Aπό "ΤΑ ΝΕΑ/ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ"
"ΤΑ ΝΕΑ", 18-19//01/20 |
Μπορεί ένας πολιτικός συμβιβασμός να είναι ωφέλιμος για όλες τις πλευρές; Ή είναι νόμος στην πολιτική κάποιος πάντα να κερδίζει και κάποιος να χάνει;
Το ερώτημα παραπέμπει σε ένα από τα παλιότερα θέματα συζήτησης στην πολιτική θεωρία και πράξη: Είναι η πολιτική ένα παιχνίδι σαν το πόκερ ή το μπάσκετ; Ενα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, όπου το κέρδος του ενός είναι ακριβώς ίσο με τη ζημιά του άλλου; Οσοι πιστεύουν στην αντίληψη αυτή - ο Τραμπ είναι ένα κορυφαίο σύγχρονο παράδειγμα, αλλά δεν είναι ο μόνος - αντιμετωπίζουν την πολιτική ως έναν διαρκή πόλεμο, όπου ο συμβιβασμός αποκλείεται. Για να επιτύχω πρέπει να αποτύχεις, για να ανέβω πρέπει να πέσεις. Εγώ κερδίζω, εσύ χάνεις. Ή εγώ ή εσύ. Ο νικητής τα παίρνει όλα, ο ηττημένος δεν έχει παρά να αποδεχθεί την ήττα του και να σωπάσει. Σ' ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, η συναίνεση δεν είναι παρά ομολογία αδυναμίας, παραίτηση, ήττα. Και όλα τα πολιτικά διλήμματα είναι διχοτομικά. Ή εμείς ή αυτοί.
Αλλά η πολιτική δεν είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Υπάρχουν πολιτικές μάχες από τις οποίες βγαίνουν όλοι χαμένοι. Μάχες όπου τα μέσα που χρησιμοποίησε ο νικητής τον ζημίωσαν τόσο, ώστε η νίκη να ισοδυναμεί με ήττα. Υπάρχουν, από την άλλη, πολιτικοί συμβιβασμοί που μπορεί να κρύβουν κέρδη για όλες τις πλευρές. Και υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο συμβιβασμός, η συναίνεση, αυξάνει τους διαθέσιμους «πόρους» της πολιτικής, δημιουργεί ένα καλύτερο περιβάλλον για όλους.
Η υπόθεση της επιλογής τού νέου - πρέπει να συνηθίσουμε να λέμε της νέας - Προέδρου της Δημοκρατίας μπορεί να αποδειχθεί ένα καλό παράδειγμα διάψευσης της θεωρίας πως η πολιτική είναι σαν το πόκερ. Πως ό,τι κερδίζει κάποιος, κάποιος άλλος το χάνει. Η πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη τον ωφελεί. Αυτονόητα. Εκανε μία πρόταση που έγινε αποδεκτή από την αντιπολίτευση. Κι αυτό είναι ήδη ένα πολιτικό κέρδος. Ακόμη σημαντικότερο είναι το κέρδος «εικόνας» από μια πρόταση αντισυμβατική, αντισυντηρητική, που διαψεύδει την γκρίζα εικόνα ενός φθαρμένου κομματικού οργανισμού που τον περιβάλλει. Η αποδοχή της πρότασης από την αντιπολίτευση την ωφελεί επίσης. Για το ΚΙΝΑΛ είναι φανερό. Είχε πριν από τις εκλογές διεκδικήσει έναν δημιουργικό ρόλο εποικοδομητικής αντιπολίτευσης. Η υποστήριξη στην υποψηφιότητα της Κατερίνας Σακελλαροπούλου απλώς επιβεβαιώνει τον ρόλο. Αλλά ο Αλέξης Τσίπρας; Ε, λοιπόν, εκείνος είναι - νομίζω - που έχει περισσότερα να κερδίσει, αποδεχόμενος την πρόταση. Αν η φιλοδοξία που τον κινεί είναι να καθιερωθεί ως ηγέτης μιας δύναμης που δεν θέλει να είναι παρένθεση, που θέλει να εγκατασταθεί στην πολιτική ζωή ως κόμμα διακυβέρνησης και όχι διαμαρτυρίας, ως «θεσμικό» κόμμα. Αν αυτή είναι η φιλοδοξία του (και ποια άλλη θα μπορούσε να είναι;) τότε η επιλογή της προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας του προσέφερε μια χρυσή ευκαιρία να επιβεβαιώσει τη φιλοδοξία αυτή.
Ακουγόταν πολύ, τις πρώτες ώρες, πως ο Μητσοτάκης με την πρότασή του «στριμώχνει την αντιπολίτευση», της στερεί την ελευθερία να πει όχι. Εγώ αντίθετα πιστεύω ότι ο Μητσοτάκης διευκόλυνε την αντιπολίτευση. Διατύπωσε μια πρόταση που επέτρεπε στον Τσίπρα να συναινέσει, χωρίς πολιτικό κόστος. Του επέτρεπε να απεγκλωβιστεί αξιοπρεπώς από την καταστροφική (για τον ΣΥΡΙΖΑ) εμμονή στον Παυλόπουλο και να μπει, χωρίς να πληρώσει εισιτήριο, στη «θεσμική πλειοψηφία». Το ότι κάτι κέρδισε ο Τσίπρας, λέγοντας ναι στη Σακελλαροπούλου, σημαίνει ότι κάτι έχασε ο Μητσοτάκης; Ναι, αν σκέφτεσαι με όρους Τραμπ, με όρους παιγνίου μηδενικού αθροίσματος. Αν πιστεύεις ότι η αντιπολίτευση πρέπει να λέει «ο ήλιος λάμπει», κάθε φορά που η κυβέρνηση λέει «βράδιασε».
Αλλά η επιλογή της Κατερίνας Σακελλαροπούλου και η εκλογή της με τη συναίνεση των τριών μεγαλύτερων κομμάτων είναι μια κίνηση που αλλάζει το τοπίο και δημιουργεί νέες ευκαιρίες για όλους τους παίκτες. Είναι προπάντων μια κίνηση που δίνει πόντους αξιοπιστίας στο πολιτικό σύστημα συνολικά. Ζήσαμε μια δηλητηριώδη δεκαετία ακραίου διχασμού, όπου οι ιδέες στέγνωσαν και τον αέρα διέσχιζαν μόνον κατάρες και βρισιές. Το πληρώσαμε ακριβά. Στη ζωή του ο καθένας. Η χώρα συνολικά, που πλήρωσε την κρίση με τριπλό και τετραπλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος σε σχέση με τις άλλες χώρες που βρέθηκαν στην ίδια μοίρα, με τρόικες και Μνημόνια, αλλά είχαν την ευφυΐα να εξασφαλίσουν τη συναίνεση των πολιτικών τους δυνάμεων όταν τις βρήκε το κακό. Αλλά και το πολιτικό σύστημα, συνολικά, πλήρωσε ένα τίμημα. Το τίμημα ήταν η απονομιμοποίησή του, μια «αντισυστημικότητα» που διέλυε ακόμη και όσους πόζαραν ως «αντισυστημικοί» και, προπάντων, ένα κύμα απόσυρσης πολιτών από τη δημόσια σφαίρα. Φθάσαμε από ένα εκλογικό σώμα επτάμισι εκατομμυρίων ψηφοφόρων, το 2004, σ' ένα συρρικνωμένο εκλογικό σώμα πεντέμισι εκατομμυρίων ψηφοφόρων, το 2015. Οι απόντες δεν επέστρεψαν ακόμη. Κι αυτό είναι ένα κοινό στοίχημα για όλους τους παίκτες. Ή το κερδίζουν όλοι μαζί ή εξακολουθούν να χάνουν όλοι μαζί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου