΣΑΚ), οι επιταχύνσεις μειώνονταν έως και στο μισό ανεβαίνοντας προς τα βόρεια. Ετσι, στην Κηφισιά κατεγράφησαν τιμές εδαφικής επιτάχυνσης ίσες με 0,07 ή 0,08g.

«Χρησιμοποιούμε την επιτάχυνση της εδαφικής κίνησης διότι αυτή συνδέεται άμεσα με την επιβάρυνση που δέχεται μια κατασκευή από τα σεισμικά φορτία», εξηγεί o κ. Μάργαρης. Είναι ενδεικτικό ότι στον φονικό σεισμό του 1999, οπότε 110 κτίρια είχαν καταρρεύσει και περισσότερα από 5.200 είχαν κριθεί κατεδαφιστέα, στο κέντρο της Αθήνας είχαν αναπτυχθεί επιταχύνσεις ίσες ή μεγαλύτερες με 0,5g…

ΤΡΕΙΣ ΖΩΝΕΣ. Για να γίνουν κατανοητά τα μεγέθη χρειάζεται να αναφερθεί ότι η Ελλάδα είναι χωρισμένη σε τρεις ζώνες σεισμικής επικινδυνότητας, στις οποίες αντιστοιχούν διαφορετικές τιμές εδαφικών επιταχύνσεων που πρέπει να λάβουν υπόψη τους οι μηχανικοί για να κατασκευάσουν κτίσματα ανθεκτικά στους σεισμούς. Στην πρώτη ζώνη ανήκει η πιο σεισμογενής περιοχή της χώρας, τα νησιά του Ιονίου - με επιτάχυνση σχεδιασμού ίση με 0,36g -, στη δεύτερη ζώνη περιλαμβάνονται σεισμογενείς περιοχές της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας - με επιτάχυνση σχεδιασμού 0,24g -, ενώ στην τρίτη ζώνη, όπου υπάγεται και το μεγαλύτερο τμήμα της Αττικής, αντιστοιχεί επιτάχυνση σχεδιασμού 0,16g, δηλαδή ίση με την εδαφική επιτάχυνση που προκλήθηκε στο Μοσχάτο την Παρασκευή.

Σχολιάζοντας το γεγονός ότι η μέγιστη τιμή κατεγράφη σε απόσταση σχεδόν 23 χιλιομέτρων από το επίκεντρο, ο κ. Μάργαρης εξηγεί ότι σημαντικό ρόλο διαδραματίζει το έδαφος πάνω στο οποίο είναι θεμελιωμένο ένα κτίριο. «Το Μοσχάτο και το Περιστέρι είναι χτισμένα πάνω σε μαλακά εδάφη», λέει. «Στις περιοχές που βρίσκονται κοντά στο επίκεντρο οι επιταχύνσεις ήταν πολύ μεγαλύτερες. Δεν γνωρίζουμε ακριβώς τις τιμές διότι οι επιταχυνσιογράφοι τοποθετούνται κατά προτεραιότητα στις πιο πυκνοδομημένες περιοχές οι οποίες εμφανίζουν και τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα. Σε μεταγενέστερο χρόνο και με ειδικές τεχνικές μπορούμε να διαπιστώσουμε πόση ήταν η εδαφική κίνηση κοντά στο ρήγμα», συμπληρώνει.

Στην Ελλάδα λειτουργεί ένα δίκτυο 350 επιταχυνσιογράφων, οι οποίοι είναι διάσπαρτοι ανά την επικράτεια. Την ευθύνη για τη διαχείρισή τους έχουν οι ερευνητές του ΙΤΣΑΚ, το οποίο υπάγεται στον ΟΑΣΠ και αναπτύσσει σημαντική επιστημονική έρευνα για τους σεισμούς και τις κατασκευές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου