οι κηπουροι τησ αυγησ

Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Αλλοτε, πάλι, σκέφτομαι πως - από αισθητική και κοινωνική άποψη - η χούντα στην ουσία δεν ανετράπη ποτέ. Η αγραμματοσύνη και η κακογουστιά της, το βαρύγδουπο ιδεολόγημα για τη μοναδικότητα του Ελληνισμού και τα υψηλά πεπρωμένα του, οι ψευτοηρωισμοί και οι φανφάρες κυριαρχούν - αδιάλειπτα σχεδόν - στον δημόσιο λόγο. Κι ας έχουν τα πυροτεχνήματα που εκτοξεύονται άλλο κάθε φορά χρώμα....


Από το ημερολόγιό μου στο fb,
προ πέντε ετών

Τι τελείωσε με τη χούντα: 
"ΑΣΤΑΘΜΗΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΝ"
από τον Χρήστο Χωμενίδη

Το καλοκαίρι του 1974 θα συμπλήρωνα τα οκτώ. Είχα τελειώσει τη Δευτέρα Δημοτικού σε ένα μικρό ιδιωτικό σχολείο, όπου η καλή χονδρή δασκάλα μας συνήθιζε - με τι θράσος αλήθεια! - να σηκώνει τα παιδιά όχι για να πουν μάθημα αλλά για να της κάνουν μασάζ στην πλάτη, ενώ εκείνη μας διηγούνταν ιστορίες από την Παλαιά Διαθήκη. Εάν κάποιος μαθητής επέρδετο ηχηρά μέσα στην τάξη και δεν ανελάμβανε την ευθύνη, η καλή μας δασκάλα διάλεγε έναν στην τύχη και του 'ριχνε δέκα με τον χάρακα σε κάθε χέρι.

Το καλοκαίρι του 1974, το πουλί της χούντας ασχήμαινε ακόμα τους τοίχους των δημόσιων κτιρίων και τα οπισθόφυλλα των αναγνωστικών. Ο φαντάρος - «της πατρίδος φρουρός» - είχε εξοριστεί από το έμβλημα της 21ης Απριλίου και ο Γεώργιος Παπαδόπουλος βρισκόταν, από την επαύριον του Πολυτεχνείου, έγκλειστος στη βίλα του στο Λαγονήσι. Τον είχε ανατρέψει ο Δημήτριος Ιωαννίδης, ο οποίος δεν παραληρούσε δημόσια ούτε όργωνε σαν τον Παττακό την ελληνική ύπαιθρο με ένα μυστρί στο χέρι για να εγκαινιάζει γυμναστήρια και εκκλησίες. Εδρευε ως «αόρατος δικτάτωρ» στα γραφεία του ΕΑΤ-ΕΣΑ. Κουνούσε από εκεί τα νήματα σε μια κυβέρνηση ανδρεικέλων.

Η κακοποιός δράση των συνταγματαρχών έμελλε σύντομα να ολοκληρωθεί με το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.

Την κοινωνική ζημιά ωστόσο που μέσα σε επτά χρόνια είχαν επιτελέσει, την έβλεπες - αν είχες κάποια ηλικία - σε κάθε σου βήμα. Κάτω από το κέλυφος του ελληνοχριστιανισμού, η χούντα καλούσε τους πολίτες να αποθεώσουν τον ιδιωτικό χώρο και βίο τους και να αδιαφορήσουν παγερά για τα συλλογικά ζητήματα. Κι εκείνοι, στη μεγάλη πλειονότητά τους, συμμορφώνονταν.

Οι ταξιτζήδες και οι αγρότες έπιναν νερό στο όνομα του Παπαδόπουλου, που τους είχε χαρίσει κάτι χρέη. Τα καμάκια άραζαν παραθαλασσίως - αλλά και στην Πλατεία Συντάγματος - και με πουκάμισα ανοιχτά, ώστε να φαίνονται ο χρυσός σταυρός και το δασύτριχο στήθος τους, διπλάρωναν τα «χελιδόνια του Βορρά»: σκανδιναβές, τουτέστιν, νοσοκόμες και γερμανίδες δακτυλογράφους, που έρχονταν επί σκοπόν στην Ελλάδα, με τα περίφημα «fucking charters». 



Οι μικροαστοί οικογενειάρχες γκάζωναν τα ΙΧ τους, έβαζαν στη διαπασών ελαφρολαϊκά και συζητούσαν με τους γείτονες για τις ελληνοποιήσεις λατινοαμερικανών ποδοσφαιριστών και για τα μπούτια της θυρωρού στην πολυκατοικία τους, η οποία έμεινε έγκυος χωρίς να έχει παντρευτεί, οπότε μάζεψαν υπογραφές και την απέλυσαν...

Ελάχιστες εβδομάδες αργότερα, οι ίδιοι μικροαστοί οικογενειάρχες - μαζί με τους ταξιτζήδες, τους αγρότες και τα καμάκια - θα δήλωναν κρυπτοαντιστασιακοί και θα έτρεχαν στις συναυλίες του Θεοδωράκη. Κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν, θα έπεφταν διαδοχικά στην αγκαλιά του Ανδρέα Παπανδρέου, του Κώστα Καραμανλή, μέχρι να γίνουν - στα γεράματα - «πρώτη φορά αριστεροί»...

Πολλές φορές αναρωτιέμαι τι θα συνέβαινε εάν ο δικτάτωρ Ιωαννίδης δεν είχε πιστέψει στις μπαρούφες ενός υπαλληλίσκου της CIA - πως οι Αμερικανοί θα τον στήριζαν, δήθεν, άνευ όρων - και δεν είχε διατάξει τη δολοφονία του Μακάριου, με τα ολέθρια για την Κύπρο και τα αναστάσιμα για την ελλαδική δημοκρατία αποτελέσματα.

Πόσο ακόμα θα διαρκούσε η χούντα και πώς θα τελείωνε; Με κάποια άλλη εθνική καταστροφή, αφού - κατά τον Σεφέρη - «στις δικτατορικές καταστάσεις, η τραγωδία παραμένει αναπότρεπτη στο τέλος»; Ή απλώς θα εκφυλιζόταν σταδιακά και θα έδινε τη θέση της σε ένα ολοένα και πιο ελεύθερο καθεστώς;

Αλλοτε, πάλι, σκέφτομαι πως - από αισθητική και κοινωνική άποψη - η χούντα στην ουσία δεν ανετράπη ποτέ. Η αγραμματοσύνη και η κακογουστιά της, το βαρύγδουπο ιδεολόγημα για τη μοναδικότητα του Ελληνισμού και τα υψηλά πεπρωμένα του, οι ψευτοηρωισμοί και οι φανφάρες κυριαρχούν - αδιάλειπτα σχεδόν - στον δημόσιο λόγο. Κι ας έχουν τα πυροτεχνήματα που εκτοξεύονται άλλο κάθε φορά χρώμα....





                                                  "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ", 25/07/20


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου